Την πρόθεση της ελληνικής κυβέρνησης να καταστήσει τη χώρα ενεργειακό κέντρο της περιοχής, τονίζει ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς, επισημαίνοντας ότι «αυτό θα αναβαθμίσει τις γεωπολιτικές και γεωοικονομικές δυνατότητές μας», «θα μας δώσει τη δυνατότητα να έχουμε ενέργεια σε ανταγωνιστικό κόστος και τιμές», και «θα συμβάλει στη σταθερότητα στην περιοχή».
Σε συνέντευξή του στην «Αυγή», στην οποία αναφέρεται στην έντονη και πολυσχιδή διπλωματική δραστηριότητα που αναπτύσσεται με έμφαση στη Μέση Ανατολή και τη ΝΑ Μεσόγειο, ο κ. Κοτζιάς, προσθέτει επίσης, ότι η Αθήνα προσβλέπει «σε τροφοδοσία των σταθμών και των αγωγών από το Ιράν, το Αζερμπαϊτζάν, την Ανατολική Μεσόγειο, το Ιράκ και τις κουρδικές περιοχές, τη Ρωσία και τις ΗΠΑ» και τονίζει: «Η ενεργητική εξωτερική πολυδιάστατη πολιτική μας εκφράζεται και στο πεδίο της ενεργειακής διπλωματίας».
Η Ελλάδα γνωρίζει καλά τη Μέση Ανατολή, «είναι χώρα που “μυρίζει” έγκαιρα τις εξελίξεις και διακρίνει τις προοπτικές στην περιοχή», λέει σε άλλο σημείο ο υπουργός Εξωτερικών και επισημαίνει τις καλές σχέσεις με όλες τις χώρες τις περιοχής και ότι «αυτές αποδέχονται το ρόλο μας ως κράτους που διαμεσολαβεί και προωθεί μακριά από τη δημοσιότητα διαπραγματεύσεις ανάμεσα σε μέρη με αντιθέσεις».
Στην ίδια συνέντευξη, αναφέρεται, μεταξύ άλλων, και στις προϋποθέσεις για την επίλυση του Κυπριακού, λέγοντας ότι για να είναι θετική η κατάληξη των διαπραγματεύσεων που διεξάγονται υπό την αιγίδα του ΟΗΕ «χρειάζεται να διασφαλιστεί η επάρκεια δικαιωμάτων και ασφάλειας για όλες τις πλευρές».
Τονίζει ότι τις επιλογές, αποφάσεις και συμφωνίες τις κάνει η Κυπριακή Δημοκρατία, «εμείς τις υποστηρίζουμε χωρίς ναι μεν ή αλλά», και λέει ότι «κόκκινη γραμμή» της Αθήνας είναι η λύση του Κυπριακού να είναι δίκαιη και ορθή, και πως «ασφαλώς και δεν θα επιτρέψουμε οποιαδήποτε προσπάθεια επιβολής από τα έξω ακραίων χρονοδιαγραμμάτων ή κακών λύσεων που θα καταλήξουν σε κακό αποτέλεσμα».
Ακόμα αναφερόμενος στο προσφυγικό, λέει ότι «η Ελλάδα πληρώνει τις επιλογές τρίτων, όσων δηλαδή αποφάσισαν να κάνουν πόλεμο στη Λιβύη και τη Συρία» και ότι «μας πρόσθεσε ένα ακόμα πρόβλημα μέσα στην κρίση», όχι μόνο οικονομικό αλλά και βαθιά ανθρωπιστικό. Προθέτει ότι κάποιοι θέλουν «να μας χρεώσουν όλες τις αρνητικές επιπτώσεις των δικών τους αδυναμιών και επιλογών», επισημαίνει ότι ακόμα και οι ΗΠΑ, που είναι το πιο οργανωμένο καπιταλιστικό κράτος, δεν μπορούν να αποτρέψουν τις δεκάδες εκατομμυρίων ροές μεταναστών από τον ισπανόφωνο κόσμο στο εσωτερικό τους, και καταλήγει:
«Η ζωή βέβαια έχει μεγαλύτερη φαντασία από εμάς. Γεννά αντιθέσεις και αντιφάσεις. Με το προσφυγικό μας πρόσθεσε προβλήματα, αλλά ταυτόχρονα ενδυνάμωσε τη σημασία μας. Προκειμένου να τονιστεί το δεύτερο, χρειάζεται να μην αφήσουμε τρίτους να “διαπραγματεύονται” για εμάς, ακόμα και εις βάρος μας. Αντίθετα, οφείλουμε, και αυτό κάνουμε, να μιλάμε με όλους και απευθείας. Αυτό δυστυχώς δεν γινόταν τα προηγούμενα χρόνια».