


Το πρωί της Πέμπτης, 27 Φεβρουαρίου, δημοσιεύθηκε το πόρισμα του Εθνικού Οργανισμού Διερεύνησης Αεροπορικών και Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων (ΕΟΔΑΣΑΑΜ) σχετικά με το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη. Ακολούθησε συνέντευξη Τύπου για την παρουσίασή του.
Κατά την έναρξη της ομιλίας του, ο Πρόεδρος του σιδηροδρομικού τομέα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ, κ. Παπαδημητρίου, επισήμανε ότι ο οργανισμός είχε ιδρυθεί μόλις έναν μήνα πριν από το δυστύχημα, αλλά δεν είχε διοικητική δομή.
Προτού ξεκινήσει η παρουσίαση του πορίσματος, τόνισε την ανάγκη για μια ειλικρινή συγγνώμη προς τις οικογένειες των θυμάτων.
Το πόρισμα, το οποίο αριθμεί 180 σελίδες, επισημαίνει ότι βασικοί παράγοντες που συνέβαλαν στο τραγικό γεγονός ήταν η έλλειψη επενδύσεων στον σιδηρόδρομο και οι επιπτώσεις των μνημονιακών πολιτικών, που οδήγησαν στη δραστική μείωση του προσωπικού του ΟΣΕ.
«Η πολυετής αδιαφορία του ελληνικού κράτους για τον σιδηρόδρομο, σε συνδυασμό με την αποδυνάμωση του ΟΣΕ από εξειδικευμένο προσωπικό κατά τη διάρκεια των Μνημονίων, ήταν καθοριστικοί παράγοντες του δυστυχήματος», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Παπαδημητρίου.
Ο κ. Κώστας Καπετανίδης, προϊστάμενος της Μονάδας Διερευνήσεων του ΕΟΔΑΣΑΑΜ, ανέφερε ότι τα δύο τρένα κινούνταν εντός των επιτρεπόμενων ορίων ταχύτητας και ότι από τη σύγκρουση προκλήθηκε μια εκτεταμένη πυρκαγιά.
Τόνισε επίσης ότι την ημέρα του δυστυχήματος υπήρχαν πολλαπλές βλάβες και καθυστερήσεις στα δρομολόγια, ενώ ο σταθμάρχης της Λάρισας ήταν υπεύθυνος για τον χειροκίνητο έλεγχο των αλλαγών τροχιάς.
Ένα κρίσιμο λάθος σημειώθηκε όταν ο σταθμάρχης ξέχασε να τοποθετήσει τον διακόπτη 108 στη σωστή θέση, λόγω του μεγάλου όγκου επικοινωνιών που είχε να διαχειριστεί.
Επιπλέον, δεν χρησιμοποίησε την αυτοματοποιημένη διαδικασία για τον καθορισμό της διαδρομής της αμαξοστοιχίας IC-62, επιλέγοντας αντίθετα να ρυθμίσει χειροκίνητα τους διακόπτες, με αποτέλεσμα η αμαξοστοιχία να κατευθυνθεί λανθασμένα.
Ένα ακόμη μυστήριο παραμένει το γιατί ο μηχανοδηγός του τρένου δεν σταμάτησε, παρά την εσφαλμένη τροχιά που είχε λάβει.
Σύμφωνα με το πόρισμα, οι διαχρονικές ελλείψεις προσωπικού στον σιδηρόδρομο ήταν κρίσιμες, καθώς το 2020 η Ελλάδα είχε μόλις 0,5 εργαζόμενο ανά χιλιόμετρο γραμμής, ενώ ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι δύο εργαζόμενοι ανά χιλιόμετρο.
Το ίδιο έτος, οι δαπάνες για τη συντήρηση του δικτύου ανήλθαν μόλις στις 20.000 ευρώ.
Όσον αφορά τις συνθήκες του δυστυχήματος, το πόρισμα καταγράφει ότι από τη φωτιά που προκλήθηκε, οι απώλειες ζωών ανέρχονται σε 5-7 άτομα.
Παράλληλα, αναφέρεται πως δεν υπάρχει σαφής ένδειξη ότι ο τεχνικός εξοπλισμός του τροχαίου υλικού συνετέλεσε στη δημιουργία και εξάπλωση της φωτιάς.
Προσομοιώσεις δείχνουν την πιθανή ύπαρξη άγνωστου μέχρι στιγμής καυσίμου, χωρίς όμως να είναι δυνατό να προσδιοριστεί επακριβώς τι την προκάλεσε.
Ο κ. Αστέριος Αλεξάνδρου, προϊστάμενος Σιδηροδρομικών Δυστυχημάτων, επισήμανε την έλλειψη συντονισμού κατά τη διαδικασία έρευνας και διάσωσης, καθώς οι υπηρεσίες λειτούργησαν με ξεχωριστές εντολές.
Επιπλέον, η ανεπαρκής χαρτογράφηση του σημείου της τραγωδίας οδήγησε στην απώλεια κρίσιμων πληροφοριών για την ανάλυση των αιτίων.
Τέλος, ανέφερε ότι ο φόρτος εργασίας του σταθμάρχη είχε επιβαρυνθεί από μια σειρά τεχνικών βλαβών και αυξημένων επικοινωνιακών απαιτήσεων, καθιστώντας το έργο του ακόμα πιο δύσκολο.