Ενώ οι καθαρίστριες του Υπ. Οικ. είναι «200 ημέρες στον δρόμο και συνεχίζουν» η Κομισιόν απαντώντας σε κατηγορίες του ευρωβουλευτή και υποψήφιου ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Ν. Χουντή ότι η διαθεσιμότητα και η επικείμενη απόλυσή τους συνιστά διακριτική μεταχείριση σε βάρος τους, πέταξε το μπαλάκι στα εθνικά δικαστήρια τονίζοντας ότι τα «εθνικά δικαστήρια, είναι κατ’ αρχήν αρμόδια» να κρίνουν αν υπάρχει παραβίαση της οδηγίας 2006/54 που απαγορεύει τις διακρίσεις λόγω φύλου, στην περίπτωση της απόλυσης των 595 καθαριστριών του Υπ. Οικονομικών.
Πιο συγκεκριμένα, ο Ν. Χουντής σε ερώτησή του, αναφέρεται στην απόλυση των 595 καθαριστριών του Υπ. Οικ. «που αμείβονταν με μισθούς ύψους 325 ευρώ, τέθηκαν σε διαθεσιμότητα κι αναμένεται να απολυθούν σε εφαρμογή των προβλέψεων του Μνημονίου», ζήτησε την άρση της απόφασης, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι «προκύπτει ζήτημα διάκρισης λόγω φύλου, με δεδομένο ότι, το σύνολο των προς απόλυση υπαλλήλων είναι γυναίκες». Ο ισχυρισμός που προέβαλλε ο Έλληνας ευρωβουλευτής, βασίζεται σε πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, σχετικά με τις έμμεσες διακρίσεις, λόγω φύλου.
Ο Ν. Χουντής, στην ερώτησή του, αναφέρθηκε σε συγκεκριμένη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (C-196/02- Βασιλική Νικολούδη κατά Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος ΑΕ) με την οποία είχαν δικαιωθεί στο παρελθόν οι καθαρίστριες του ΟΤΕ, με το σκεπτικό ότι «σύμφωνα με πάγια νομολογία μια εθνική ρύθμιση ενέχει έμμεση διάκριση όταν, ενώ έχει διατυπωθεί κατά τρόπο ουδέτερο, στην πραγματικότητα περιάγει σε μειονεκτική θέση ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό γυναικών απ’ ότι ανδρών»… καθώς τα μέτρα που πάρθηκαν οδήγησαν «στον αποκλεισμό μιας κατηγορίας εργαζομένων που αποτελείτο μόνο από γυναίκες (καθαρίστριες), με αποτέλεσμα τη στοιχειοθέτηση έμμεσης διάκρισης λόγω φύλου».
Στην απάντησή του, ο Επίτροπος της ΕΕ κ. Kallas, εκ μέρους της Κομισιόν, αφού σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι «η οδηγία 2006/54/ΕΚ απαγορεύει τις έμμεσες διακρίσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών στον τομέα της απασχόλησης», δεν αρνήθηκε ότι μπορεί να πρόκειται για μεροληπτική απόφαση κατά των καθαριστριών (όλες γυναίκες) αλλά προσπάθησε να την δικαιολογήσει σημειώνοντας ότι «μια μεροληπτική πρακτική δικαιολογείται αντικειμενικά από ένα θεμιτό σκοπό, εάν τα μέσα για την επίτευξη του σκοπού αυτού είναι πρόσφορα και αναγκαία».
Σχολιάζοντας το τελευταίο αυτό σημείο της απάντησης ο Ν. Χουντής σημείωσε ότι «ο Επίτροπος ξέχασε βέβαια να θυμίσει ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στην Υπόθεση C-486/08- Zebtralbetriebsrat der Landeskrankenhauser Tirols κατά Land Tirol επανέλαβε ότι «Η αρχή της εξοικονόμησης προσωπικού ανάγεται σε δημοσιονομικούς λόγους, οι οποίοι δεν μπορούν να αποτελούν δικαιολογητικό λόγο για διακρίσεις».
Τέλος, ολοκληρώνοντας την απάντησή του ο Ευρωπαίος Επίτροπος «πέταξε το μπαλάκι» στα ελληνικά δικαστήρια τονίζοντας ότι «Ο έλεγχος της εφαρμογής σε ατομικές περιπτώσεις της εθνικής νομοθεσίας για τη μεταφορά οδηγιών είναι κατ’ αρχήν αρμοδιότητα των εθνικών αρχών και δικαστηρίων που έχουν την εξουσία να διασφαλίζουν ότι γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα των πολιτών».