«Τιμωρία» χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα θα είναι πιθανή «αποβολή» της Ελλάδας από τη Σένγκεν, τονίζει το αμερικανικό think tank, Stratfor. Γιατί φράχτες και αυστηρότερα μέτρα δεν λύνουν το πρόβλημα. Οι εναλλακτικές οδοί και η απαισιόδοξη πρόβλεψη.
Η προσφυγική/μεταναστευτική κρίση της Ευρώπης δεν δείχνει σημάδια άμβλυνσης και η Ευρωπαϊκή Ένωση αγωνίζεται να βρει τρόπο να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, γράφει το αμερικανικό think tank σε άρθρο του με τίτλο «Ελλάδα: Ο αποδιοπομπαίος τράγος μιας προσφυγικής κρίσης».
Οπως γράφει, οι αρχικές στρατηγικές για συνεργασία με την Τουρκία, ώστε να περιοριστεί ο αριθμός των αιτούντων άσυλο, και για μετεγκατάστασή τους σε όλη την Ευρώπη, είναι ξεκάθαρο πως έχουν αποτύχει.
Τώρα, τα κράτη-μέλη της ΕΕ ψάχνουν για εναλλακτικές προσεγγίσεις καθώς προσπαθούν να εμποδίσουν το κύμα των αιτούντων άσυλο από το να εισρεύσει στην Ευρώπη, και φαίνεται πως έχουν καταλήξει σε συμφωνία για το ποιος φταίει: η Ελλάδα.
Τις τελευταίες εβδομάδες, αρκετά μέλη της ΕΕ έχουν απειλήσει να αποβάλουν την Ελλάδα από τη Συνθήκη Σένγκεν, που καταργούσε τους συνοριακούς ελέγχους μεταξύ των χωρών που την είχαν υπογράψει. Όπως υποστηρίζουν χώρες όπως η Αυστρία, η Ελλάδα απέτυχε να περιφρουρήσει τα σύνορά της και θα πρέπει γι’ αυτό να τιμωρηθεί. Στις 27 Ιανουαρίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε έκθεση στην οποία αναφέρει πως η Ελλάδα «αμελεί σοβαρά τις υποχρεώσεις της» και πως υπάρχουν «σοβαρά ελλείμματα στην πραγματοποίηση των ελέγχων των εξωτερικών συνόρων».
Οι Βρυξέλλες έδωσαν στην Αθήνα τρεις μήνες για να βελτιώσει τους συνοριακούς ελέγχους, διαφορετικά κινδυνεύει να αποβληθεί από τη Σένγκεν. Όμως, το να διώξουν την Ελλάδα από τη Σένγκεν δεν θα έχει και μεγάλη επίπτωση στη μαζική εισροή προσφύγων/μεταναστών στην Ευρώπη, αφού η Ελλάδα δεν μοιράζεται σύνορα με καμία άλλη χώρα-μέλος της Σένγκεν.
Όμως, θα τιμωρούσαν την Ελλάδα με έμμεσο τρόπο: αν και οι αιτούντες άσυλο δεν θα επηρεαστούν από την κίνηση, οι Έλληνες πολίτες που ταξιδεύουν προς τη Δυτική Ευρώπη θα επηρεαστούν. Αν αρθεί η συμμετοχή της Ελλάδας στη Σένγκεν, οι πολίτες της χώρας θα αντιμετωπίζονται ως πολίτες τρίτων χωρών όταν πετούν σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτό υποδηλώνει πως η απειλή της αποβολής είναι ξεκάθαρα μια πολιτική κίνηση που στόχο έχει να πιέσει τις ελληνικές αρχές (μέσω των εξοργισμένων Ελλήνων ψηφοφόρων) να βελτιώσουν τους ελέγχους στα σύνορα με την Τουρκία. Ωστόσο, η στρατηγική αυτή ενέχει κινδύνους: αν η Ελλάδα αποβληθεί από τη Συνθήκη Σένγκεν, δεν υπάρχει εγγύηση ότι η οργή των ψηφοφόρων θα κατευθυνθεί αποκλειστικά και μόνο προς το κυβερνών κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ.
Μάλιστα, η αποβολή της Ελλάδας από τη Σένγκεν θα μπορούσε να πυροδοτήσει αντιευρωπαϊκά αισθήματα στην Ελλάδα, μειώνοντας τη λαϊκή στήριξη προς την ευρωζώνη και τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις που συνδέονται με αυτήν. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έχει μικρή μόνο πλειοψηφία στη Βουλή και αντιμετωπίζει διαδηλώσεις για το αμφιλεγόμενο σχέδιο μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος. Αν η ομάδα της Σένγκεν αποβάλει την Ελλάδα, τότε θα μπορούσε να καταρρεύσει η νυν κυβέρνηση, αν οι βουλευτές αρνηθούν να προχωρήσουν τις σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις, ως διαμαρτυρία έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό θα εκτροχίαζε το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας και θα αύξανε την αβεβαιότητα για το μέλλον της χώρας.
Τους επόμενους μήνες, η προσοχή της ελληνικής κυβέρνησης θα είναι στραμμένη σε δύο βασικά ζητήματα: στην αύξηση του αριθμού των αιτούντων άσυλο και την αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος διάσωσης από τους πιστωτές. Καθώς ο καιρός θα βελτιώνεται γύρω στον Μάρτιο-Απρίλιο, η Ελλάδα πιθανότατα θα δει τη ροή των προσφύγων/μεταναστών να αυξάνεται -εξέλιξη που θα συμπέσει με τις διαπραγματεύσεις της Αθήνας για την επόμενη δόση της οικονομικής βοήθειας και, δυνητικά, με κάποιου είδους ελάφρυνσης του χρέους της χώρας μελλοντικά. Ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας θα πρέπει να βρει τρόπο να χειριστεί αυτά τα ζητήματα, διατηρώντας παράλληλα την κοινωνική αναταραχή σε ανεκτό επίπεδο.
Ο Τσίπρας ελπίζει να συνδέσει την προσφυγική κρίση με το πρόγραμμα διάσωσης της χώρας, ζητώντας μεγαλύτερη ευελιξία στην εφαρμογή των οικονομικών μεταρρυθμίσεων, εν μέσω των επιπλέον προσπαθειών της Αθήνας να αντιμετωπίσει τη μαζική εισροή προσφύγων/μεταναστλών. Όμως η στρατηγική του δεν είναι αποτελεσματική, κυρίως διότι οι κυβερνήσεις της Βόρειας Ευρώπης συνδέουν τα δυο ζητήματα με πολύ διαφορετικό τρόπο. Πολλοί συντηρητικοί πολιτικοί της Βόρειας Ευρώπης αρνούνται να υποκύψουν στα αιτήματα μιας χώρας που, από τη δική τους οπτική γωνία, δεν κάνει αρκετά για να μετριάσει την προσφυγική/μεταναστευτική κρίση. Αν και η Ελλάδα τελικά θα καταφέρει να εξασφαλίσει κάποια μορφή ελάφρυνσης χρέους, αυτό θα συμβεί παρά την προσφυγική/μεταναστευτική κρίση, και όχι λόγω αυτής.
Βρίσκοντας άλλους τρόπους για να απομονωθεί η Ελλάδα
Έτσι, τα μέλη της ΕΕ ψάχνουν για εναλλακτικούς τρόπους να απομονώσουν την Ελλάδα από την υπόλοιπη Ευρώπη. Μια επιλογή που βρίσκεται στο τραπέζι είναι η ενίσχυση των συνοριακών ελέγχων μεταξύ της ΠΓΔΜ και της Ελλάδας, με τις χώρες της ΕΕ να συμβάλουν με επιπλέον συνοριοφύλακες και με εξοπλισμό. Ο στόχος της πρότασης αυτής είναι να «αποκοπεί» ο βαλκανικός προσφυγικός δρόμος, ο οποίος συνδέει την Ελλάδα με την Αυστρία και τη Γερμανία. Η κυβέρνηση της ΠΓΔΜ έχει καλωσορίσει την ιδέα, προσθέτοντας πως τα Σκόπια είναι ανοικτά σε βοήθεια από την ΕΕ για την άμβλυνση της πίεσης που έχουν δημιουργήσει στη χώρα οι προσφυγικές/μεταναστευτικές ροές.
Όμως το σχέδιο είναι περίπλοκο, πολιτικά τουλάχιστον, διότι αυτό θα σήμαινε πως η Ευρωπαϊκή Ένωση θα βοηθά μια χώρα που δεν είναι μέλος (ΠΓΔΜ), βλάπτοντας μια χώρα που είναι μέλος της (Ελλάδα). Επιπλέον, δεν επιτρέπεται στη Frontex να δραστηριοποιείται σε χώρες μη μέλη. Αυτά τα ζητήματα καθιστούν απίθανο η ΕΕ και η ΠΓΔΜ να καταλήξουν σε συμφωνία.
Η ΠΓΔΜ θα συνεχίσει πιθανότατα να δέχεται προσωπικό και υλική βοήθεια μέσω διμερών συμφωνιών με μεμονωμένες χώρες. Σύμφωνα με το Politico, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ ενημέρωσε τον πρωθυπουργό της Σλοβενίας Μίρο Τσέραρ ότι επειδή η ΠΓΔΜ δεν είναι μέλος της ΕΕ, άλλα κράτη-μέλη θα πρέπει να καταλήξουν σε διμερείς συμφωνίες με τα Σκόπια, αν επιθυμούν να στείλουν τις αστυνομικές τους δυνάμεις στα Σκόπια.
Αν επιβεβαιωθεί η πληροφορία αυτή θα υποδήλωνε ότι η Κομισιόν στηρίζει τη διμερή προσέγγιση για το μπλοκάρισμα του βαλκανικού μεταναστευτικού δρόμου. Μάλιστα, κάποιοι διμερείς διακανονισμοί έχουν ήδη γίνει: στις αρχές Ιανουαρίου, για παράδειγμα, η κυβέρνηση της Ουγγαρίας έστειλε 31 αστυνομικούς για να βοηθήσουν τους συναδέλφους τους στην ΠΓΔΜ, ώστε να περιπούν στα σύνορα Ελλάδας-ΠΓΔΜ για ένα μήνα.
Αν η ΠΓΔΜ ενισχύσει την ασφάλεια των συνόρων της, τότε η Ελλάδα θα επωμιστεί το μεγαλύτερο βάρος διότι οι αιτούντες άσυλο δεν θα σταματήσουν να έρχονται από την Τουρκία, αλλά απλά θα δυσκολεύονταν περισσότερο να κινηθούν προς τα βόρεια, πέραν της Ελλάδας. Αυτό πιθανότατα θα επιδείνωνε την αναταραχή στην Ελλάδα, βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον, καθώς οι πρόσφυγες/μετανάστες θα εγκλωβίζονταν στα ελληνικά σύνορα. Ωστόσο, η κατάσταση πιθανότατα θα επιλυόταν από μόνη της με την πάροδο του χρόνου, αφού οι περισσότεροι αιτούντες άσυλο δεν θέλουν να μείνουν στην Ελλάδα.
Στην περίπτωση που το ταξίδι μέσω της ΠΓΔΜ δεν είναι πλέον επιλογή, πολλοί πρόσφυγες/μετανάστες θα έψαχναν για εναλλακτικούς δρόμους για να φτάσουν στην Ευρώπη, όπως για παράδειγμα μέσω της Αλβανίας και της Βουλγαρίας.
Μελλοντικά η Μαύρη Θάλασσα θα μπορούσε να αντικαταστήσει το Αιγαίο ως προσφυγικός/μεταναστευτικός δρόμος, και ορισμένοι αιτούντες άσυλο μπορεί να επιστρέψουν και στον αρχικό μεταναστευτικό δρόμο μέσω της κεντρικής Μεσογείου. Αν το κάνουν αυτό, η Ιταλία μπορεί να βρεθεί και πάλι στο επίκεντρο της προσφυγικής/μεταναστευτικής κρίσης της Ευρώπης, και χώρες όπως η Αυστρία, η Γαλλία, η Ελβετία και η Σλοβενία θα έστρεφαν την προσοχή τους στο κλείσιμο των συνόρων τους με την Ιταλία.
Δεν βρίσκεται ακόμα λύση
Στο τέλος, η Ευρώπη πιθανότατα δεν θα μπορέσει να βρει μια ενιαία, συνολική λύση για την προσφυγική/μεταναστευτική κρίση. Αντιθέτως, όπως έχει προβλέψει το Stratfor, η απάντηση της ΕΕ ήταν ένας συνδυασμός αποφάσεων σε επίπεδο ΕΕ που δεν εφαρμόζονται σωστά και μονομερών μέτρων από τα κράτη-μέλη. Αν και οι διαπραγματεύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα συνεχίσουν, οι χώρες θα προσπαθήσουν να γίνουν προοδευτικά λιγότερο ελκυστικές για αυτούς που ζητούν άσυλο εντός των συνόρων της Ευρώπης, είτε αυστηροποιώντας τα μέτρα ασφαλείας τους, είτε μειώνοντας τα κοινωνικά επιδόματα για τους ξένους.
Εν τω μεταξύ, ασχέτως εάν η Ελλάδα αποβληθεί από τη Σένγκεν ή όχι, τα κράτη-μέλη της ΕΕ πιθανότατα θα εκμεταλλευτούν την αποτυχία της Ελλάδας να ελέγξει τα σύνορά της για να δικαιολογήσουν αυστηρότερα μέτρα ελέγχων των δικών τους συνόρων, για πιο μακρές χρονικές περιόδους. Αυτό θα ήταν ένας τρόπος για να διατηρηθεί η Συνθήκη Σένγκεν, κατ’ όνομα τουλάχιστον, μέχρι να επανέλθουν οι συνοριακοί έλεγχοι στην Ευρώπη.
Τέτοια μέτρα θα μπορούσαν να αποτρέψουν τους οικονομικούς μετανάστες που ταξιδεύουν στην Ευρώπη αναζητώντας μια καλύτερη ζωή και όχι για να ξεφύγουν από τον πόλεμο και τις διώξεις. Συνεπώς, άνθρωποι από τα Δυτικά Βαλκάνια ή τη Βόρεια Αφρική θα είναι δυσκολότερο να φτάσουν στη Βόρεια Ευρώπη. Όμως, οι Σύριοι, που εξακολουθούν να αποτελούν τη μεγαλύτερη ομάδα αιτούντων άσυλο εξακολουθούν να προστατεύονται από τη διεθνή νομοθεσία.
Ακόμα και αν εφαρμοστούν αυστηρότεροι κανόνες για τους πρόσφυγες/μετανάστες, η επιβολή τους θα συνεχίσει να είναι προβληματική. Χώρες όπως η Γερμανία έχουν αυξήσει τις τελευταίες εβδομάδες τις απελάσεις, όμως μόνο ένα μικρό μέρος των ανθρώπων που έχουν απορριφθεί οι αιτήσεις ασύλου τους έχουν αποβληθεί στην πραγματικότητα από τα κράτη αυτά.
Ο επικεφαλής του συνδικάτου των αστυνομικών της Γερμανίας, όπως αναφέρει το euro2day, πρόσφατα παραδέχθηκε πως πρόσφυγες/μετανάστες που απελαύνονται προς την Αυστρία, συχνά επιστρέφουν λίγες ώρες αργότερα στη Γερμανία. Έτσι, αν και οι συνοριακοί έλεγχοι, οι φράχτες και η αυστηρότερη νομοθεσία πιθανότατα θα μειώσουν τον αριθμό των προσφύγων/μεταναστών που φτάνουν στην Ευρώπη, ωστόσο επ’ ουδενί δεν θα λύσουν παντελώς τη συνεχιζόμενη κρίση της Ευρώπης.