Με σημαντικά συμπεράσματα ενόψει της δύσκολης συνέχειας στη μάχη για τη συνολική συμφωνία επέστρεψε εσπευσμένα ο Αλέξης Τσίπρας στην Αθήνα από τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες.
Στο κυβερνητικό επιτελείο επιχειρούν να σχηματίσουν μια πρώτη εικόνα για το πως διαμορφώνεται το τοπίο μετά το Eurogroup της Δευτέρας.
Οι πληροφορίες από το κυβερνητικό στρατόπεδο αναφέρουν πως ο Αλέξης Τσίπρας στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ είχε την ευκαίρια να συζητήσει τόσο κατ΄ ιδίαν σε πολύ καλό κλίμα με την Άνγκελα Μέρκελ, όσο και με τον Εμμανουέλ Μακρόν με τον οποίο συναντήθηκε για πρώτη φορά.
Οι τρεις ηγέτες συζήτησαν όλοι μαζί λίγο πριν από την έναρξη των εργασιών της Συνόδου του ΝΑΤΟ.
Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν πως τέθηκε το κρίσιμο ζήτημα του χρέους και της συνολικής λύσης που αναμένεται να επιτευχθεί στο Eurogroup στις 15 Ιουνίου.
Οι τρεις τους δεσμεύτηκαν να βρίσκονται τις επόμενες ημέρες σε επικοινωνία προκειμένου να εργαστούν για την εξεύρεση της καλύτερης δυνατής λύσης.
Η πρώτη γνωριμία με Τραμπ
Στην ολιγόλεπτη συνάντηση του πρωθυπουργού με τον Ντόναλντ Τραμπ, όπως έγινε γνωστό, ο Αμερικανός πρόεδρος φέρεται να είπε στον Αλέξη Τσίπρα πως «σε παρακολουθώ. Έχετε καταφέρει να ανακαμψετε και αυτό είναι εκπλητικό. Τα πάτε περίφημα. Η Ελλάδα είναι μια υπέροχη χώρα, με υπέροχους ανθρώπους».
Ο πρωθυπουργός απάντησε στα θετικά σχόλια αναφέροντας ότι «καταφέρνουμε μετά από χρόνια κρίσης και σήμερα βρισκόμαστε σε μια πολύ σημαντική περίοδο που πρέπει να παρθούν κρίσιμες αποφάσεις για να ενισχυθεί αύτη η θετική πορεία ανάκαμψης της χώρας και της οικονομίας».
Μάχη για τις 15 Ιουνίου
Έχοντας στις αποσκευές του τις επαφές αυτές ο Πρωθυπουργός βρίσκεται ήδη στο γραφείο του από νωρίς το πρωί της Παρασκευής και σχεδιάζει τις επόμενες κινήσεις του στη σκακιέρα για το επικείμενο Eurogroup.
Μεγάλο βάρος αναμένεται να ρίξει η κυβέρνηση στο κομμάτι της επικοινωνίας και δη στον ξένο Τύπο, προκειμένου να διεθνοποιηθεί το δίκαιο αίτημα της Ελλάδας για μία “καθαρή λύση”, μετά και την τήρηση των συμφωνηθέντων με την ψήφιση των μέτρων για το 2019 και το 2020.
Παράλληλα, δεδομένο θεωρείται ότι το προσεχές διάστημα ο Πρωθυπουργός θα έχει μπαράζ επαφών με όλους τους “παίχτες” της ευρωπαϊκής αλλά και αμερικανικής σκακιέρας για το ελληνικό πρόγραμμα, προκειμένου να επιτευχθεί η καθαρή λύση και να μην μπει η χώρα σε νέα περιπέτεια.
Στον απόηχο πάντως της χθεσινής διαρροής των όσων διεμήφθησαν πίσω από τις κλειστές πόρτες των Βρυξελλών, κυβεερνητικοί αξιωματούχοι τονίζουν ότι επιβεβαιώνονται τα όσα έλεγαν όλες τις προηγούμενες ημέρες, σε αντίθεση με τα όσα μετέδιδαν τα ΜΜΕ για δήθεν απομόνωση της Ελλάδας, η οποία όπως αποδείχθηκε δέχθηκε ισχυρή στήριξη τόσο από τη Γαλλία, όσο και από τις Ιταλία, Πορτογαλία και Σλοβακία.
Το γεγονός πως δεν θα γινόταν αποδεκτή από το ΔΝΤ και θα υπήρχε μετάθεση του προβλήματος για μετά το καλακαίρι ήταν ο βασικός παράγοντας που ¨έγειρε την πλάστιγγα¨ υπέρ της απόρριψής της.
Μπορεί από το κυβερνητικό στρατόπεδο να μιλούν για μια καθαρή λύση, ωστόσο επειδή οι εταίροι εξακολουθούν να δείχνουν τα σκληρό τους πρόσωπο όλα τα σενάρια φαίνεται πως πέφτουν, πλέον στο τραπέζι έτσι ώστε ο συμβιβασμός να είναι ο λιγότερο επώδυνος με το βλέμμα στραμμένο και στο QE.
Το σίγουρο είναι πως με τους ελιγμούς που έκανε το Μαξίμου τα τελευταία 24ωρα επιχείρησε να «μετρήσει» τις αντιδράσεις στο εσωτερικό της κυβέρνησης και του κόμματος την ώρα που ο πρωθυπουργός είχε την ευκαιρία την Πέμπτη να βολιδοσκοπήσει τις προθέσεις του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, μέσω της Γερμανίδας καγκελαρίου, αλλά και να εκτιμήσει το βαθμό «ετοιμότητας» του Εμμανουέλ Μακρόν.
Την πιθανότητα στις 15 Ιουνίου να μην βρεθεί η χρυσή τομή και ο Αλέξης Τσίπρας να κληθεί μια εβδομαδα μετά να ζητά πολιτική λύση στη τελευταία Σύνοδο Κορυφής της χρονιάς (22-23 Ιουνίου) δεν θέλουν ούτε να το σκέφτονται στο Μαξίμου, καθώς έως ένα βαθμό θα θυμίσει το σκηνικού του καλοκαιριού του 2015.
Η ελληνική πλευρά, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, προωθεί τη λύση για το χρέος που θα έχει χρονικό βάθος και θα δημιουργήσει καθαρό δημοσιονομικό δρόμο που θα επιτρέψει μια επεκτατική αναπτυξιακή πολιτική.
Την ίδια ώρα, κανείς δεν αρνείται από την κυβέρνηση ότι το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης είναι εξαιρετικά κρίσιμης σημασίας.
Παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν παραδέχεται πως αποτελεί διαπραγματευτικό χαρτί για λόγους που έχουν να κάνουν με τον απαραίτητο «σεβασμό» στην ανεξαρτησία της ΕΚΤ, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ήταν αυτός που δήλωσε πως «για μας, είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό χρηματοδοτικό εργαλείο για την αύξηση της ρευστότητας, αλλά και για να μπει η σφραγίδα της ΕΚΤ στο αξιόχρεο της Ελλάδας».
Μεγάλο ερωτηματικό πάντως αποτελεί το αν η κυβέρνηση θα αποδεχόταν μια λύση που θα παρέπεμπε τις τελικές αποφάσεις του ΔΝΤ μετά τις Γερμανικές εκλογές με μια παράλληλη δέσμευση για άμεση ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Αν και αυτό κρίνεται εξαιρετικά δύσκολο τεχνικά, καθώς θα έριχνε το βάρος της επίλυσης του προβλήματος για άλλη μια φορά στις πλάτες του Ντράγκι θα μπορούσε ωστόσο να είναι μια λύση-ανάσα για όλες τις πλευρές.