Η Τουρκία απέκλεισε την πρόσβαση σε δύο διεθνείς δημόσιους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς, επιφέροντας πλήγμα στην ελευθερία της έκφρασης στη χώρα και διακινδυνεύοντας νέες εντάσεις με τη Δύση.
Ειδικότερα, το Ανώτατο Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο της Τουρκίας (RTÜK) απέκλεισε την πρόσβαση στην τουρκική υπηρεσία του αμερικανικού κρατικού δικτύου Voice of America και του γερμανικού δημόσιου δικτύου Deutsche Welle διότι δεν υπέβαλαν αιτήσεις ώστε να τους χορηγηθούν άδειες μετάδοσης περιεχομένου, όπως απαιτεί ο τουρκικός εποπτικός φορέας των ηλεκτρονικών και ψηφιακών μέσων ενημέρωσης, δήλωσε μέλος του χθες Πέμπτη.
Τα δύο μέσα αρνήθηκαν να συμμορφωθούν με το αίτημα για λήψη άδειας μετάδοσης περιεχομένου υποστηρίζοντας ότι η ρύθμιση από το Ανώτατο Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο της Τουρκίας θα οδηγούσε σε απαιτήσεις που θα ισοδυναμούσαν με λογοκρισία.
Μετά την απόφαση ο διευθυντής της DW Πέτερ Λίμπουρκ δήλωσε ότι η εταιρεία είχε εξηγήσει σε συζητήσεις με το RTÜK γιατί δεν μπορούσε να συμμορφωθεί με το αίτημα για λήψη άδειας, συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι τα αδειοδοτημένα μέσα ενημέρωσης στην Τουρκία έχουν την υποχρέωση να διαγράψουν περιεχόμενο που η τουρκική αρχή κρίνει ακατάλληλο.
«Αυτό είναι απλώς απαράδεκτο για έναν ανεξάρτητο ραδιοτηλεοπτικό φορέα», είπε. «Η DW θα κινηθεί νομικά κατά του αποκλεισμού που έχει γίνει τώρα».
Μετά την ανακοίνωση, τόσο η DW όσο και η VOA δημοσίευσαν οδηγίες μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης σχετικά με πώς οι χρήστες μπορούν να παρακάμψουν την απαγόρευση χρησιμοποιώντας εικονικά ιδιωτικά δίκτυα και άλλες τεχνολογίες του είδους.
Τα περισσότερα από τα μέσα ενημέρωσης με απήχηση στην Τουρκία θεωρούνται προσκείμενα στην κυβέρνηση και η κάλυψή τους είναι χωρίς εξαίρεση ευνοϊκή για τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και τους πολιτικούς του συμμάχους.
Αρκετοί Τούρκοι καταφεύγουν σε εναλλακτικές πηγές, ορισμένες στο εξωτερικό, και στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης για να ενημερώνονται.
Το RTÜK, στο οποίο κυριαρχούν το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης & Ανάπτυξης (AKP) και οι σύμμαχοί του, ανακοινώνει συχνά πρόστιμα σε μέσα ενημέρωσης που επικρίνουν την κυβέρνηση.
Είχε απειλήσει φέτος ότι θα μπλοκάρει την πρόσβαση στα δύο μέσα μετά από μια διαμάχη με τα ειδησεογραφικά πρακτορεία σχετικά με τις δραστηριότητές τους στην Τουρκία.
Η τουρκική Αρχή υποστήριξε ότι τα ξένα μέσα θα πρέπει να συμμορφωθούν με νόμο που απαιτεί από τους διαδικτυακούς ραδιοτηλεοπτικούς φορείς να διαθέτουν άδεια επειδή παρήγαγαν ζωντανά και on-demand ρεπορτάζ στην τουρκική γλώσσα, καθώς και γραπτά ρεπορτάζ.
Οι επικριτές θεώρησαν την κίνηση ως την τελευταία προσπάθεια της κυβέρνησης Ερντογάν να καταστείλει τις φωνές που διαφωνούν.
Ο Ιλχάν Τάστσι, μέλος του RTÜK που πρόσκειται στο Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP, αξιωματική αντιπολίτευση), ανέφερε μέσω Twitter πως η πρόσβαση στην τουρκική υπηρεσία των δύο μέσων αποκλείστηκε με δικαστική απόφαση κατόπιν αιτήματος του διοικητικού συμβουλίου φορέα.
Σύμφωνα με τον Τάστσι, την απόφαση έλαβε δικαστήριο της Άγκυρας με το σκεπτικό ότι τα δύο ξένα ΜΜΕ «δεν υπέβαλαν αιτήσεις για να τους χορηγηθούν άδειες».
«Ιδού η ελευθεροτυπία σας και η εμπεδωμένη δημοκρατία σας!», πρόσθεσε σαρκαστικά.
Το μπλόκο στα δύο μεγάλα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία είναι πιθανό να επιδεινώσει τις εντάσεις μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ τη στιγμή που ο Ερντογάν ζήτησε την έγκριση της Ουάσιγκτον για αγορά F-16.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχε σχολίασε τον Φεβρουάριο κατά της επικείμενης απαγόρευσης, αναφέροντας:
«Τα ελεύθερα μέσα ενημέρωσης είναι απαραίτητα για μια ισχυρή δημοκρατία».