Μόλις έναν μήνα πριν την έναρξη πώλησης του πετρελαίου θέρμανσης και ο κίνδυνος η τιμή του να διαμορφωθεί αρκετά πάνω από το 1,5 ευρώ το λίτρο είναι κάτι παραπάνω από ορατή.
Σε μία περίοδο όπου ο πληθωρισμός ειδικά στα τρόφιμα χτυπάει κόκκινο και αναμένεται τσουνάμι ανατιμήσεων μετά τις φονικές πλημμύρες της Θεσσαλίας, η θέρμανση στη φετινή χειμερινή περίοδο αναμένεται να προκαλέσει «πονοκέφαλο» στα νοικοκυριά.
Πολύ περισσότερο όταν δεν αναμένεται κρατική χείρα βοηθείας, όπως πέρυσι, που τέτοιες ημέρες είχε κατατεθεί στη Βουλή τροπολογία για επιδότηση στην αντλία με 25 λεπτά το λίτρο για το πετρέλαιο θέρμανσης, που εν τέλει έκανε εκκίνηση στα 1,37 -1,40 ευρώ το λίτρο.
Στην αγορά αναμένουν έναρξη πώλησης πετρελαίου θέρμανσης πάνω από το 1,5 ευρώ το λίτρο.
Όπως είπε χθες η πρόεδρος των βενζινοπωλών Αττικής, Μαρία Ζάγκα σε δηλώσεις της σε τηλεοπτικό σταθμό, «κάτω από 1,50 αποκλείεται να ξεκινήσει το πετρέλαιο θέρμανσης» ζητώντας επιδότηση στην αντλία.
Με το ράλι ανόδου που καταγράφει το τελευταίο διάστημα η διεθνής πετρελαϊκή αγορά και τη Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας να προειδοποιεί για αυξημένες διακυμάνσεις και υψηλότερες τιμές στο τελευταίο τρίμηνο του έτους, η θέρμανση φέτος θα είναι μια δύσκολη υπόθεση.
Πολύ περισσότερο που η κακοκαιρία «Daniel» εξανέμισε κάθε προσδοκία για την απορρόφηση των κραδασμών από το ράλι ανόδου των τιμών των καυσίμων.
Με περιορισμένους τους πόρους δεν πρέπει να αναμένεται κάτι περισσότερο από την περσινή περίοδο, που το ωστόσο το κονδύλι τόσο για το επίδομα θέρμανσης όσο και για την επιδότηση στην αντλία ήταν σημαντικό.
Σε κάθε περίπτωση το σχέδιο επιδότησης στην αντλία, ή επανάληψη του fuel pass δεν είχε μπει σε καμία περίπτωση στο τραπέζι για τη φετινή χρονιά ενώ για το πετρέλαιο θέρμανσης δεν θα πρέπει να αναμένεται τίποτα περισσότερο παρά τροποποιήσεις τεχνικού χαρακτήρα με το κονδύλι να παραμένει στα ίδια με πέρυσι επίπεδα.
Ο ρόλος των διυλιστήριων θα μπορούσε να είναι καταλυτικός αν επαναλάβουν και φέτος τις επιδοτήσεις στην αντλία, προκειμένου να κρατήσουν σε διαχειρίσιμα επίπεδα τις τιμές στο πετρέλαιο θέρμανσης.
Κάτι που είναι ρεαλιστικό να γίνει, καθώς και η κυβέρνηση μετά τη βιβλική καταστροφή και τις ολέθριες επιπτώσεις στην οικονομία δίνει μεγάλο βάρος στην επιχειρηματική αλληλεγγύη.
Στην κατεύθυνση αυτή, ο υπουργός Ανάπτυξης. Κώστας Σκρέκας ζήτησε από αλυσίδες σούπερ μάρκετ και οικιακού εξοπλισμού και ηλεκτρονικών συσκευών να προχωρήσουν σε εκπτώσεις στους πληγέντες της Θεσσαλίας.
Εξάλλου και σε πολύ μεγαλύτερη ένταση ενεργοποιούνται και τα αντανακλαστικά των «εχόντων» με τις τράπεζες να κάνουν την αρχή. Ηδη χθες ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών Βασίλης Ράπανος, μετά τη συνάντηση με τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών. Κωστή Χατζηδάκη ανακοίνωσε την απόφαση συνεισφοράς 50 εκατ. ευρώ, ως συνδρομή των τραπεζών στα έργα υποδομής που απαιτούνται μετά το καταστροφικό πέρασμα του Daniel.
Το ανοδικό κρεσέντο στις διεθνείς τιμές πετρελαίου, που οριακά ξεπέρασε τα 92 δολάρια το βαρέλι προκαλεί ανησυχία στους αναλυτές.
Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας προειδοποιεί για υψηλότερες τιμές στο τέταρτο τρίμηνο εν μέσω σημαντικών ελλείψεων λόγω της μείωσης της παραγωγής από τις χώρες του ΟΠΕΚ+.
Παρατηρεί ότι μέχρι στιγμής η παραγωγή αντισταθμίστηκε εν μέρει από χώρες εκτός του ΟΠΕΚ+, όπως οι ΗΠΑ, το Ιράν και η Βραζιλία.
«Ωστόσο, από τον Σεπτέμβριο και μετά, η απώλεια της μείωσης της παραγωγής από τον ΟΠΕΚ+, με οδηγό τη Σαουδική Αραβία, θα έχει ως αποτέλεσμα σημαντικές ελλείψεις το τέταρτο τρίμηνο», ανέφερε χαρακτηριστικά η IEA στη μηνιαία έκθεση για την αγορά πετρελαίου.
Υπενθυμίζεται ότι η Σαουδική Αραβία και η Ρωσία έχουν ξεκινήσει από τον Ιούλιο εθελοντική μείωση της παραγωγής, επιπλέον αυτής που έχει συμφωνηθεί σε επίπεδο ΟΠΕΚ+. Την περασμένη εβδομάδα αποφάσισαν αμφότερες να παρατείνουν τις περικοπές, κατά 1 εκατ. βαρέλια την ημέρα η Σαουδική Αραβία και κατά 300.000 η Ρωσία, μέχρι το τέλος του έτους.
Παρότι τον Αύγουστο επικράτησε σχετική ηρεμία στην αγορά, σύμφωνα με την ΙΕΑ η εθελοντική μείωση από τις δύο χώρες προκάλεσε εκτίναξη των τιμών, με το Brent να αναρριχάται άνω των 90 δολαρίων, στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 10 μηνών.
Η ΙΕΑ προειδοποίησε μάλιστα ότι οι διακυμάνσεις μπορεί να αυξηθούν περαιτέρω μέχρι το τέλος του έτους, εάν οι δύο χώρες δεν αυξήσουν την παραγωγή.