Με την πολιτική αντιπαράθεση στα ύψη, μια είδηση σχετική με τις συνομιλίες για το ονοματολογικό κατέλαβε περίοπτη θέση στην προβολή του Μακεδονικού από τα εγχώρια MME.
Ήταν μια δήλωση του Ερντογάν στην οποία αποκαλούσε «αδέλφια Μακεδόνες τους γείτονες και τους διαβεβαίωνε ότι στη διένεξη με την Ελλάδα η Τουρκία τάσσεται στο πλευρό τους».
Όπως ήταν αναμενόμενο, η «πρόκληση» μεταδόθηκε συνοδευόμενη από σχόλια περί ευθείας εμπλοκής της Άγκυρας στην εν εξελίξει διαπραγμάτευση Αθήνας και Σκοπίων.
Ακολούθησε η δημοσίευση μιας δήλωσης του Βούλγαρου πρωθυπουργού Μπορίσοφ ότι η Σόφια αντιτίθεται στον γεωγραφικό προσδιορισμό και ειδικά στο «Βόρεια Μακεδονία».
Όχι ότι η Τουρκία και η Βουλγαρία είναι αδιάφορες σε αυτή την υπόθεση και γενικότερα στα τεκταινόμενα στη Βαλκανική, αλλά η δήλωση του Ερντογάν δεν έγινε τώρα. Ούτε εκείνη του Μπορίσοφ.
Χρονολογούνται και οι δύο από το 2014, αλλά διακινήθηκαν από ιστοσελίδες, εφημερίδες, τηλεοράσεις, ραδιόφωνα, ως σχετιζόμενες με τις τωρινές εξελίξεις και τροφοδοτώντας αίσθημα καχυποψίας και αγανάκτηση για εναντίον μας συμμαχίες.
Με αφορμή, πάλι, το άνοιγμα τούτες τις μέρες της ατζέντας των ελληνοαλβανικών σχέσεων, άλλη μια «είδηση» ήρθε από τα Τίρανα αυτή τη φορά να προκαλέσει οξύτατη αντιπαράθεση στον δημόσιο διάλογο.
Ο πρωθυπουργός Εντι Ράμα έδωσε συνέντευξη σε τηλεοπτικό σταθμό της χώρας του και μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στις συζητήσεις με τον κ.Νίκο Κοτζιά (και) γύρω από τους Τσάμηδες.
Δύο μέρες μετά, στην Ελλάδα μεταδόθηκε από το σύνολο σχεδόν των MME ότι o κ. Ράμα είπε πως ο Έλληνας ΥΠΕΞ περίπου δεν κατάλαβε τι συζητούσαν και αναγνώρισε «τσάμικο θέμα».
Η πραγματικότητα, όπως προέκυψε από την ακριβή μετάφραση της συνέντευξης, ήταν διαφορετική.
Ο Αλβανός πρωθυπουργός όχι μόνο δεν είχε πει τέτοιο πράγμα αλλά, απεναντίας, είχε κατηγορήσει την αλβανική αντιπολίτευση ότι δεν κατάλαβε τι είπε o Έλληνας ΥΠΕΞ.
Εκείνο, όμως, που έμεινε να αιωρείται στη δημόσια συζήτηση στη χώρα μας ήταν η «προδοσία» του κ. Κοτζιά.
Όλα αυτά όχι μόνο δεν περιποιούν τιμή για όλους όσοι υπηρετούμε την ενημέρωση των πολιτών, αλλά δημιουργούν ψευδείς εντυπώσεις στην κοινή γνώμη για άκρως ευαίσθητα θέματα.
Δεν είναι οι μοναδικές περιπτώσεις, ούτε συμβαίνουν μόνο εδώ.
Το αίσθημα ευθύνης πρέπει να υπερισχύσει σε όλους όσοι διακινούμε πληροφόρηση.
Ναι στην κριτική, σκληρή μάλιστα, στους χειρισμούς της (εκάστοτε) εξουσίας, επί πραγματικών, όμως, γεγονότων.