Η Λαϊκή Ενότητα θα αναδειχθεί τρίτη πολιτική δύναμη στις επικείμενες εκλογές και αυτό θα έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς θα αποτελεί την αντιπολίτευση στην κυβέρνηση που θα σχηματιστεί πιθανότατα από το ΣΥΡΙΖΑ και τη Νέα Δημοκρατία και που θα υλοποιήσει τους όρους λιτότητας και μεταρρυθμίσεων από το τρίτο δανειακό πρόγραμμα για την Ελλάδα, το οποίο απορρίπτει απολύτως το κόμμα του, τονίζει ο πρόεδρος της Λαϊκής Ενότητας, Παναγιώτης Λαφαζάνης, σε μακρά συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα Βίνερ Τσάιτουνγκ.
Όπως προσθέτει, υπάρχει ακόμη ένας σημαντικός λόγος για τον οποίο το κόμμα του πρέπει να είναι η αξιωματική αντιπολίτευση στη νέα Βουλή, διότι διαφορετικά το ρόλο αυτό θα μπορούσε, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, να διεκδικήσει η ακροδεξιά Χρυσή Αυγή, κάτι που εγκυμονεί πολύ μεγάλους κινδύνους και πρέπει οπωσδήποτε να αποτραπεί.
Η εκλογή της Λαϊκής Ενότητας συνιστά την καλύτερη δημοκρατική απάντηση, καθώς προσφέρει προοπτικές και ελπίδα για την Ελλάδα, ενώ αντίθετα η Χρυσή Αυγή ενσαρκώνει το νεοφασισμό, την ακροδεξιά, την ξενοφοβία, τη μισαλλοδοξία, και αυτό είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να συμβεί στη χώρα, αναφέρει.
Προσδιορίζοντας την ταυτότητα του κόμματός του, σημειώνει ότι αποτελεί ένα μέτωπο αριστερών, δημοκρατικών και πατριωτικών δυνάμεων στην Ελλάδα, οι οποίες τοποθετούνται εναντίον της εφαρμοζόμενης λιτότητας που φτωχοποιεί και εξαθλιώνει ολοένα και περισσότερο τη χώρα και οι οποίες θέλουν να οδηγήσουν την Ελλάδα σε έναν άλλο δρόμο. Ο ίδιος προσωπικά αυτοπροσδιορίζεται ως ριζοσπάστης αριστερός, ως βαθιά δημοκρατικός άνθρωπος και ως πατριώτης με την καλή έννοια.
Στη συνέντευξή του ο Παναγιώτης Λαφαζάνης τονίζει ότι το Βερολίνο ως «κέντρο του γερμανικού κατεστημένου» προξενεί μεγάλα δεινά σε ολόκληρη την Ευρώπη, που είναι μια γερμανική Ευρώπη, μια κατευθυνόμενη από τη Γερμανία Ευρωπαϊκή Ένωση, που δεν έχει μέλλον. Το κόμμα του είναι εναντίον της πολιτικής των περικοπών και της λιτότητας που διαμορφώνεται και υπαγορεύεται κυρίως από το Βερολίνο, εναντίον της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, της μείωσης μισθών και συντάξεων και της περαιτέρω αποδόμησης και υπονόμευσης του κοινωνικού κράτους.
Το ευρώ δεν μπορεί να έχει μέλλον, με άνισες οικονομίες δεν μπορεί να υπάρξει πουθενά κοινό νόμισμα, προσθέτει, διότι το ευρώ δημιουργήθηκε με γερμανικά κριτήρια και πρότυπα, υπηρετώντας αναμφίβολα τα συμφέροντα της Γερμανίας και αυτό είναι τραγικό για ολόκληρη την Ευρώπη, ιδιαίτερα για τις φτωχότερες και τις πιο αδύναμες χώρες της Ευρωζώνης, στην οποία η Ελλάδα δεν μπορεί να ξεπεράσει την κρίση και να επιστρέψει επιτέλους στο δρόμο της ανάπτυξης, αναφέρει.
Για το κόμμα του, κανένα νόμισμα δεν είναι «φετίχ» και δεν θα είχε κανένα πρόβλημα με το ευρώ εάν μπορούσε να υλοποιήσει το πρόγραμμά του μέσα στο ευρώ, κάτι που είναι δυνατό μόνον με μια ρήξη στην Ευρωζώνη και στην ΕΕ, υπό την προϋπόθεση ότι μια χώρα, ή μια ομάδα χωρών της Ευρωζώνης, θα χαράξουν έναν εναλλακτικό δρόμο, κάτι που δεν έχει συμβεί έως τώρα.
«Δεν είμαστε μανιακοί της ρήξης», διαβεβαιώνει ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, προσθέτοντας ότι η Λαϊκή Ενότητα δεν θέλει τη ρήξη χάριν της ρήξης, αλλά θέλει να ξεπεράσει η χώρα την κρίση και να επιστρέψει σιγά – σιγά στην ανάπτυξη, κάτι που με την τωρινή πολιτική, για την οποία μια ιδιαίτερη ευθύνη φέρει το γερμανικό κατεστημένο, θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε ρήξη με την Ευρωζώνη.
Στη συνέχεια της συνέντευξής του επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι ο Αλέξης Τσίπρας συμφώνησε με τους πιστωτές της Ελλάδας ένα δανειακό πρόγραμμα με όρους λιτότητας και μεταρρυθμίσεων που συνιστούν ένα μεγάλο κακό για τη χώρα και ο ίδιος φοβάται πως με αυτό το πρόγραμμα δίνεται η χαριστική βολή στην Ελλάδα, στην οικονομία της και στον ελληνικό λαό, για αυτό και τώρα ο Τσίπρας και η Λαϊκή Ενότητα ακολουθούν χωριστούς δρόμους.
Τονίζει, επίσης, ότι δεν τον απασχολεί καθόλου το τι προτείνει ανοιχτά ή όχι, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, καθώς, όπως σημειώνει, θεωρεί ότι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε εκπροσωπεί τα πλέον αντιδραστικά συμφέροντα της Γερμανίας, όπως επίσης ότι δεν τον ενδιαφέρουν ούτε οι πεποιθήσεις, ούτε οι προτάσεις του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για την Ελλάδα, διότι δεν έχει να κάνει τίποτε μαζί του και οι δυο τους είναι όπως «ο διάβολος και το λιβάνι».