Ως ένα μεγάλο βήμα εμπρός στις φιλικές σχέσεις και τη συνεργασία Ελλάδας-Κροατίας χαρακτήρισαν τα αποτελέσματα της συνάντησής τους οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο χωρών, Νίκος Κοτζιάς και Ντάβορ Ίβο Στίερ, στο πλαίσιο της κοινής συνέντευξης που παραχώρησαν στον Τύπο, μετά την υπογραφή προγράμματος Πολιτιστικής, Εκπαιδευτικής και Επιστημονικής συνεργασίας μεταξύ των κυβερνήσεων Ελλάδας- Κροατίας για τα έτη 2017-2019.
Ο κ. Κοτζιάς χαρακτήρισε ως άκρως ενδιαφέρουσα τη συζήτηση με τον κ. Στίερ, κατά την οποία συμφωνήθηκε η εντατικοποίηση της συνεργασίας των δύο χωρών στους τομείς του εμπορίου, του τουρισμού και τις ενέργειας, μέσω της προέκτασης του αγωγού TAP προς βορρά, καθώς και μια ειδική συνεργασία ανάμεσα στα δυο ΥΠΕΞ και τις δύο κυβερνήσεις, όσον αφορά στις θαλάσσιες ζώνες, «ένα θέμα στο οποίο έχουμε και εμπειρία και ειδικούς και μεγάλο ενδιαφέρον για τη συνεργασία των λιμανιών μας», ανέφερε ο ίδιος.
Επισήμανε δε ότι η Κροατία αποτελεί σημαντικό παράγοντα στα Βαλκάνια και την Ευρωπαϊκή Ένωση, με την οποία η χώρα μας έχει συνεργαστεί πολλές φορές για το καλό τόσο της περιοχής όσο της ΕΕ.
Οι δύο υπουργοί, όπως εξήγησε ο κ. Κοτζιάς, εξετασαν και αντάλλαξαν απόψεις για την κατάσταση στα Δυτικά Βαλκάνια και πώς θα μπορέσουν να συμβάλλουν στην ειρήνη, τη σταθερότητα και την ασφάλεια αυτής της σημαντικής και για τις δυο χώρες περιοχης, αλλά και για την Ευρώπη, ενώ μια ειδική συζήτηση έγινε για τη Βοσνία Ερζεγοβίνη, ώστε να «υπάρξουν κοινές πρωτοβουλίες, με βάση και την πείρα της Κροατίας, ώστε να διασφαλιστεί ακόμα καλύτερα η σταθερότητα αυτής της χώρας και της πορείας της προς την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε επίσης στην τετραμερή συνεργασία των τεσσάρων βαλκανικών κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή της Κροατίας, της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας και της Ελλάδας, που έχουν κοινά συμφέροντα και ενδιαφέροντα για την πορεία των Δυτικών Βαλκανίων προς την Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Νομίζω» κατέληξε ο κ. Κοτζιάς «ότι σήμερα κάναμε ένα μεγάλο βήμα μπροστά στη φιλία που μας δένει, στη διάθεση που έχουμε για συνεργασία, να μάθει ο ένας από τον άλλον, να μεταλαμπαδεύσει, να μεταφέρει την εμπειρία του και να συμβάλλουμε στη σταθεροποίηση συνολικά του ευρωπαϊκού σχεδίου και της καλής κατάστασης της περιοχής μας».
Ο κ. Στίερ εξέφρασε τον ενθουσιασμό του για τη σημερινή συνάντηση και ευχαρίστησε τον Έλληνα ομόλογό του για την πρωτοβουλία του να εντατικοποιήσει τις διμερείς σχέσεις των δύο χωρών καθώς, όπως είπε, από το 2008 έχει να επισκεφθεί Κροάτης υπουργός την Αθήνα.
Επίσης, εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του και την εκτίμηση της χώρας του προς την «Ελλάδα, η οποία πάντοτε μας υποστήριζε, υποστήριξε το διεθνές δίκαιο και την πορεία της Κροατίας προς την Ευρώπη και τους ευρωατλαντικούς θεσμούς».
Αναφέροντας ότι φέτος κλείνουν 25 χρόνια διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, ο Κροάτης υπουργός Εξωτερικών τόνισε ότι είναι πολλά τα κοινά έργα, κυρίως στον τομέα της οικονομίας, που μπορούν να προωθηθούν, εκφράζοντας την ικανοποίησή του για τη συνάντηση των δύο εμπορικών επιμελητηρίων στις αρχές φθινοπώρου στο Ζάγκρεμπ, όπου θα συζητηθούν οι ιδέες για την επαναδραστηριοποίηση της διακυβερνητικής επιτροπής για την «προώθηση έργων κοινού ενδιαφέροντος στον τομέα του τουρισμού, των υποδομών και της ενέργειας, όπου βλέπουμε ότι πολλά αμοιβαίως επωφελή μπορούν να γίνουν».
Ο κ. Στίερ εξήρε τον σημαντικό, όπως είπε, ρόλο της Ελλάδας στη Στρατηγική της Αδριατικής-Ιονίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία η Κροατία «δίνει μεγάλη σημασία».
«Τα κοινά συμφέροντα Ελλάδας και Κροατίας για την υποστήριξη της σταθερότητας και της ευρωπαϊκής προοπτικής όλων των χωρών της περιοχής που είναι υποψήφιες προς ένταξη χώρες, ή που ενδεχομένως πρόκειται να γίνουν υποψήφιες χώρες, είναι κάτι που απαιτεί καλό συντονισμό από εμάς, και θεωρώ ότι σήμερα έγινε ένα πολύ θετικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση» υπογράμμισε ο κ. Στίερ.
Και πρόσθεσε: «Αποδίδουμε επίσης μεγάλη σημασία στις επαφές μεταξύ των λαών και υπό την έννοια αυτή, η συμφωνία που μόλις υπογράψαμε για την πολιτιστική, επιστημονική και μορφωτική εκπαιδευτική συνεργασία μεταξύ των χωρών μας είναι ένα μεγάλο βήμα που θα προωθήσει αυτού του είδους τις επαφές. Θα ήθελα να εκφράσω την ικανοποίησή μας για τη συμφωνία αυτή».
Ο Κροάτης υπουργός Εξωτερικών, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με την κατάσταση στην ΠΓΔΜ, τόνισε ότι είναι σημαντικό το γεγονός ότι Ελλάδα και Κροατία στηρίζουν την ευρωπαΐκή προοπτική των Σκοπίων και ελπίζουν ότι «η νέα κυβέρνηση θα είναι αφοσιωμένη στα θέματα των ευρωπαϊκών μεταρρυθμίσεων», επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα και η Κροατία επειδή έχουν την απαραίτητη εμπειρία μπορούν να προσφέρουν τη βοήθειά τους.
Σε ερώτηση δημοσιογράφου προς τους δύο υπουργούς σχετικά με την έξαρση των εθνικισμών στα Βαλκάνια, ο κ. Στίερ ανέφερε ότι «είναι σημαντικό οι θύρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να μείνουν ανοιχτές γι’ όλους όσοι είναι πρόθυμοι να ενταχθούν και να εκπληρώσουν τα κριτήρια», σημειώνοντας ότι «η έννοια μιας ολοκληρωμένης, ελεύθερης και ειρηνικής Ευρώπης χωρίς τεχνητές διαιρέσεις μάς βρίσκει σύμφωνους, είναι κάτι που υποστηρίζουμε, θέλουμε ειρήνη, σταθερότητα και ευημερία γι’ όλη την ήπειρο», ενώ παράλληλα εξέφρασε τη διαφωνία του με όσους «θέλουν να δημιουργήσουν ή να επαναδημιουργήσουν περιοχές επιρροής».
«Θέλουμε να υποστηρίξουμε το ευρωπαϊκό πνεύμα, την ευρωπαϊκή προοπτική. Το πνεύμα της Διάσκεψης Κορυφής της Θεσσαλονίκης θα πρέπει να είναι ζωντανό και όσον αφορά την Κροατία, θα συνεργαστούμε στενά με την Ελλάδα επ’ αυτού», είπε χαρακτηρισικά.
Απαντώντας στην ίδια ερώτηση, ο κ. Κοτζιάς από την πλευρά του εξήγησε ότι οι πολλές αλλαγές μετά το 1989 στα Βαλκάνια δημιούργησαν μία μάχη ανάμεσα στις απλοϊκές εθνικιστικές απαντήσεις και στις δημοκρατικές ευρωπαϊκές απαντήσεις, επισημαίνοντας ότι «τόσο η Κροατία όσο και η Ελλάδα πιστεύουν βαθιά στις αξίες και τις αρχές της δημοκρατίας, στο ευρωπαϊκό όραμα.
»Για το λόγο αυτό, θα συναντηθούμε ξανά και ξανά, μαζί και με άλλους, για να ξαναδούμε ποιες είναι οι αρχές, οι αξίες, τα οράματα, ο σχεδιασμός για την Ευρώπη στον 21ο αιώνα.
»Μια Ευρώπη που πρέπει να έχει κοινωνική ταυτότητα, ώστε να αποτρέψουμε να κερδίσουν έδαφος οι εθνικισμοί και να εκδηλωθούν με τρόπο “βαλκανικό”, όπως δηλαδή ξέρουμε από την ιστορία εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα».