“Φωτιά” έχει πάρει η διαπραγμάτευση, η οποία έχει ξεφύγει κατά πολύ από τα ελληνικά σύνορα με την καρδιά της να χτυπά στην Ουάσινγκτον και την εαρινή Σύνοδο του ΔΝΤ. Οι πιέσεις για άμεσο κλείσιμο της αξιολόγησης υπέρ της Ελλάδας έρχονται από αμφότερες τις πλευρές του Ατλαντικού Ωκεανού και στοχεύουν τόσο στο ΔΝΤ όσο και στους ακραίους κύκλους του Βερολίνου.
Η ηχηρή παρέμβαση του προέδρου Ομπάμα και η δημοσιοποίηση της ατζέντας πως στην συνάντησή του με την Άνγκελα Μέρκελ το προσεχές Σάββατο στο Ανόβερο, ότι θα τεθεί από την πλευρά του, εκτός από το προσφυγικό ζήτημα, και το θέμα επίλυσης της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, είναι κάτι που αιφνιδίασε το Βερολίνο.
Σύμφωνα με τον ανώτερο διευθυντή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Charles Kupchan, ο οποίος ενημέρωσε τους δημοσιογράφους με τον αναπληρωτή σύμβουλο ασφάλειας του Λευκού Οίκου Μπεν Ρόουντς, σε αυτή τη συνάντηση θα τεθεί το προσφυγικό ζήτημα και το ελληνικό πρόγραμμα, που οι Αμερικανοί επιμένουν ότι για να γίνει βιώσιμο θα πρέπει να περιλαμβάνει και ελάφρυνση του χρέους.
Συγκεκριμένα, ο κ. Kupchan δήλωσε ότι θα συζητηθεί ξεχωριστά η συνεργασία των δύο χωρών με την Ελλάδα, καθώς η αμερικανική κυβέρνηση εκτιμά ότι η Ελλάδα είναι από τις χώρες που επωμίζεται υπερβολικό βάρος, και θεωρεί ότι θα πρέπει να τη βοηθήσουν στη διαχείριση και τη φιλοξενία των μεταναστών που βρίσκονται στην χώρα. Αλλά και γενικότερα, να εστιάσουν στο σχεδιασμό ενός βιώσιμου σχεδίου για την Ελληνική οικονομία.
Την ίδια ώρα απόφαση του Μάριο Ντράγκι να συμπεριλάβει στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης τα ομόλογα του EFSF που κατέχουν οι ελληνικές τράπεζες, εκλαμβάνεται ως ψήφος εμπιστοσύνης για κλείσιμο της αξιολόγησης από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, καθώς δίδεται σημαντική ανάσα ρευστότητας στις τράπεζες. Ιδιαίτερο βάρος αποκτά η εν λόγω κίνηση του ισχυρού άνδρα της ΕΚΤ από το γεγονός ότι λήφθηκε την ώρα που βρίσκεται σε εξέλιξη η εαρινή Σύνοδος του ΔΝΤ, όπου το Ταμείο και οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί συγκρούονται για το κλείσιμο της αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος και το θέμα του ελληνικού χρέους.
Η απόφαση αυτή πάντως συνιστά έμμεση κεφαλαιακή ενίσχυση από την οποία οι τράπεζες, μπορούν να κερδίσουν, μέσω της πώλησης των ομολόγων, 800 – 1 δισ. ευρώ καθώς και δυνατότητα μείωσης του ισολογισμού τους.
Παράλληλα, κέρδη θα έχουν τα πιστωτικά ιδρύματα και από τις υπεραξίες που θα καταγράψουν λόγω της πώλησης των χρεογράφων σε τιμή υψηλότερη από εκείνη της απόκτησής τους. Σημειώνεται ότι το ύψος των ομολόγων έκδοσης EFSF που κατέχουν οι τράπεζες ανέρχεται σε περίπου 37 δισ. ευρώ και επομένως οι τράπεζες έχουν τη δυνατότητα σταδιακά να πουλήσουν έως 18,5 δισ. ευρώ μέσα στο 2016.