Σε μία σημαντική ανακάλυψη για την αντιμετώπιση του καρκίνου, που σκοτώνει εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίους κάθε χρόνο προχώρησαν επιστήμονες.
Ειδικότερα, μια εξέταση αίματος που μπορεί να ανιχνεύσει 10 τύπους καρκίνου, ακόμα και χρόνια προτού κάποιος αρρωστήσει, έχει τις δυνατότητες να συμβάλει καίρια στη έγκαιρη διάγνωση της ασθένειας και – κατά συνέπεια – στην αντιμετώπισή της.
Η εξέταση, που περιγράφεται από τους ειδικούς ως το «άγιο δισκοπότηρο» της αντικαρκινικής έρευνας, είναι απλή αλλά αποτελεσματική, αφού μπορεί να εντοπίσει πρώιμα σημάδια καρκίνου στο στήθος, τις ωοθήκες, τα έντερα και τους πνεύμονες.
Λειτουργεί εντοπίζοντας κυρίως ίχνη DNA που απελευθερώνονται στο ανθρώπινο σώμα από ταχέως αναπτυσσσόμενα καρκινικά κύτταρα.
Σε μια έρευνα στην οποία συμμετείχαν πάνω από 1.400 άτομα (561 χωρίς καρκίνο και 845 με πρόσφατη διάγνωση της ασθένειας) το τεστ αίματος σημείωσε το εντυπωσιακό ποσοστό ακρίβειας του 90%.
Στην ίδια έρευνα, ανάμεσα στους τέσσερις συμμετέχοντες χωρίς καρκίνο που βγήκαν «θετικοί», δύο γυναίκες διαγνώστηκαν με καρκίνο των ωοθηκών και του ενδομητρίου μόλις λίγους μήνες αργότερα.
Τα αποτελέσματα της έρευνας που εκπόνησαν επιστήμονες από το Ινστιτούτο Taussig για τον Καρκίνο στο Κλίβελαντ, θα παρουσιαστούν στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Κλινικής Ογκολογίας (ASCO) στο Σικάγο.
Σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα, το τεστ αίματος θα είναι διαθέσιμο στο κοινό μέσα σε διάστημα 5-10 ετών, εφόσον φυσικά περάσει από όλους τους απαιτούμενους ελέγχους.
«Πρόκειται πιθανώς για το “άγιο δισκοπότηρο” της αντικαρκινικής έρευνας, αφού δίνει τη δυνατότητα ανίχνευσης καρκίνων που είναι δύσκολο να θεραπευτούν, εκτός αν βρίσκονται σε αρχικό στάδιο. Ελπίζουμε ότι αυτή η εξέταση θα σώσει πολλές ζωές» τονίζει ο Δρ. Έρικ Κλάιν, επικεφαλής της έρευνας.
Όπως εξηγεί, οι περισσότεροι καρκίνοι εντοπίζονται σε μεταγενέστερο στάδιο, αλλά αυτή η «υγρή βιοψία» (όπως ονομάζεται η εξέταση) δίνει την ευκαιρία στους γιατρούς να τους ανιχνεύσουν μήνες ή ακόμα και χρόνια πριν εμφανιστούν τα πρώτα συμπτώματα.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, το τεστ φαίνεται να λειτουργεί καλύτερα στους καρκίνους των ωοθηκών και τους παγκρέατος, ενώ οι καρκίνοι στο στομάχι και στον προστάτη ήταν κάπως πιο δύσκολο να ανιχνευτούν.