Στο στόχο αυτόνομης εξόδου στις αγορές η χώρα είναι – μετά τις αποφάσεις της 15ης Ιουνίου – «κοντύτερα από ποτέ». Aυτό επισημαίνει ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, σε συνέντευξη που παραχωρεί στην κυριακάτικη εφημερίδα «Νέα Σελίδα».
Δεν αποτελεί μυστικό εξάλλου ότι ο νέος στόχος της κυβέρνησης, μετά την εξασφάλιση ενός καθαρού διαδρόμου για την ελληνική οικονομία, είναι η σταδιακή προετοιμασία της εξόδου της χώρας από το μνημόνιο προς τις αγορές χρήματος.
Στο σχεδιασμό του Μεγάρου Μαξίμου βρίσκεται μία πρώτη δοκιμαστική έξοδος στις αγορές εντός του 2017, πιθανότατα αμέσως μετά το καλοκαίρι. Για αυτό το λόγο και πολλοί υπουργοί της κυβέρνησης από το οικονομικό επιτελείο έχουν ξεκινήσει σειρά επαφών στο εξωτερικό, προεξάρχοντος του ίδιου του Ευκλείδη Τσακαλώτου, προκειμένου να συζητήσουν τη συμμετοχή επενδυτών στο επερχόμενο ελληνικό ομόλογο.
Διόλου τυχαία χθες, από το Μέγαρο Μαξίμου επεσήμαναν εμφατικά πως τα μηνύματα από τις αγορές και την επενδυτική κοινότητα, μετά και την ολοκλήρωση της συμφωνίας στο Eurogroup, είναι θετικά και απαντούν στην καταστροφολογία της ΝΔ, επισημαίνει το Μαξίμου. Σε ανακοίνωσή του, το γραφείο τύπου του πρωθυπουργού τονίζει ότι το κλείσιμο της αξιολόγησης και η συμφωνία για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους αποτιμώνται θετικά από αγορές και επενδυτές.
Σημειώνει πως μετά την πρόσφατη απόφαση του Eurogroup, η πορεία των ελληνικών ομολόγων, που σημειώνουν χαμηλά επταετίας, αλλά και η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας εκ μέρους του οίκου Moody’s και μάλιστα με θετική προοπτική (positive outlook), που είναι και το σημαντικότερο, αποδεικνύουν πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι τα αποτελέσματα της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης και της συμφωνίας για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους, αποτιμώνται ως θετικά από τις αγορές και τους επενδυτές.
Το γραφείο τύπου του πρωθυπουργού επισημάνει προς την αξιωματική αντιπολίτευση πως αυτή η θετική ανταπόκριση των αγορών «είναι και η καλύτερη απάντηση στη διαρκή μεμψιμοιρία και καταστροφολογία της Νέας Δημοκρατίας η οποία ακριβώς για το λόγο αυτό προσπαθεί να αλλάξει την ατζέντα και να δημιουργήσει ένα σκηνικό σήψης, εκτελώντας τις εντολές της πιο σκοτεινής μερίδας επιχειρηματικών συμφερόντων της χώρας».
Στην ανακοίνωση υπογραμμίζεται επίσης πως «είναι προφανές ότι δεν τους έχει μείνει τίποτε άλλο, στην απέλπιδα προσπάθειά τους να δημιουργήσουν κλίμα αποσταθεροποίησης».
Το γραφείο τύπου του πρωθυπουργού καταλήγει λέγοντας «στην επικείμενη συζήτηση στη Βουλή, θα φανεί πλήρως το στρατηγικό αδιέξοδο που μόνοι τους δημιούργησαν στους εαυτούς τους αρνούμενοι την πραγματικότητα που βλέπει όλος ο υπόλοιπος πλανήτης».
Εξίσου αναλυτικός είναι στη συνέντευξή του ο Αλέξης Τσίπρας για τις διαπραγματεύσεις που έκανε η κυβέρνησή του, αλλά και τη στάση της αντιπολίτευσης, ενώ καταθέτει σειρά στοιχείων για την αλλαγή σελίδας της Ελλάδας, για παράδειγμα στο θέμα της ανεργίας.
Στέλνει όμως και μηνύματα προς άλλα κόμματα και δη προς το ΠΑΣΟΚ, για τη θέση που καλείται να πάρει στα κρίσιμα ζητήματα που απασχολούν την ελληνική κοινωνία. Στη συνέντευξη στη «Νέα Σελίδα», ο πρωθυπουργός μιλά ακόμη για την Α. Μέρκελ και τον Β. Σόιμπλε, για το Κυπριακό, για τον ΣΥΡΙΖΑ και την κυβέρνησή του.
Ολόκληρη η συνέντευξη έχει ως εξής:
Κύριε πρόεδρε, η συμφωνία του Eurogroup έθεσε τέρμα σε έναν πολύμηνο μαραθώνιο διαπραγματεύσεων. Οι πολιτικοί σας αντίπαλοι υποστηρίζουν ότι χρονοτριβήσατε εξαιρετικά, με αποτέλεσμα να υπάρξουν επιπλέον μέτρα και να επιβαρυνθεί το επενδυτικό κλίμα.
Οι πολιτικοί μας αντίπαλοι όλο το προηγούμενο διάστημα πατούσαν σε δυο βάρκες. Αν η διαπραγμάτευση έκλεινε γρήγορα, ήταν έτοιμοι να φωνάξουν ότι «η κυβέρνηση συνθηκολόγησε άνευ όρων». Αν η διαπραγμάτευση έπαιρνε χρόνο, ήταν έτοιμοι να φωνάξουν «καθυστερείτε, είστε ιδεοληπτικοί, υπονομεύετε τη σταθεροποίηση της οικονομίας». Η πραγματικότητα είναι ότι η καθυστέρηση οφείλεται στις οξύτατες διαφωνίες μεταξύ των θεσμών – κάτι το οποίο οι πολιτικοί μας αντίπαλοι σκοπίμως αποκρύπτουν. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι χάρη στη δική μας διαπραγματευτική στάση επιτεύχθηκε μια καλύτερη συμφωνία, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στα αντίμετρα, τη ρήτρα ανάπτυξης για την αποπληρωμή του χρέους, την ίδρυση Αναπτυξιακής Τράπεζας, τη σαφή δέσμευση για στήριξη της Ελλάδας για την έξοδό της στις αγορές. Αν είχαμε υπογράψει όταν φώναζε η αντιπολίτευση, όλα αυτά δεν θα υπήρχαν.
Ναι, αλλά δύο βασικοί στόχοι που είχατε θέσει, όπως η ρητή δήλωση απομείωσης του χρέους και η ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση, δεν ικανοποιήθηκαν.
Μην προτρέχετε. Στην απόφαση του Eurogroup υπάρχει σαφής δέσμευση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα απομείωσης του χρέους, που ανοίγουν σαφώς την προοπτική της βιωσιμότητάς του. Γεγονός που επιβεβαιώνει, άλλωστε, και η αντίδραση των αγορών στην ανάγνωση της απόφασης. Όσο για την ποσοτική χαλάρωση, είναι υπόθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και όχι του Eurogroup. Το σημαντικότερο στοιχείο όμως στην απόφαση είναι η κοινή παραδοχή όλων ότι το πρόγραμμα τελειώνει το 2018 και ότι η Ελλάδα θα στηριχθεί επί της ουσίας και με συγκεκριμένες παρεμβάσεις για την αυτοδύναμη έξοδό της στις αγορές. Αυτός δεν είναι ο τελικός μας στόχος; Σε αυτόν ακριβώς τον στόχο, μετά τις 15 Ιούνη, είμαστε κοντύτερα από ποτέ.
Γενικά, πάντως, οι πολιτικοί σας αντίπαλοι υποστηρίζουν ότι εξακολουθείτε να προσβλέπετε στην πολιτική διαπραγμάτευση, αν και τα αποτελέσματα δεν σας δικαιώνουν. Όπως λένε, δεν δουλεύει έτσι η Ευρώπη.
Το δικαιολογώ, αφού οι πολιτικοί μας αντίπαλοι δεν γνωρίζουν καν την έννοια της διαπραγμάτευσης. Από το 2010 έως το τέλος του 2014 δεν έκαναν τίποτα περισσότερο από το να υπογράφουν σε λευκά χαρτιά. Αποτέλεσμα της πολιτικής αυτής ήταν η απώλεια του 25% του ΑΕΠ, η εκτίναξη της ανεργίας σε εφιαλτικά ποσοστά και η καταστροφή του ασφαλιστικού συστήματος. Αυτά μας παρέδωσαν το 2015, ελπίζοντας στο σενάριο της «αριστερής παρένθεσης». Οταν τους είπαν ξεχάστε την ελάφρυνση του χρέους, αυτοί τη ξέχασαν. Και καθ? όλη τη διάρκεια της προσπάθειάς μας να κερδίσουμε έδαφος και συμμαχίες στην Ευρώπη, αυτοί πήγαιναν στο Βερολίνο και παρακαλούσαν τους δανειστές να κρατήσουν σκληρή και αδιάλλακτη στάση. Και όταν η Κομισιόν μας υποστήριζε, έβαζαν τους ευρωβουλευτές τους στο Ευρωκοινοβούλιο να επιτίθενται στην Κομισιόν. Αν νομίζουν ότι ο ελληνικός λαός δεν τα βλέπει και δεν τα καταγράφει αυτά, είναι πολύ γελασμένοι.
Ποια είναι τα στοιχεία που διασφαλίζουν ότι θα υπάρξει «διάδρομος εξόδου» από τα μνημόνια, όπως υποστηρίζει η κυβέρνησή σας;
Η εξίσωση βιωσιμότητας του χρέους έχει τρεις βασικές παραμέτρους. Η μία είναι τα απαιτούμενα μέτρα για την επέκταση της περιόδου χάριτος των επιτοκίων και της ωρίμανσης των ομολόγων. Η δεύτερη είναι τα πρωτογενή πλεονάσματα που απαιτούνται κατ? έτος, ώστε να αποπληρώνεται το χρέος. Και η τρίτη είναι ο εκτιμώμενος ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας την αντίστοιχη περίοδο. Εμείς, λοιπόν, καταφέραμε να προσδιορίσουμε με την απόφαση του Eurogroup και τις τρεις αυτές παραμέτρους σε ικανοποιητικά μεγέθη. Προσδιορίσαμε την περίοδο χάριτος και την επέκταση της ωρίμανσης έως τα 15 χρόνια. Προσδιορίσαμε τα πρωτογενή πλεονάσματα από το ?22 και μετά στο 2%. Και την τελευταία παράμετρο, αυτή της ανάπτυξης, την «κλειδώσαμε» μέσω του μηχανισμού με τα μέτρα απομείωσης του χρέους. Έτσι, αν έχουμε μικρότερους ρυθμούς, θα έχουμε περισσότερα μέτρα για το χρέος? αν έχουμε μεγαλύτερους, το αντίστροφο. Με αυτό τον τρόπο καθιστούμε τους εταίρους μας συνεταίρους στην επιδίωξή μας για ισχυρούς αναπτυξιακούς ρυθμούς στην οικονομία. Και ένα πρώτο δείγμα είναι οι δεσμεύσεις τους για άμεση κινητοποίηση επενδυτικών εργαλείων, με σημαντικότερο αυτό της ίδρυσης Αναπτυξιακής Τράπεζας. Αυτά τα σημεία στην απόφαση δίνουν τη βεβαιότητα στις αγορές ότι το ελληνικό χρέος θα μπει σε τροχιά βιωσιμότητας. Γι? αυτό αποκλιμακώνονται οι τιμές των ελληνικών ομολόγων, γι? αυτό κλιμακώνεται ραγδαία το ενδιαφέρον για επενδύσεις στη χώρα και ανοίγει σταδιακά ο δρόμος για την έξοδο στις αγορές και το οριστικό τέλος των μνημονίων.
Πώς σχολιάζετε την αμφίσημη στάση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου; Η παρουσία του με τον τρόπο που συμφωνήθηκε στο Eurogroup βοηθά ή όχι την Ελλάδα;
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει κάνει σοβαρά σφάλματα στη συμμετοχή του στα ελληνικά προγράμματα διάσωσης. Τόσο σε ό,τι αφορά στις εκτιμήσεις του όσο όμως και σε ό,τι αφορά στις επιλογές του. Στο ζήτημα του χρέους, ωστόσο, βρεθήκαμε στην ίδια πλευρά. Η επιλογή να μην βρίσκεται πια στη θέση του συνοδηγού στο ελληνικό πρόγραμμα δεν είναι δα και το τέλος του κόσμου. Είμαι ο τελευταίος, άλλωστε, που θα υπερασπιστώ την αναγκαιότητα της παρουσίας του στην Ευρώπη. Αρκεί να συνεχίσει, έστω και από το πίσω κάθισμα, να επιμένει με δημιουργικό τρόπο στην αναγκαιότητα εφαρμογής όσων συμφωνήθηκαν για την απομείωση του χρέους, εξασφαλίζοντας τη βιωσιμότητά του.
Και για να κλείσουμε με τα οικονομικά: εγκλωβισμένοι στην κρίση, συνηθίσαμε να μιλάμε με αριθμούς, αλλά πίσω απ? αυτούς υπάρχουν πάντα άνθρωποι. Τι σημαίνει για τον άνεργο η συμφωνία, όταν δεν έχει δουλειά; Και τι νόημα μπορεί να έχουν οι δημοσιονομικές εξισορροπήσεις για μια οικογένεια που δεν τα βγάζει πέρα;
Αυτό ακριβώς είναι το ζητούμενο μετά το κλείσιμο της συμφωνίας: να σπάσει ο φαύλος κύκλος της στασιμότητας και να περάσουμε σε πορεία ουσιαστικής και δίκαιης ανάπτυξης. Η αναπτυξιακή πορεία έχει ήδη ξεκινήσει, το ζητούμενο όμως είναι να αποκτήσει κοινωνικό αντίκρισμα, να μεταφραστεί, δηλαδή, σε νέες θέσεις αξιοπρεπούς και σταθερής εργασίας. Ήδη από τον Γενάρη του 2015 έως σήμερα έχουμε δημιουργήσει 250.000 θέσεις εργασίας. Ενώ την καταστροφική πενταετία 2010-2014, των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ – ΝΔ, φτάσαμε η χώρα να προσεγγίζει το 1,5 εκατομμύριο ανέργους. Μετά τη συμφωνία, μπορούμε να επιταχύνουμε τους ρυθμούς ανάπτυξης, τις παραγωγικές επενδύσεις, να αξιοποιήσουμε τις παραγωγικές δυνατότητες του τόπου μας, με στόχο να πολλαπλασιάσουμε τα μέχρι σήμερα επιτεύγματά μας σε νέες θέσεις εργασίας. Ο στόχος αυτής της κυβέρνησης, αλλά και ο στόχος του έθνους, θα τολμούσα να πω, σε αυτή την περίοδο είναι η ανάκτηση της εργασίας με όρους σταθερότητας και αξιοπρέπειας.
Τις ημέρες που πέρασαν συναντηθήκατε με τους πολιτικούς αρχηγούς, αλλά είναι κοινή η αίσθηση ότι η κυβέρνησή σας βρίσκεται σε περιβάλλον πολιτικής απομόνωσης.
Βρισκόμαστε σε πολιτική απομόνωση από τις δυνάμεις που ευθύνονται για τη χρεοκοπία της χώρας και που επένδυσαν φανερά στην αποτυχία της διαπραγμάτευσης και στη διαιώνιση της κρίσης, προσδοκώντας να καρπωθούν τα όποια πολιτικά οφέλη. Ωστόσο, αν εμείς είμαστε απομονωμένοι από αυτούς, αυτοί βρίσκονται απομονωμένοι από την ιστορία. Σε απόλυτο στρατηγικό αδιέξοδο και σε αμηχανία. Γιατί επένδυσαν στο μαύρο πολλές φορές, αλλά πάλι ξαναβγήκε κόκκινο. Όχι μόνο δεν γυρίσαμε πίσω τη χώρα, όχι μόνο δεν την απομακρύναμε από την Ευρώπη, αλλά τη φέραμε για πρώτη φορά τόσο κοντά της. Στο επίκεντρο των πραγματικών αξιών της Ευρώπης και πρωταγωνίστρια των εξελίξεων για τις αναγκαίες προοδευτικές αλλαγές. Όχι μόνο δεν καταστρέψαμε τη χώρα, αλλά θα είμαστε εμείς που θα βγάλουμε τον τόπο από τη δραματική ασφυξία των μνημονίων και της χρεοκοπίας, στην οποία αυτοί τον οδήγησαν.
Ναι, αλλά για το πολιτικό κλίμα που επικρατεί δεν μπορεί να ευθύνεται μόνο η αντιπολίτευση. Και η ρητορική της κυβέρνησης πολλοί θεωρούν ότι είναι εξαιρετικά πολωτική.
Ναι, είναι το γνωστό «φωνάζει ο κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης». Βασικά, υπάρχει ένα σύστημα το οποίο, σε συνεργασία με την αξιωματική αντιπολίτευση, εξαπολύει καθημερινές επιθέσεις, που πολύ συχνά αγγίζουν τα όρια της γελοιότητας. Και όταν αυτά απαντηθούν, οι ίδιοι βγαίνουν και διαμαρτύρονται «α! η κυβέρνηση πολώνει το κλίμα», «καταλύεται η δημοκρατία», «Βενεζουέλα»! Λοιπόν, σας λέω ότι η κυβέρνηση δεν έχει κανένα συμφέρον από την πόλωση του κλίματος. Αλλά αν κάποιοι θεωρούν πόλωση τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για τα σκάνδαλα στην Υγεία ή για τα θαλασσοδάνεια, ας μας κατηγορήσουν για πόλωση, τι να κάνουμε;
Υπάρχει, ωστόσο, μια αντίφαση: την ίδια στιγμή που πυκνώνετε τις επαφές σας με την ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία, στην Ελλάδα οι δίαυλοι επικοινωνίας με το ΠΑΣΟΚ και τον χώρο της Κεντροαριστεράς παραμένουν κλειστοί.
Αυτή η αντίφαση υπάρχει και βασικά αναδεικνύει το πολιτικό πρόβλημα στο ΠΑΣΟΚ. Γιατί την ώρα που η ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία βλέπει την πραγματική κρίση και αναζητά εναλλακτικές, προοδευτικές λύσεις, το ΠΑΣΟΚ σέρνει ακόμα το ασήκωτο βάρος της πολιτικής που μας έβαλε στα μνημόνια και, βεβαίως, της καταστροφικής συγκυβέρνησης με τον Σαμαρά. Είναι ολοκληρωτικά δέσμιο μιας πολιτικής που το ξέκοψε από την κοινωνική του βάση και εξανέμισε την εκλογική του δύναμη. Θα χαιρόμασταν ειλικρινά αν έβρισκε ξανά τον προοδευτικό του προσανατολισμό, αλλά και το κουράγιο να ανοίξει έναν ειλικρινή και χωρίς προκαταλήψεις διάλογο με την κυβερνώσα Αριστερά, τον ΣΥΡΙΖΑ, για την προοπτική της προοδευτικής διακυβέρνησης μετά το τέλος των μνημονίων. Εμείς, πάντως, θα είμαστε εκεί. Αλλά νομίζω ότι έχει πολύ σοβαρά προβλήματα να λύσει για να φτάσει μέχρι εκεί.
Ναι, αλλά τι ακριβώς ζητάτε από την κυρία Γεννηματά να κάνει; Η ίδια έχει δηλώσει ότι από τον κ. Μητσοτάκη τη χωρίζει πολιτική άβυσσος.
Δεν είμαι σίγουρος ότι το εννοούσε, διότι, αν ίσχυε, θα έπρεπε να τη χωρίζει πολιτική άβυσσος και από τον κ. Σημίτη ή τον κ. Βενιζέλο, που στηρίζουν και πριμοδοτούν τον κ. Μητσοτάκη με κάθε δυνατό τρόπο. Αλλά αν το πιστεύει πραγματικά, αυτό που πρέπει να κάνει είναι να δώσει πολιτικό περιεχόμενο σε αυτό που περιγράφει ως «άβυσσο». Ο κ. Μητσοτάκης έχει πει συγκεκριμένα πράγματα. Έχει υποσχεθεί φοροαπαλλαγές στους πλούσιους, μείωση των κοινωνικών δαπανών, ρήτρα μηδενικού ελλείμματος στις επικουρικές συντάξεις, στροφή στην ιδιωτική ασφάλιση, γενίκευση της ελαστικής απασχόλησης. Ας τοποθετηθεί επ? αυτών, για να διαπιστώσουμε τουλάχιστον αν βρισκόμαστε από την ίδια ή από την άλλη πλευρά της αβύσσου.
Ας επανέλθουμε στη μεγάλη εικόνα. Η χρονιά ξεκίνησε με τον φόβο της «εφόδου» της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς, αλλά εξελίσσεται διαφορετικά. Στη Γαλλία έχουμε κυριαρχία Μακρόν, ενώ στη Βρετανία είχαμε σημαντική ανάκαμψη των Εργατικών. Πού, κατά τη γνώμη σας, οφείλεται αυτή η ανατροπή;
Θα σημείωνα ότι ο μεγάλος χαμένος στις γαλλικές εκλογές, εκτός της Λεπέν, ήταν και οι δύο ιστορικές παρατάξεις, η Δεξιά και οι Σοσιαλιστές. Ενώ στη Βρετανία ο μεγάλος νικητής ήταν οι Εργατικοί του Κόρμπιν, που είχαν ένα σαφές αριστερό και αντινεοφιλελεύθερο μήνυμα να εκπέμψουν. Είναι λάθος κάποιοι να πιστέψουν ότι τελείωσε η παραδοσιακή διάκριση ανάμεσα στην Αριστερά και τη Δεξιά. Ή να πιστέψουν ότι η ηγεμονία της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς θα είναι η αιτία της ήττας της Ακροδεξιάς. Ήταν και παραμένει η αιτία της ανόδου της, όχι της ήττας της. Η γένεση και η άνοδός της οφείλονται στο ότι το ευρωπαϊκό κοινωνικό και αναπτυξιακό μοντέλο έχει φτάσει σε αδιέξοδο και μόνο φόβο και ανασφάλεια μπορεί πλέον να υποσχεθεί. Απέναντι στην κατάσταση αυτή, ο ακροδεξιός λαϊκισμός θα συνεχίσει να αποτελεί απειλή, βρίσκοντας γόνιμο έδαφος, στρέφοντας τον φόβο και την ανασφάλεια εναντίον των πιο αδύναμων, δηλαδή των μεταναστών και των προσφύγων. Θεωρώ, λοιπόν, ότι αποτελεσματική απάντηση στην Ακροδεξιά μπορεί να είναι μόνο μια προοδευτική εναλλακτική λύση απέναντι στη σημερινή κρίση. Και αυτή η εναλλακτική λύση πρέπει να έχει στο επίκεντρό της την ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους και την ανάπτυξη με κριτήριο τη σταθερή και αξιοπρεπή εργασία. Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες είναι πρόθυμες να στηρίξουν ένα τέτοιο σχέδιο και είναι καθήκον της Αριστεράς και των δυνάμεων της προοδευτικής Σοσιαλδημοκρατίας να ανταποκριθούν στην πρόκληση.
Τι προσδοκάτε από τις γερμανικές εκλογές;
Η Ευρώπη έχει ανάγκη από συναινέσεις που θα την απεγκλωβίζουν από τη λιτότητα, θα της δίνουν πραγματική αναπτυξιακή δυναμική και θα ενισχύουν ουσιαστικά τη σύγκλιση ανάμεσα στα κράτη-μέλη και όχι την αύξηση των διαιρέσεων και των ανισοτήτων. Όσο πιο ανοιχτό προς την κατεύθυνση αυτή είναι το κυβερνητικό σχήμα που θα προκύψει από τις γερμανικές εκλογές τόσο μεγαλύτερο το κέρδος για όλους.
Θα πρέπει να αντιμετωπίζουμε με ενιαίο τρόπο την κυρία Μέρκελ και τον κ. Σόιμπλε;
Το ζήτημα δεν αφορά στα πρόσωπα. Αφορά στην πολιτική. Και η πολιτική διαμορφώνεται από τα προγράμματα και τις πολιτικές συμφωνίες, που αποτελούν, βεβαίως, πάντοτε απόρροια των συσχετισμών. Η ύπαρξη Σόιμπλε στο υπουργείο Οικονομικών είναι αποτέλεσμα πολιτικών συσχετισμών. Θα είναι ενδιαφέρον να δούμε αν αυτοί οι συσχετισμοί θα διατηρηθούν ή θα μετατραπούν στις επικείμενες εκλογές.
Πού αποδίδετε την ένταση που εμφάνισε ο κ. Σόιμπλε στις δηλώσεις του πριν από το Eurogroup για εσάς και τον κ. Τσακαλώτο;
Θα πρότεινα να ρωτήσετε όλους αυτούς που ισχυρίζονται ότι η διαπραγματευτική στάση της κυβέρνησης δεν είχε κανένα αποτέλεσμα. Νομίζω επίσης ότι όταν ο κ. Σόιμπλε καταφεύγει σε τέτοιου είδους ρητορική, το κάνει για εσωτερική κατανάλωση. Προφανώς, θεωρεί ότι έτσι ενισχύει το κόμμα του και το θωρακίζει από διαρροές προς την άκρα Δεξιά. Δεν είναι ο μόνος που το κάνει, άλλωστε. Οι αντιδράσεις από Ευρωπαίους αξιωματούχους, ακόμα κι από το ίδιο το εσωτερικό της χώρας του, θεωρώ ότι συνιστούν επαρκέστατη απάντηση.
Κύριε πρόεδρε, η Νοτιοανατολική Μεσόγειος βρίσκεται και πάλι στη δίνη γεωπολιτικών αναταράξεων. Ποιος νομίζετε ότι πρέπει να είναι ο ρόλος που θα διαδραματίσει η Ελλάδα;
Η περιοχή μας βρίσκεται σε φάση αναταραχής και αυξημένης αβεβαιότητας. Κάτω από τέτοιες συνθήκες, η Ελλάδα ασκεί μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, χτίζοντας σχέσεις φιλίας και εμπιστοσύνης με κρίσιμες χώρες της περιοχής αλλά και με τις μεγάλες παγκόσμιες δυνάμεις. Στόχος είναι να λειτουργήσει η Ελλάδα ως γέφυρα οικονομικής, εμπορικής και πολιτιστικής συνεργασίας. Όχι μόνο για το δικό μας συμφέρον, αλλά και για το συμφέρον της ειρήνης και της σταθερότητας σε ολόκληρη την περιοχή μας.
Εντός των ημερών ξεκινά νέος γύρος διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό. Τι προσδοκίες έχετε;
Είμαστε σε στενή συνεργασία με την κυπριακή κυβέρνηση και σταθερή μας επιδίωξη είναι μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού, στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΟΗΕ και της ιδιότητας της Κύπρου ως μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως γνωρίζετε, η ελληνική πλευρά εμπλέκεται στις συνομιλίες αυτές σε ό,τι αφορά στο ζήτημα των εγγυήσεων. Επί του ζητήματος αυτού οι θέσεις μας είναι σαφείς και ξεκαθαρισμένες, και έχουν τη στήριξη όλων σχεδόν των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Πάμε, λοιπόν, στις συνομιλίες με σταθερότητα, αποφασιστικότητα και ψυχραιμία, θεωρώντας ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις για θετικά βήματα – πράγμα που, βεβαίως, προϋποθέτει και την εποικοδομητική στάση της Τουρκίας.
Να κλείσουμε με το κόμμα σας. Ο ΣΥΡΙΖΑ εδώ και δύο χρόνια βιώνει τη βίαιη ωρίμανση που επιβάλλει ο κυβερνητικός ρεαλισμός. Είστε ικανοποιημένος από την κατάσταση που βρίσκονται οι κομματικές σας οργανώσεις;
Θα ήταν παράλογο να περιμένει κάποιος ότι οι εξελίξεις όλου του προηγούμενου διαστήματος δεν θα επηρέαζαν τον κόσμο και τις οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Πολύ περισσότερο όταν το κόμμα έχει να ανταποκριθεί σε ένα πολύ σοβαρό καθήκον, να ακούει τη φωνή και τις ανάγκες της κοινωνίας και να συμβάλλει από αυτή την οπτική στην επεξεργασία της κυβερνητικής πολιτικής. Όσο η κατάσταση στην κοινωνία σταθεροποιείται τόσο οι διαδικασίες πολιτικής και οργανωτικής ανασυγκρότησης του κόμματος επιταχύνονται. Ήδη υπάρχουν πολύ σοβαρά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση και ο ΣΥΡΙΖΑ κατακτά συνεχώς την αποτελεσματικότητα και την εξωστρέφειά του, ωριμάζοντας ταυτόχρονα πολιτικά. Το επόμενο διάστημα θα υπάρξει ακόμα πιο εντατική δουλειά προκειμένου ο ΣΥΡΙΖΑ να αναλάβει πρωτοβουλίες ισχυρότερης σύνδεσης με την κοινωνία.
Εκλογές, πάντως, χωρίς ισχυρό κόμμα δύσκολα βγαίνουν πέρα…
Οι διαδικασίες ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ θα έχουν ολοκληρωθεί πολύ πριν από τον Σεπτέμβριο του 2019, που θα γίνουν οι επόμενες εκλογές.
Πώς βλέπετε να διαγράφονται οι πολιτικές εξελίξεις την επόμενη περίοδο, αφού, όπως λέτε, δεν υπάρχει άμεση εκλογική προοπτική; Να περιμένουμε κάποιας μορφής κυβερνητική ανασύνθεση;
Στο επόμενο βήμα πρέπει να επεξεργαστούμε το πέρασμα από τη σταθερότητα σε μια ανάπτυξη βιώσιμη, με ξεκάθαρο κοινωνικό πρόσημο, μια ανάπτυξη για τους πολλούς. Το κλειδί για μια τέτοια πορεία είναι η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και προς αυτή την κατεύθυνση θα εργαστεί η κυβέρνηση. Ο διάλογος σε περιφερειακό επίπεδο θα ξεκινήσει άμεσα με τις παραγωγικές και κοινωνικές δυνάμεις, προκειμένου να διαμορφωθεί το Εθνικό Σχέδιο Παραγωγικής Ανασυγκρότησης. Παράλληλα, πρέπει να επιταχύνουμε στο πεδίο των επενδύσεων, ενώ υπάρχουν ακόμα οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις που αναμένεται να ολοκληρωθούν το επόμενο διάστημα, όπως η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, η θέσπιση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, οι αλλαγές στον «Καλλικράτη». Το ζητούμενο είναι πάντοτε η ενίσχυση της κυβερνητικής αποτελεσματικότητας. Αυτό σημαίνει πιο εντατική δουλειά, τόσο πάνω στα κεντρικά προγραμματικά ζητήματα για κάθε τομέα κυβερνητικής πολιτικής όσο και στα ζητήματα της καθημερινότητας. Αυτός είναι ο δικός μας χάρτης.