Το παράδοξο – να ζητούν οι αγρότες 12.000 ατομικό αφορολόγητο εισόδημα, κάτι που αφορά μόλις το 4% των συναδέλφων τους, ενώ έχουν αφορολόγητες επιδοτήσεις και αποζημιώσεις – καυτηρίασε με αναλυτικά παραδείγματα ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Τρύφων Αλεξιάδης,μιλώντας στο Κόκκινο.
«Να είμαστε ειλικρινείς, ως προς το τι ισχύει αυτή τη στιγμή, με βάση το τι λένε οι νόμοι, όχι με βάση μία θεωρητική συζήτηση ή μεταφυσικά ερωτήματα ή ιδεοληψίες. Σε ό,τι αφορά τους αγρότες, πολύ σωστά υπάρχει ειδική φορολογική αντιμετώπιση, διότι υπάρχουν ειδικοί λόγοι που σχετίζονται και με το αντικείμενο της εργασίας και με την ανάγκη παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας.
Από εκεί μέχρι το σημείο να υπάρχουν αιτήματα όπως να μην εφαρμόζεται το τεκμήριο διαβίωσης … μα θα έχουμε μία διάταξη που θα λέμε ότι εφαρμόζεται σε όλους και όχι στους αγρότες;», είπε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών.
Αναφερόμενος στο αίτημα να αυξηθεί το αφορολόγητο στα 12.000 ευρώ ανά άτομο, ο κ.Αλεξιάδης αναφέρθηκε σε συγκεκριμένα παραδείγματα, όπως «οικογένεια με δύο άτομα και κάποιο παππού ή γιαγιά, που παίρνουν επιδοτήσεις της τάξης των 7.000-8.000-9.000 ευρώ ο καθένας αφορολόγητες», όπου είναι αφορολόγητες και οι αποζημιώσεις ως 12.000 ευρώ.
«Το εισόδημα που δηλώνουν οι αγρότες είναι όλα τα έσοδα μείον όλα τα έξοδα μαζί με τις ασφαλιστικές εισφορές και το κέρδος που μένει δηλώνεται στη φορολογική δήλωση», υπογράμμισε και αναφέρθηκε στα τελευταία στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία κάτω από 12.000 ευρώ είχε δηλώσει το 96% των αγροτών. «Για ποιο πράγμα συζητάμε; … Ο φόρος που αναλογεί στο αγροτικό εισόδημα είναι 350 ευρώ το χρόνο, ενώ στους υπόλοιπους φορολογούμενους 950 ευρώ το χρόνο», υπογράμμισε.
‘Όπως τόνισε, «οι αγρότες έχουν ένα ειδικό φορολογικό καθεστώς, πρέπει να υπάρχει, πρέπει να συζητηθεί ο εξορθολογισμός του και η μεταφορά φορολογικού βάρους από τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα στα υψηλά και πολύ υψηλά εισοδήματα των αγροτών και πρέπει να χτυπήσουμε τα φαινόμενα φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου που πλήττουν κυρίως τους αγρότες».
Εξάλλου, προειδοποίησε για αρνητικές συνέπειες από την συνεχή επαναφορά του φορολογικού των αγροτών στο προσκήνιο, «τη στιγμή που το ΥΠΟΙΚ -και πολύ σωστά κάνει- δεν ετοιμάζει καμία διάταξη».
«Περιμένουμε να ξεκινήσει ο διάλογος, να τεθούν τα ζητήματα … υπάρχουν θέματα που μπορούμε να συζητήσουμε και άλλα που θα ανοίξουν πολύ αργότερα, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή κάποιο θέμα που πρέπει να ανοίξει … Κάποιοι ξεχνάνε το δάσος και βλέπουν το δέντρο, αυτή τη στιγμή πρέπει να κλείσουμε την αξιολόγηση για να ξεκινήσουμε την επόμενη συζήτηση … αν κάποιοι θέλουν να ανοίξει η ατζέντα της αξιολόγησης και να βάλουμε και πολλά άλλα ζητήματα, τα οποία θα μας δημιουργήσουν προβλήματα … όταν ανοίγεις ζητήματα, δεν ξέρεις πώς θα εξελιχθούν», τόνισε.
Ο κ.Αλεξιάδης επίσης σημείωσε ότι «όλες αυτές οι διατάξεις για τις οποίες μας κατηγορεί η αντιπολίτευση, όπως η αύξηση ΦΠΑ, ο φόρος στο κρασί, η κατάργηση της επιστροφής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, η φορολόγηση των επιδοτήσεων και μία σειρά άλλα, είναι διατάξεις που έχει ψηφίσει η αντιπολίτευση. Οι νόμοι 4334 και 4336 ψηφίστηκαν από ΠΑΣΟΚ, Νέα Δημοκρατία και άλλα κόμματα, μαζί με την κυβέρνηση, δεν είναι δυνατόν τώρα που έρχεται η στιγμή της υλοποίησης και της εφαρμογής αυτών των νόμων να θεωρούν ότι ξεχάστηκε η ψήφος τους και να κατηγορούν την κυβέρνηση».
Επίσης, με το νόμο 4172/2013 προβλεπόταν ότι οι επιδοτήσεις είχαν φορολογία. Εμείς μέσα στο 2015 φέραμε διάταξη και μέχρι 12.000 ευρώ τις επιδοτήσεις τις κάναμε αφορολόγητες … δεν είναι δυνατόν να μας κάνουν κριτική ακόμη και για αυτό», όπως είπε.
Παραδέχθηκε πάντως ότι «στο θέμα της φορολογίας των αγροτών υπάρχουν προβλήματα, υπάρχει μία μεγάλη γκρίζα ζώνη εισοδήματος, η οποία δεν φορολογείται όπως θα έπρεπε να φορολογηθεί, κάτι που δημιουργεί πρόβλημα πρώτα στους ίδιους τους αγρότες, γιατί δημιουργεί προβλήματα ανταγωνισμού. Ενας αγρότης που εκπληρώνει τις φορολογικές του υποχρεώσεις, σε σχέση με έναν άλλον που φοροδιαφεύγει, είναι σε μειονεκτική θέση, του κοστίζει πολύ περισσότερο η παραγωγή του».