Τις τελευταίες εξελίξεις στον «πόλεμο της φέτας» με τις εμπορικές συμφωνίες εκτός ΕΕ, αλλά και τον ρόλο που έπαιξε η κυβέρνηση Σαμαρά, ανέλυσε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Βαγγέλης Αποστόλου. Ο υπουργός αναφέρθηκε και στον στόχο τόνωσης των εξαγωγών φέτας, που σήμερα φτάνει ήδη τα 300 εκατ. ευρώ ετησίως, καθώς η ζήτηση είναι μεγάλη και πρέπει να καλυφθεί αυξάνοντας την παραγωγή.
Ιδιαίτερα για τη φέτα επιμένουμε γιατί σε ορισμένες χώρες, όπως τη Νότια Αφρική, υπάρχει μία παραπλάνηση η οποία αγγίζει τα όρια της τρέλας, ανέφερε ο Βαγγέλης Αποστόλου στη διάρκεια συνέντευξης στο Κόκκινο.
Έλεγχος της ελληνικής πρεσβείας εντόπισε γύρω από το Γιοχάνεσμπουργκ 48 επιχειρήσεις που παράγουν λευκό τυρί. Οι 47 από αυτές το ονομάζουν «φέτα» παρότι προέρχεται από αγελαδινό γάλα, εκμεταλλευόμενες τη ζήτηση και από την μεγάλη ελληνική παροικία στην ευρύτερη περιοχή.
Εμείς έχουμε μπροστά μας μία συμφωνία που σχεδιάστηκε το 2002-2003, μονογραφήθηκε το 2013 και έκλεισε το 2014, επί κυβέρνησης Σαμαρά.
Καθώς δεν είναι δυνατή η παρέμβαση σε αυτό το στάδιο, με ένα μπλοκάρισμα που κάναμε στην τελική φάση, μετά από διαπραγματεύσεις καταφέραμε τουλάχιστον στην μεταβατική περίοδο της επόμενης πενταετίας να αναθεωρηθεί από την Κομισιόν με τη δική μας συμμετοχή, το κομμάτι που αφορά την προστασία της φέτας, στο ίδιο επίπεδο με τα υπόλοιπα προϊόντα προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ).
Έρχεται ωστόσο και η συμφωνία του Καναδά, όπου τα πράγματα είναι χειρότερα, γιατί «έδωσε» τη συμφωνία ο τότε πρωθυπουργός Αντ. Σαμαράς στον τότε πρόεδρο της Κομισιόν Μανουέλ Μπαρόζο. «Δεν το λέμε εμείς, το λένε οι αρμόδιοι, όλοι όσοι συμμετείχαν».
Η Ελλάδα είχε την προεδρία της ΕΕ εκείνη την περίοδο και το ζήτημα έκλεισε ουσιαστικά αγνοώντας την Ελλάδα. Τώρα, «ξεκινώντας να ανατρέψουμε μία κατάσταση, κάναμε ένα βήμα αρκετά σημαντικό», τόνισε ο Β. Αποστόλου.
Στη συμφωνία με τον Καναδά, όποιο λευκό τυρί ονομαζόταν φέτα πριν, μπορεί να ονομάζεται έτσι και μετά, όπως σημείωσε.
Ο υπουργός αναφέρθηκε και στον στόχο τόνωσης των εξαγωγών φέτας, που σήμερα φτάνει ήδη τα 300 εκατ. ευρώ ετησίως, καθώς η ζήτηση είναι μεγάλη και πρέπει να καλυφθεί αυξάνοντας την παραγωγή.
Για το λόγο αυτό γίνονται συνεχείς παρεμβάσεις, όπως στις βοσκήσιμες γαίες και τα διαχειριστικά των βοσκοτόπων, προκειμένου τελικά να φτάσουμε να έχουμε δεκάδες χιλιάδες λειβαδικές μονάδες και να έχουν τα ποίμνια τη δυνατότητα να παράγουν αρκετά ώστε να υπάρχει το απαραίτητο γονιδιο και πρόβειο ελληνικό γάλα για την παραγωγή ΠΟΠ φέτας, τόνισε ο Β. Αποστόλου.