Δεν πήραν αυτά που ζήτησαν από τον Αλέξη Τσίπρα οι καναλάρχες στη συνάντηση που είχαν με τον πρωθυπουργό και τον υπουργό Ψηφιακής Πολιτικής Νίκο Παππά. Το κατώφλι του Μαξίμου πέρασαν ο Γιάννης Βαρδινογιάννης (Star), o Θοδωρής Κυριακού (ΑΝΤ1), Δημήτρης Κοντομηνάς (Alpha) και ο Γιάννης Αλαφούζος (ΣΚΑΪ).
Στη συζήτηση αυτή (στην οποία ήταν και ο υπουργός Επικρατείας, αρμόδιος για τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου, Αλέκος Φλαμπουράρης) οι ιδιοκτησίες των τηλεοπτικών σταθμών κατέθεσαν μία σειρά από αιτήματα. Μεταξύ άλλων ζητούσαν:
1. Να μειωθεί ο κατώτατος αριθμός εργαζομένων ανά αδειοδοτημένο τηλεοπτικό σταθμό από τους 400 στους 300.
2. Να υπολογίζονται στον αριθμό των εργαζομένων και όσοι εργάζονται σε εταιρείες-υπεργολάβους των καναλιών.
3. Να χρεώνονται δορυφορικές πλατφόρμες και ΕΡΤ με 3 ευρώ ανά συνδρομητή το μήνα (δηλαδή γύρω στα 36 εκατ. ευρώ το χρόνο), τα οποία θα πιστώνονται οι τηλεοπτικοί σταθμοί.
4. Να αποσυρθεί η ΕΡΤ από τις διαφημίσεις.
5. Να καταργηθεί η εισφορά 1,5% υπέρ του κινηματογράφου.
6. Να αρθεί κάθε περιορισμός σε σχέση με την προέλευση κεφαλαίων.
7. Να μηδενιστεί ο φόρος διαφήμισης.
Σε όλα αυτά η στάση της κυβέρνησης ήταν αρνητική. Αυτό που θα πάρουν οι καναλάρχες είναι η «ισοστάθμιση» από την επιβάρυνση που θα έχουν για την διάσωση του Ταμείου των δημοσιογράφων, του ΕΔΟΕΑΠ.
Η μόνη ρύθμιση που θα υλοποιηθεί είναι η μείωση του Ειδικού Φόρου για τις Διαφημίσεις από το 20% στο 5% και αυτή προκειμένου να στηριχθεί η αυξημένη συμμετοχή των επιχειρήσεων του Τύπου στον πόρο για τη διάσωση του ΕΔΟΕΑΠ (εισφορά 2% επί του τζίρου). Μια ρύθμιση που –σύμφωνα και με τη σχετική έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, που κατατέθηκε στη Βουλή- επιφέρει μείωση των κρατικών εσόδων κατά 15 εκατ. ευρώ το 2018 (αφού προβλέπεται η εφαρμογή της από την 1η Απριλίου) και, ακολούθως, κατά 20 εκατ. ευρώ ετησίως.
Από τον φόρο αυτό, που –αν και νομοθετημένος, δεν εισπράχθηκε ποτέ επί ΝΔ και ΠΑΣΟΚ- η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ εισέπραξε περίπου 90 εκατ. ευρώ από το 2015 ως σήμερα. Επίσης, αναγνωρίζοντας ότι το βάρος του φόρου είναι σημαντικό, ο καταλογισμός του αποτέλεσε ένα αντιστάθμισμα στο γεγονός ότι από την εκλογή αυτής της Κυβέρνησης και μετά ήταν αδύνατο, για γνωστούς συνταγματικούς και πολιτικούς λόγους, να χρεωθεί τίμημα για τις άδειες.
Η ρύθμιση της μείωσης του φόρου θα ισχύει από 1η Απριλίου και θα αφορά προφανώς στους σταθμούς που θα έχουν αδειοδοτηθεί και θα λειτουργούν μετά το διαγωνισμό του ΕΣΡ. Εάν καθυστερήσει η αδειοδότηση, καθυστερεί και η μείωση του φόρου.
Η δε μείωση του, δεν αποτελεί «δώρο» στους καναλάρχες.
Το Δημόσιο θα ωφεληθεί από τα χρήματα που θα καταβληθούν για τις άδειες (24,5 εκατ. ευρώ ετησίως κατ’ ελάχιστο, αφού –σε περίπτωση που εκδηλωθεί αυξημένο ενδιαφέρον- το τίμημα θα αυξηθεί), καθώς και από τις επιπλέον εισφορές που θα εισπράξει και τους φόρους από την αύξηση της απασχόλησης στα πανελλαδικά κανάλια (όπου αυτή τη στιγμή εργάζονται περίπου 1.800 άτομα και θα αυξηθούν στα 2.800 μετά την αδειοδότηση). Το ισοζύγιο θα είναι, λοιπόν, ξεκάθαρα θετικό.
Τέλος, ανάλογα μέτρα θα ληφθούν για την στήριξη των μέσων Ενημέρωσης και στο διαδίκτυο και στο ραδιόφωνο αλλά και στον έντυπο Τύπο. Αρχίζει ένας εντατικός, συμπαγής και σύντομος διάλογος με τους ενδιαφερόμενους και θα καταλήξουμε πολύ σύντομα.