Με άρθρο του στο News247, το μέλος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ και διευθυντής του γραφείου του υπουργού Επικρατείας Νίκου Παππά, Παναγιώτης Σκούτας, γράφει για τη νέα πόλωση μετά την εκλογή Μητσοτάκη και στέλνει μηνύματα προς το ΠΑΣΟΚ.
Μετά και την πρώτη αντιπαράθεση του Αλέξη Τσίπρα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη στη Βουλή, είναι ξεκάθαρο ότι το πολιτικό σκηνικό στη χώρα για το ορατό μέλλον έχει μετατραπεί σε μια πολιτική και ιδεολογική σύγκρουση ανάμεσα αφενός στις κοινωνικά προοδευτικές και ριζοσπαστικές απόψεις και αφετέρου στις νεοφιλελεύθερες επιλογές για την έξοδο της χώρας από την κρίση.
Σηματοδοτεί τη διαχωριστική γραμμή για ένα δημοκρατικό κράτος δικαιοσύνης , ισονομίας, και δικαιωμάτων με βαθιές μεταρρυθμίσεις στο πολιτικό σύστημα από ένα κράτος φαυλότητας, πελατειακό , ανομίας, διαφθοράς και διαπλοκής.
Αυτή η σύγκρουση και η αντίστοιχα διαγραφόμενη διαχωριστική γραμμή είναι αναπόφευκτες από τη στιγμή της εκλογής Μητσοτάκη στην αρχηγία της ΝΔ.
Όπως αναπόφευκτες διαφαίνονται και στον χώρο του “νέου κέντρου”, του ΠΑΣΟΚ του Ποταμιού και άλλων κινήσεων, όπως αυτός διαμορφώθηκε από το 2012 και μετά και δεδομένων των πιέσεων που ασκούνται στον χώρο να κοπεί κάθε γέφυρα με την Αριστερά.
Η μείζων αντίφαση που χαρακτηρίζει αυτό τον χώρο είναι ότι ενώ θεωρείται «κεντροαριστερά», ακολουθεί μια πολιτική νεοφιλελεύθερης προσκόλλησης στην ΝΔ.
Η μετατόπιση αυτή είναι απότοκος της ανάγκης του παλιού δικομματικού πολιτικού συστήματος να υπερβεί τα κοινωνικά αδιέξοδα των μνημονίων οδηγώντας τους υποχρεωτικά στην συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου.
Το πρόβλημα όμως έχει ακόμη βαθύτερα αίτια, ανάγεται στην αποδοχή εδώ και χρόνια μονεταριστικών επιλογών από το “εκσυγχρονιστικό” τμήμα της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη και στην Ελλάδα.
Που σήμανε την απεμπόληση των ιστορικών αναφορών αυτού του χώρου στο κοινωνικό κράτος και την εγκατάλειψη των κοινωνικών του στηριγμάτων.
Μέσα από την υλοποίηση των σκληρών νεοφιλελεύθερων πολιτικών των ετών 2012-2014, ο νεοφιλελευθερισμός επικράτησε και επίσημα ως λογική μέσα στο ΠΑΣΟΚ ενώ ακόμη ευκολότερα έγινε δεκτός από το Ποτάμι.
Παράλληλα, οι δεσμοί διαπλοκής κορυφαίων στελεχών με τα ΜΜΕ -δες συζήτηση για την αδειοδότηση καναλιών- και τα επιχειρηματικά συμφέροντα των ιδιοκτητών τους υπαγορεύουν πολιτικές στάσεις στην πιο συντηρητική κατεύθυνση.
Η εκλογή Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της ΝΔ ισχυροποιεί την νεοφιλελεύθερη πτέρυγα της σε βάρος της κεντροδεξιάς και λειτουργεί σαν μαγνήτης προς τις νεοφιλελεύθερες απόψεις που ήταν μέχρι σήμερα διάσπαρτες εκτός αυτής.
Παράλληλα η τακτική του “όχι σε όλα” με επιλεκτικές αναφορές στις μεταρρυθμίσεις που επιλέγουν μέχρι τώρα ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι είναι μια τακτική που μέσα στο πολιτικό μας σύστημα αντικειμενικά μπορεί να ασκηθεί πολύ καλύτερα από την αξιωματική αντιπολίτευση.
Για τους παραπάνω λόγους κρίνεται ως πολύ φυσιολογικό το γεγονός πως μετά την εκλογή Μητσοτάκη, το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι βρέθηκαν υπό μεγάλη πίεση με στόχο την απορρόφηση τους από τη ΝΔ, κάτι που επιβεβαιώνει και ο Άδωνις Γεωργιάδης μιλώντας για διεύρυνση προς την κεντροαριστερά.
Πίεση στην οποία φαίνεται να ανταποκρίνεται ασμένως ο Σταύρος Θεοδωράκης, που έσπευσε να δηλώσει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα μετατρέψει τους νεοδημοκράτες σε κεντρώους (…) και ταυτόχρονα, προηγούμενος ακόμα και της ΝΔ σε νεοφιλελεύθερο δογματισμό, ανοίγει θέμα άρσης της μονιμότητας στο Δημόσιο.
Αντίθετα η Φώφη Γεννηματά προσπαθεί να περιχαρακώσει τον κομματικό της χώρο.
Το πρόβλημα όμως, είναι στρατηγικό. Η πρόταση της «για μια ισχυρή σοσιαλδημοκρατική παράταξη» είναι κενή περιεχομένου εάν το ΠΑΣΟΚ στη Βουλή συνεχίσει να ταυτίζεται με τη ΝΔ, με την ακόμη πιο νεοφιλελεύθερη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Γεγονός που επιβεβαιώνεται απο τις ολοένα και εντονότερες άναρθρες κραυγές που εκστομίζονται από στελέχη της προς την αριστερά υπερκεράζοντας σε ρεβανσισμό και τυφλή επιθετικότητα ακόμη και τον Βορίδη.
Κάθε απόπειρα ανασυγκρότησης χρειάζεται ένα νέο όραμα, ένα νέο πολιτικό σχέδιο ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων, μια αυτοκριτική των ως τώρα πεπραγμένων, μια ανανέωση του πολιτικού προσωπικού.
Η εκτίμηση ότι η ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς θα στηριχθεί σε ένα “νέο διμέτωπο” με την δημιουργία νέου και ενιαίου κεντρώου κόμματος (…..) απέναντι στην αριστερά και στην δεξιά φανερώνει την πολιτική γύμνια της όλης προσπάθειας.
Σε συνθήκες υπαρκτής μετατόπισης της πολιτικής ατζέντας στην αντιπαράθεση Αριστεράς – Δεξιάς και ταυτόχρονα πολύχρονης κοινωνικής κρίσης, όπως αυτή που περνάμε σήμερα, χρειάζεται να τοποθετηθεί κανείς ξεκάθαρα.
Αν θα συμβάλει στην επαναφορά νεοφιλελεύθερων επιλογών που μας οδήγησαν μέχρι εδώ ή αν θα στηρίξει την κοινωνία, την αναδιανομή του πλούτου, την δημοκρατική ανασυγκρότηση του κράτους και της παραγωγής. Είναι φανερό ότι δεν μπορείς να πατάς σε δυο βάρκες για πολύ καιρό.
Τις όποιες αυταπάτες διέλυσε ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης με την ομιλία του στη Βουλή στη συζήτηση για το ασφαλιστικό, βάζοντας στην πρώτη γραμμή τις πιο καθαρές νεοφιλελεύθερες θέσεις.
Την υποστήριξη της “ρήτρας μηδενικού ελλείμματος”, την ιδιωτικοποίηση της κοινωνικής ασφάλισης, τη μείωση μισθών στο Δημόσιο.
Με τέτοιες θέσεις από την μια να είναι κυρίαρχες στην ατζέντα της ΝΔ, και από την άλλη με την συγκρότηση και ενίσχυση των ακροδεξιών θυλάκων στο εσωτερικό της ΝΔ, συμπεραίνουμε ότι η πολιτική και κοινωνική πόλωση θα είναι αναπόφευκτη ανεξάρτητα ακόμα και από την τακτική που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση.
Την πόλωση θα επιβάλλουν οι ίδιοι οι πολίτες που νιώθουν ήδη απειλούμενοι από το πρώτο δείγμα γραφής του νέου αρχηγού της ΝΔ.
Γι αυτό και δεν υπάρχει μεγάλος ενθουσιασμός και ανταπόκριση από πολιτικά στελέχη και κινήσεις στο κάλεσμα της κας Γεννηματά. Γιατί τα πολιτικά προβλήματα δεν λύνονται με οργανωτικές διαδικασίες.
Όσοι από την Ελληνική σοσιαλδημοκρατία έχουν αποφασίσει οριστικά την προσχώρηση τους στον νεοφιλελευθερισμό δείχνουν ξεκάθαρα την κατεύθυνση που θα ακολουθήσουν.
Άλλες φωνές πάλι στην κεντροαριστερά καλούν ήδη στην στήριξη του εγχειρήματος της κυβέρνησης της αριστεράς. Μεσαίος χώρος στο εσωτερικό του μεσαίου χώρου απλά δεν μπορεί να υπάρξει.
Αν λοιπόν στην Ελλάδα πρόκειται να συνεχίσει να υπάρχει πολιτική έκφραση της κεντροαριστεράς ή της σοσιαλδημοκρατίας, αυτή πρέπει να οριοθετηθεί από το νεοφιλελευθερισμό και τη συμμαχία με τη ΝΔ. Κάνοντας τις αναπόφευκτες ρήξεις με όσους ονειρεύονται να γίνουν αντιπρόεδροι της ΝΔ, ομότιμοι δηλαδή του κ. Γεωργιάδη.