Τουρκικό δικαστήριο διατήρησε ποινές φυλάκισης που είχαν επιβληθεί κατά πρώην δημοσιογράφων της αντιπολιτευόμενης εφημερίδας Cumhuriyet, μια ετυμηγορία που έρχεται σε αντίθεση με την απόφαση του Ακυρωτικού Δικαστηρίου το οποίο είχε ακυρώσει προηγούμενη καταδίκη.
Το δικαστήριο διατήρησε τις καταδίκες των 12 πρώην συνεργατών και διευθυντικών στελεχών της Cumhuriyet σε ποινές που φθάνουν έως τα οκτώ και πλέον χρόνια φυλάκισης γιατί «βοήθησαν τρομοκρατικές οργανώσεις», σύμφωνα με ανταποκρίτρια του Γαλλικού Πρακτορείου (AFP) που βρισκόταν στο δικαστήριο.
Ένας δέκατος τρίτος κατηγορούμενος, ο γαλλόφωνος αρθρογράφος Καντρί Γκιουρσέλ, αντιθέτως, αθωώθηκε.
Η απόφαση του δικαστηρίου δεν συνοδεύεται από ένταλμα σύλληψης, που σημαίνει ότι οι δημοσιογράφοι, οι οποίοι παρουσιάζονται ενώπιον του δικαστηρίου ελεύθεροι, δεν θα πρέπει να επιστρέψουν στη φυλακή.
Οι νέες ποινές που απαγγέλθηκαν σήμερα έρχονται σε αντίθεση με την απόφαση που είχε λάβει τον Σεπτέμβριο το Ακυρωτικό Δικαστήριο -το ανώτατο εφετείο της Τουρκίας- να ακυρώσει την καταδίκη των δημοσιογράφων κατά τη διάρκεια μιας πρώτης δίκης το 2018, που επιβεβαιώθηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας της έφεσης.
Ανάμεσα στους πρώην συνεργάτες της Cumhuriyet που καταδικάστηκαν είναι ο πρώην διευθυντής Σύνταξης Μουράτ Σαμπουντσού, ο σκιτσογράφος Μούσα Καρτ και ακόμη ο Αχμέτ Σικ, διάσημος ερευνητής δημοσιογράφος που έγινε βουλευτής της αντιπολίτευσης.
Η «υπόθεση Cumhuriyet», όπως είναι στο εξής γνωστή στην Τουρκία, δείχνει για τις ΜΚΟ τη διάβρωση της ελευθερίας του Τύπου υπό την προεδρία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, κυρίως μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα το 2016, το οποίο ακολούθησε μαζική καταστολή.
Στη δίκη αυτή που χαρακτηρίζουν «παράλογη», οι πρώην συνεργάτες της Cumhuriyet κατηγορούνται ότι βοήθησαν το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (ΡΚΚ) που χαρακτηρίζεται «τρομοκρατική» οργάνωση από την Άγκυρα, καθώς και τον ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν που κατηγορείται από την Τουρκία ότι εξύφανε το αποτυχημένο πραξικόπημα.
Πέρα από τη δικαστική δοκιμασία, η Cumhuriyet πέρασε μια δύσκολη μετάβαση πέρυσι με μια απότομη αλλαγή της διευθυντικής της ομάδας η οποία συνοδεύτηκε από την αποχώρηση των δημοσιογράφων που δικάστηκαν.
«Για μια ακόμη φορά, η δημοσιογραφία είναι αυτή που καταδικάζεται», αντέδρασε η διευθύντρια της ΜΚΟ Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRW) Έμα Σινκλέρ-Γουέμπ, μετά τη σημερινή απόφαση του δικαστηρίου.
«Είναι μια νέα σκανδαλώδης απόφαση που θα μείνει στην Ιστορία ως η απόδειξη ότι το τουρκικό δικαστικό σύστημα δεν λειτουργεί καλά», πρόσθεσε στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Η Τουρκία καταλαμβάνει την 157η θέση από τις 180 στην κατάταξη του 2019 της ελευθερίας του Τύπου που συντάσσουν οι Δημοσιογράφοι χωρίς Σύνορα.