«Πρακτικές προμηθευτών να προσφέρουν ιδιαιτέρως ελκυστικούς όρους και, εν συνεχεία, να τους αναθεωρούν, αφενός δύνανται να θεωρηθούν ως καταχρηστικές στρατηγικές μεγέθυνσης του πελατολογίου, αφετέρου επιτείνουν κλίμα ανασφάλειας στους πελάτες τους, περιάγοντάς τους είτε σε διαρκή αναζήτηση προμηθευτή, είτε σε αποδοχή δυσμενέστερων όρων».
Αυτό επισημαίνει η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) σε αποψινή ανακοίνωση, με αφορμή τις αναφορές για μονομερή τροποποίηση συμβάσεων προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας και την μετατροπή σταθερών τιμολογίων σε κυμαινόμενα.
Προσθέτει πάντως ότι «υπό την παρούσα συγκυρία, η αύξηση του κόστους της χονδρεμπορικής αγοράς, εύλογα -ως έναν βαθμό- συντείνει στην τροποποίηση των συμβάσεων προμήθειας της χαμηλής τάσης.
»Ωστόσο, το δικαίωμα των προμηθευτών να τροποποιούν -βάσει της ανωτέρω διαδικασίας- τους συμβατικούς όρους, ελέγχεται ως προς την καταχρηστική του άσκηση».
Η ΡΑΕ σημειώνει επιπλέον ότι σύμφωνα με τον Κώδικα Προμήθειας τα εξής:
– Προϋπόθεση σύννομης τροποποίησης της σύμβασης αποτελεί η ατομική ενημέρωση του πελάτη και η ολοκλήρωση της ενημέρωσης 60 μέρες πριν τη θέση σε ισχύ των τροποποιήσεων.
– Ανακοινώσεις στην ιστοσελίδα ή στον Τύπο περί τροποποίησης συμβάσεων ή τιμολογίων, προφανώς, ως εκ του γενικού και μαζικού τους χαρακτήρα, δεν ικανοποιούν την απαίτηση της ατομικής ειδοποίησης.
– Ατομική ενημέρωση συνιστά η επιστολή η η εγγραφή σε ειδικό πεδίο του λογαριασμού κατανάλωσης.
– Συνεπώς, σε περίπτωση που η ατομική ενημέρωση δεν διενεργείται με διακριτή επιστολή (που δύναται να αποστέλλεται είτε αυτοτελώς είτε συνοδεύοντας τον λογαριασμό κατανάλωσης) ή με εμφανές πεδίο στον λογαριασμό κατανάλωσης, θεωρείται ότι ο προμηθευτής παραβιάζει τον κώδικα, με εξαίρεση την περίπτωση που δύναται να αποδείξει ότι ο πελάτης συναίνεσε στον εναλλακτικό τρόπο ειδοποίησής του.
– Ο προμηθευτής οφείλει να ενημερώσει τον πελάτη ότι, σε περίπτωση μη συναίνεσής του στην επικείμενη τροποποίηση, δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση προμήθειας αζημίως.