Την ώρα που το Eurogroup τορπίλισε τις ελπίδες της ελληνικής κυβέρνησης για ολιγοήμερη παράταση του τρέχοντος προγράμματος ώστε να πραγματοποιηθεί η διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, ο Αλέξης Τσίπρας διεμήνυε στην Γερμανίδα Καγκελάριο, Άνγκελα Μέρκελ και τον Γάλλο πρόεδρο, Φρανσουά Ολάντ ότι ο ελληνικός λαός έχει οξυγόνο να αναπνεύσει την ερχόμενη εβδομάδα.
Άπαντες πλέον έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στη συνάντηση που θα έχει ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι με το ελληνικό οικονομικό επιτελείο, καθώς στη Φρανκφούρτη έχουν βασιστεί οι τελευταίες ελπίδες για ανάσα ρευστότητας μέσω της αύξησης του ELA για την εκρηκτική ερχόμενη εβδομάδα, μέχρι την Κυριακή 5 Ιουλίου, ημέρα του μεγάλου «Όχι» ή του «Ναι».
Ο Αλέξης Τσίπρας επιχειρεί με το «υπερόπλο» του δημοψηφίσματος, όπως το είχε χαρακτηρίσει στο παρελθόν ο Νίκος Φίλης, να κάνει μία μεγάλη ρελάνς στο τελεσίγραφο των πιστωτών στο Eurogroup.
Αυτό εξάλλου τόνιζαν ανώτατοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι σε πηγαδάκια στη Βουλή, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι «σε μία τέτοια διαπραγμάτευση τα χαρτιά ανοίγονται ένα ένα και την κατάλληλη στιγμή».
Με τη δημοκρατική προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία για την πρόταση που κατέθεσαν οι Θεσμοί, ο Έλληνας πρωθυπουργός γνωρίζει ότι ουσιαστικά αφήνει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων ως μοναδική επιλογή με τις υπάρχουσες συνθήκες την επώδυνη ελληνική πρόταση, της οποίας το πολιτικό κόστος έχει τονίσει ότι θα σηκώσει.
Έχοντας επί τάπητος στις Βρυξέλλες την ελληνική πρόταση, στο Μέγαρο Μαξίμου αναμένουν παρά τις όποιες διαψεύσεις από την πλευρά του Ντάισελμπλουμ, την κατάθεση νέας πρότασης.
Παράλληλα ωστόσο, όπως έχει διαφανεί και από τα όσα έχουν γίνει γνωστά από τις Βρυξέλλες, η ρελάνς με το δημοψήφισμα έχει γρατζουνίσει τα αντανακλαστικά της φράξιας των δανειστών – και όχι μόνο – που τάσσονται υπέρ της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους.
Το θέμα ήδη έθεσε ορθάνοιχτα η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, τονίζοντας ότι πρέπει να ανοίξει το θέμα της χρηματοδότησης και της βιωσιμότητας του χρέους, ενώ νωρίτερα την Πέμπτη ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ είχε κινηθεί σε αυτή τη γραμμή.
Κορυφαίος υπουργός σημείωνε στο tribune ότι η κατάσταση στο Eurogroup ήταν ιδιαίτερα τεταμένη, αλλά όχι μόνο σε βάρος της Ελλάδας, καθώς το εμφανιζόμενο ως ομοιογενές γκρουπ ενάντια στην κυβέρνηση έχει εμφανίσει πολλαπλά ραγίσματα με αφορμή τις συγκρούσεις για το χρέος.
Ο πρωθυπουργός έχει καταστήσει σαφές τόσο στο εσωτερικό, όσο και στις τάξεις των πιστωτών, ότι θα σπαταλήσει μέρος του πολιτικού του κεφαλαίου, αποδεχόμενος μία επώδυνη συμφωνία υπό την προϋπόθεση να περιέχει πρόβλεψη για το χρέος και ένα αναπτυξαικό πακέτο ως αντιστάθμισμα για τα υφεσιακά μέτρα και προς τα εκεί πιέζει.
Παράλληλα, μέσα από τη συζήτηση στη Βουλή, ο Αλέξης Τσίπρας επιδιώκει την ιδεολογική και επιχειρηματολογική ταύτιση των κομμάτων της αντιπολίτευσης και κυρίως των ΝΔ και ΠΑΣΟΚ με τους πιστωτές, καθώς σε κάθε άλλη περίπτωση το μοναδικό «κενό» που μένει είναι στο πλευρό της κυβέρνησης.
Επιπλέον, μέσα από τη βάσανο του δημοψηφίσματος ο Έλληνας πρωθυπουργός (και οι άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες, ας το κρατήσουμε αυτό) εμφανίζει την κυβέρνηση να κορυφώνει την σκληρή διαπραγμάτευση για την οποία είχε προεκλόγικά δεσμευθεί, ικανοποιώντας το εσωτερικό της κυβέρνησης και του κόμματός του που απειλούσε να καταψηφίσει τη συμφωνία όταν αυτή έρθει στη Βουλή.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι παρά το γεγονός ότι συντηρείται η ρητορική για ρήξη, από το Μέγαρο Μαξίμου δεν κάνουν επ’ ουδενί λόγο για ενδεχόμενη έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, καθώς υπογραμμίζουν χαρακτηριστικά «η ρητορική αυτή που τροφοδοτείται από το μπλοκ που έχει συνασπιστεί γύρω από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και λειτουργεί καταφανώς πλέον ως πολιορκητικός κριός στην όποια συμφωνία μπορεί να επιτευχθεί, ναρκοθετώντας διαρκώς τις συνομιλίες, ενώ αναπαράγεται από μερίδα του Τύπου που εκπροσωπεί συγκεκριμένα συμφέροντα στο εσωτερικό».
Το μόνο σίγουρο είναι ότι τίποτα, μα τίποτα δεν έχει τελειώσει. Και σίγουρα η ευρωπαϊκή προσήλωση της κυβέρνησης…