Με αυξανόμενη ένταση αλλά και με νέα δεδομένα που δείχνουν ότι μπορεί να αλλάξουν οι όροι του “παιχνιδιού” συνεχίζεται το μπρα ντε φερ για τη δεύτερη αξιολόγηση.
Η συμπαιγνία ΔΝΤ – Βερολίνου που επιμένουν σε “παράλογα”, όπως τονίζουν στην κυβέρνηση, μέτρα για μετά τη λήξη του προγράμματος με συντονισμένα πυρά την Τετάρτη επανέφερε ανυποχώρητα τις θέσεις της στο προσκήνιο, την ώρα που το Μέγαρο Μαξίμου δεν υποχωρεί στις πιέσεις για κούρεμα του αφορολόγητου και περικοπή των συντάξεων.
Πηγές του Μεγάρου Μαξίμου χαρακτήριζαν… καλοδεχούμενη την αποχώρηση του ΔΝΤ, καθώς κάτι τέτοιο θα μπορούσε να “ξεμπλοκάρει τις διαπραγματεύσεις”.
«Η πιθανότητα συνέχισης του προγράμματος χωρίς το ΔΝΤ ή με παρουσία του χωρίς χρηματοδότηση, και άρα χωρίς κεντρικό ρόλο, είναι μία εξέλιξη που μπορεί να αποτελέσει διέξοδο στο δομικό πρόβλημα ασυμφωνίας μεταξύ των θεσμών που αποτελεί διαρκή τροχοπέδη για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης χωρίς νέα μέτρα και την επιτυχή ολοκλήρωση του ελληνικού προγράμματος» υπογραμμίζουν κυβερνητικές πηγές.
«Η άποψη ότι η Ευρώπη έχει θεσμικό πλαίσιο υποστήριξης από μόνη της, δεν είναι καινούρια. Κερδίζει διαρκώς έδαφος σε ευρωπαϊκούς θεσμούς και από την ελληνική πλευρά είναι εν τέλει καλοδεχούμενη, αρκεί οι πρωτοβουλίες και οι αποφάσεις να παρθούν γρήγορα» σημειώνουν οι ίδιες πηγές.
Ο λόγος που υποδέχθηκαν με… ικανοποίηση κυβερνητικές πηγές τις “απειλές” Σόιμπλε για νέα συμφωνία στην περίπτωση που το ΔΝΤ αποφασίσει πως δεν θα μετέχει στο πρόγραμμα. Και όχι φυσικά για το σκέλος της νέας συμφωνίας, καθώς εκτός από το γερμανικό Κοινοβούλιο που έχει ψηφίσει το υπάρχον Μνημόνιο, υπάρχουν άλλα 16 ευρωπαϊκά Κοινοβούλια, για τα οποία δεν μπορεί να αποφασίσει το Βερολίνο.
Αλλά γιατί για πρώτη φορά ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών αφήνει παράθυρο εξόδου του Ταμείου από το ελληνικό πρόγραμμα, σενάριο το οποίο απέρριπτε μετά βδελυγμίας μέχρι πρόσφατα.
Σε αυτό συνηγορούν τόσο η απροθυμία του Ταμείου να πάρει σαφή θέση για το κατά πόσο θα μετέχει στο πρόγραμμα, όσο και το γεγονός ότι η νέα Προεδρία Τραμπ έχει ταχθεί κατά της εμπλοκής του ΔΝΤ στα ευρωπαϊκά πράγματα.
Αυτό, εκτιμούν στο κυβερνητικό επιτελείο, πως είναι ενδεικτικό των σφοδρών πιέσεων που δέχεται το Βερολίνο, δεδομένου ότι η Γερμανία είναι που πιέζεται χρονικά αυτή τη φορά.
Από τη μία η γερμανική κυβέρνηση πιέζεται να μείνει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα καθώς αυτό έχει ψηφίσει η γερμανική Βουλή, από την άλλη τυχόν αστάθεια στην Ελλάδα πριν τις γερμανικές εκλογές θα καταδείξει ότι το πρόγραμμα που έχει υπερασπιστεί με νύχια και με δόντια η καγκελάριος Μέρκελ απέτυχε για μία ακόμη φορά, με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό στο εσωτερικό της χώρας μεσούσης της προεκλογικής περιόδου. Επομένως δεν είναι τόσο απλό για την Γερμανία να επιμείνει στην στήριξη των ακραίων θέσεων του ΔΝΤ, προκαλώντας εκ νέου αστάθεια και έναν νέο πυρήνα αποσταθεροποίησης σε μία ήδη παραπαίουσα Ευρωζώνη.
Παράλληλα, ενώ το EWG ολοκληρώθηκε δίχως να υπάρχει σαφής ημερομηνία επιστροφής των θεσμών, στο κυβερνητικό επιτελείο μόνο… χαλαρότητα δεν επικρατεί.
Αν και γνωρίζουν ότι δεν υπάρχουν μεγάλες χρηματοδοτικές ανάγκες μέχρι τον Ιούλιο, ξορκίζουν το ενδεχόμενο να υπάρξουν νέες παρατάσεις στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης, δεδομένου ότι η ημερομηνία ορόσημο, όπως ετέθη από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, Δημήτρη Τζανακόπουλο, είναι η 9η Μαρτίου που συνεδριάσει το ΔΣ της ΕΚΤ, ώστε να ενταχθεί η Ελλάδα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Μέσα σε αυτές τις συμπληγάδες, καλείται να πορευτεί η κυβέρνηση που, δια στόματος Ευκλείδη Τσακαλώτου, παραμένει αισιόδοξη ότι μπορεί να βρεθεί λύση.
Μετά τη συνάντηση με τον Πιερ Μοσκοβισί, ανέδειξε τη σημασία να ληφθούν πολιτικές αποφάσεις και να αποσαφηνίσει το ΔΝΤ τη στάση του, ως το «κλειδί» για να ξεμπλοκάρουν οι διαπραγματεύσεις. «Το ΔΝΤ πρέπει να λάβει τις αποφάσεις του. Πρέπει να ζυγίσει τις απόψεις του για το πρόγραμμα και το επίπεδο συμμετοχής του, αφού για το ΔΝΤ τα πράγματα δεν είναι πάντα άσπρο ή μαύρο».
Κατά τον υπουργό Οικονομικών, υπάρχει μια τριπλέτα θεμάτων: Η πρώτη αφορά στις μεταρρυθμίσεις μέσα στη χρονική περίοδο του προγράμματος, η δεύτερη στο δημοσιονομικό μονοπάτι μετά το τέλος του προγράμματος και η τρίτη στα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος.
Από την πλευρά του και ο Πιερ Μοσκοβισί εμφανίστηκε καθησυχαστικός ως προς την επιστροφή των θεσμών: «Το πρόβλημα δεν είναι τόσο η επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα. Αν οι θεσμοί επιστρέψουν, θα είναι για να προετοιμάσουν τα τελευταία στοιχεία της συμφωνίας σε τεχνικό επίπεδο (staff level agreement), η οποία πιστεύουμε ότι θα πρέπει να προηγηθεί της ολοκλήρωσης της διαδικασίας, πριν την αξιολόγηση από το Eurogroup. Στην πραγματικότητα, σε ό,τι αφορά στις μεταρρυθμίσεις, πολύ λίγα παραμένουν ακόμα στο τραπέζι, όπως η μεταρρύθμιση της ενέργειας, η συζήτηση για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και η διορθωτική εκτίμηση του δημοσιονομικού κενού, σημείο στο οποίο η Επιτροπή εμμένει στα στοιχεία που αναφέρθηκαν τους προηγούμενους μήνες», είπε.