Έφυγε την Πέμπτη το πρωί από τη ζωή σε ηλικία 96 ετών, ο Μίκης Θεοδωράκης, ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες μουσικοσυνθέτες, πολιτικός και συγγραφέας και ζωντανή ιστορία του ελληνικού τραγουδιού. Πρόκειται για μια μεγάλη απώλεια για τη χώρα μας.
Ο Μίκης Θεοδωράκης είχε ασχοληθεί με όλα τα είδη μουσικής αλλά το πλέον σημαντικό έργο του θεωρείται η μελοποιημένη ποίηση έργων του Γιάννη Ρίτσου, του Γιώργου Σεφέρη, του Οδυσσέα Ελύτη και του Πάμπλο Νερούδα.
Συνθέσεις του έχουν ερμηνεύσει καλλιτέχνες παγκοσμίου φήμης όπως η Σίρλεϊ Μπάσεϊ και η Εντίθ Πιάφ.
Το 1983 τιμήθηκε με το Βραβείο Ειρήνης Λένιν για τη συνδρομή του στην ενίσχυση της ειρήνης μεταξύ των λαών.
Σημαντική ήταν και η πολιτική παρουσία του, καθώς διατέλεσε υπουργός και τέσσερις φορές εκλεγμένος βουλευτής με το ΚΚΕ και τη ΝΔ.
Το 2000 ήταν υποψήφιος για το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.
Ποιος ήταν ο Μίκης Θεοδωράκης
Γεννήθηκε τον Ιούλιο του 1925 στη Χίο από Kρητικό πατέρα και Mικρασιάτισσα μητέρα.
Εξαιτίας της εργασίας του πατέρα του στο Dημόσιο έζησε τα παιδικά του χρόνια σε διάφορες πόλεις της ελληνικής επαρχίας, όπως τα Γιάννενα και η Κεφαλονιά.
Σε ηλικία 17 ετών στην Τρίπολη δίνει την πρώτη του συναυλία παρουσιάζοντας το έργο του Κασσιανή και παίρνει μέρος στην αντίσταση κατά των κατακτητών.
Στη μεγάλη αντιστασιακή διαδήλωση της 25ης Μαρτίου 1943, που είχε διοργανωθεί από το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ) και την Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων (ΕΠΟΝ).
Συλλαμβάνεται για πρώτη φορά από τους Ιταλούς και βασανίζεται.
Διαφεύγει στην Αθήνα, όπου οργανώνεται στον Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό (ΕΛΑΣ) και εκτελεί χρέη διαφωτιστή στον Πέμπτο Τομέα της ΕΠΟΝ, ενώ αγωνίζεται και σαν διμοιρίτης Μεταξωτής διμοιρίας του 1ου τάγματος της Νέας Σμύρνης κατά τα Δεκεμβριανά.
Συγχρόνως σπουδάζει στο Ωδείο Αθηνών με καθηγητή τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη.
Μετά τα Δεκεμβριανά, καταδιώκεται από τις αστυνομικές Αρχές.
Για ένα διάστημα ζει παράνομα στην Αθήνα.
Συλλαμβάνεται στις μαζικές συλλήψεις στις 9/10 Ιουλίου 1947, και κατόπιν στέλνεται εξόριστος με σχετική ελευθερία κινήσεων στην Ικαρία όπου είναι ο κομματικός υπεύθυνος του χωριού στην εξορία.
Από εκεί θα προσπαθήσει ανεπιτυχώς να αποδράσει με τους άλλους εξόριστους υπό τον κομματικό υπεύθυνο ενός άλλου χωριού τον Βασίλη Ζάννο.
Με τη γενικευμένη αμνηστία που δίνει η κυβέρνηση του Θεμιστοκλή Σοφούλη επιστρέφει στην Αθήνα και περνάει στην παρανομία σε διάφορες ομάδες ένοπλης δράσης μαζί με τον Βασίλη Ζάννο.
Συμμετέχει στην ομάδα του ΕΠΟΝίτη Παύλου Παπαμερκουρίου, ο οποίος συνελήφθη και εκτελέστηκε.
Μάλιστα η εκτέλεση του ενέπνευσε στον Μίκη Θεοδωράκη «Το Τραγούδι του Νεκρού Αδελφού».
Ο ίδιος άρρωστος με πλευρίτιδα βρίσκεται στο σπίτι του στην Νέα Σμύρνη όπου και συλλαμβάνεται από την τοπική Αστυνομία.
Τον στέλνουν και πάλι εξόριστο στην Ικαρία αυτή τη φορά σε συνθήκες πειθαρχηµένης διαβίωσης για λίγους μήνες, όπου γράφει το έργο «Ελεγείο και θρήνος στον Βασίλη Ζάννο» στη μνήμη του Βασίλη Ζάννου που εκτελέστηκε το 1948.
Έπειτα στέλνεται στο στρατόπεδο της Μακρονήσου όπου βασανίζεται μέχρι παράλυσης.
Παρά τις συνθήκες κάτω από τις οποίες είναι αναγκασμένος να ζήσει, συνεχίζει να συνθέτει έργα συμφωνικά και μουσικής δωματίου.
Ακούει τα ρεμπέτικα από συνεξόριστους και αρχίζει να μελετά τη λαϊκή μουσική.
Ο πατέρας του κατορθώνει να τον σώσει καθώς απελευθερώνεται ως ανάπηρος.
Στα τέλη του 1949 στέλνεται στα Χανιά όπου και αναρρώνει.
Το 1950 όμως επιστρέφει στην Αθήνα από όπου αποφοιτά από το Ωδείο με δίπλωμα στην αρμονία.
Ύστερα υπηρετεί το υπόλοιπο της θητείας σε Αλεξανδρούπολη, Αθήνα και Χανιά.
Απελπισμένος από τις συνεχείς προκλήσεις και στο στρατό, αποπειράται να αυτοκτονήσει καταπίνοντας μπαρούτι.
Σώζεται στο Νοσοκομείο της πόλης και μεταφέρεται στην συνέχεια στο 424 Στρατιωτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης.
Και πάλι, ο πατέρας του σπεύδει, να τον βοηθήσει..
Το 1951 απολύεται οριστικά από τον στρατό και τρία χρόνια μετά μεταναστεύει με κρατική υποτροφία στο Παρίσι όπου εγγράφεται στο Conservatoire και σπουδάζει με τον Ολιβιέ Μεσιάν, για σύντομο χρονικό διάστημα, μουσική ανάλυση, καθώς επίσης και διεύθυνση ορχήστρας με τον Eugene Bigot.
Συνθέτει μουσική για το μπαλέτο της Ludmila Tcherina, το Κόβεντ Γκάρντεν, το Μπαλέτο της Στουτγκάρδης και επίσης για τον κινηματογράφο.
Το 1957 του απονέμεται το πρώτο βραβείο του Φεστιβάλ της Μόσχας από τον Σοστακόβιτς για το έργο του Suite No 1 για πιάνο και ορχήστρα.
Συγχρόνως συνθέτει πολλά έργα συμφωνικής μουσικής και μουσικής δωματίου.
Επιστροφή στην Ελλάδα
Το 1960 επιστρέφει στην Ελλάδα. Το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους ηχογραφείται για πρώτη φορά ο Επιτάφιος, που ανοίγει έναν καινούργιο δρόμο για το ελληνικό τραγούδι, όχι μόνο γιατί σηματοδοτεί μία ουσιαστική αλλαγή στη μουσική φόρμα, αλλά γιατί παντρεύει τη σύγχρονη λαϊκή μουσική με τη σύγχρονη ελληνική ποίηση.
Η πρώτη εκδοχή του Επιτάφιου του Γιάννη Ρίτσου ηχογραφήθηκε από τη Νάνα Μούσχουρη σε ενορχήστρωση και διεύθυνση ορχήστρας Μάνου Χατζιδάκι.
Την ίδια χρονιά ο Μίκης Θεοδωράκης αρχίζει και, σχεδόν, τελειώνει το Άξιον Εστί του Οδυσσέα Ελύτη.
«Εν τούτοις δεν βιάστηκα να το παρουσιάσω», όπως λέει και ο ίδιος στο βιβλίο του “Μουσική για τις μάζες”, «γιατί διαισθανόμουνα ότι το ελληνικό κοινό δεν ήταν ακόμη ώριμο για να το δεχτεί.
»Η πρώτη εκτέλεσή του έγινε στα τέλη του 1964».
Το 1960, επίσης, ο Μίκης Θεοδωράκης γράφει τη μουσική για τα Επιφάνεια, σε ποίηση Γιώργου Σεφέρη, και συνθέτει δεκάδες κύκλους τραγουδιών που βρίσκουν βαθύτατη απήχηση στην Ελλάδα.
Ιδρύει την Μικρή Συμφωνική Ορχήστρα Αθηνών και δίνει πολλές συναυλίες στη χώρα προσπαθώντας να εξοικειώσει τον κόσμο με τη συμφωνική μουσική.
Το 1963 μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη ιδρύεται η «Νεολαία Λαμπράκη», της οποίας εκλέγεται πρόεδρος.
Την ίδια εποχή εκλέγεται βουλευτής της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς (ΕΔΑ) και το 1964 αποκτά διεθνή αναγνώριση με τη σύνθεση της μουσικής για την ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη, «Αλέξης Ζορμπάς».
Τα χρόνια της δικτατορίας
Την 21η Απριλίου του 1967 περνάει στην παρανομία και απευθύνει την πρώτη έκκληση για αντίσταση κατά της Δικτατορίας στις 23 Απριλίου.
Τον Μάιο του 1967 ιδρύει μαζί με άλλους την πρώτη αντιστασιακή οργάνωση κατά της Δικτατορίας, το Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο (ΠΑΜ) και εκλέγεται πρόεδρός του.
Συλλαμβάνεται τον Αύγουστο του 1967.
Ακολουθεί η φυλάκισή του στην οδό Μπουμπουλίνας, η απομόνωση, οι φυλακές Αβέρωφ, η μεγάλη απεργία πείνας, το νοσοκομείο, η αποφυλάκιση και ο κατ’ οίκον περιορισμός, η εκτόπιση με την οικογένειά του στη Ζάτουνα Αρκαδίας, και τέλος το στρατόπεδο Ωρωπού.
Πολλά από τα καινούργια έργα του καταφέρνει με διάφορους τρόπους να τα μεταβιβάσει στο εξωτερικό, όπου τραγουδιούνται από τη Μαρία Φαραντούρη και τη Μελίνα Μερκούρη.
Στον Ωρωπό η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται.
Στο εξωτερικό ξεσηκώνεται θύελλα διαμαρτυριών.
Προσωπικότητες, όπως οι Ντμίτρι Σοστακόβιτς, Άρθουρ Μίλερ, Λώρενς Ολίβιε, Υβ Μοντάν και άλλοι, δημιουργούν επιτροπές για την απελευθέρωσή του.
Τελικά, υπό την πίεση αυτή αποφυλακίζεται και ταξιδεύει στο Παρίσι τον Απρίλιο του 1970.
Στο εξωτερικό απευθύνει νέο κάλεσμα για την πτώση της δικτατορίας και την επαναφορά της Δημοκρατίας στην Ελλάδα.
Το 1972 επισκέπτεται το Ισραήλ δίνοντας συναυλίες και συναντάται με τον ηγέτη των Παλαιστινίων, Γιασέρ Αραφάτ, στον οποίο επιδίδει το μήνυμα της ισραηλινής κυβέρνησης και προσπαθεί να τον πείσει να αρχίσει συζητήσεις με την άλλη πλευρά.
Μεταπολίτευση
Το 1974 με την πτώση της Δικτατορίας γυρίζει στην Ελλάδα.
Δίνει πολλές συναυλίες τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό μαζί με τη Μαρία Φαραντούρη.
Παράλληλα συμμετέχει στα κοινά είτε ως απλός πολίτης, είτε ως βουλευτής (τις περιόδους 1981-86 και 1989-92) είτε ως υπουργός Επικρατείας (1990-92), θέσεις από τις οποίες τελικά παραιτείται.
Το 1976 ιδρύει το Κίνημα «Πολιτισμός της Ειρήνης» και δίνει διαλέξεις και συναυλίες σ’ όλη την Ελλάδα.
Το 1983 του απονέμεται το Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη.
Το 1986 γίνεται πραγματικότητα η δημιουργία επιτροπών ελληνοτουρκικής φιλίας στην Ελλάδα με πρόεδρο τον ίδιο και στην Τουρκία με τη συμμετοχή γνωστών πνευματικών ανθρώπων όπως ο Αζίζ Νεσίν, ο Γιασάρ Κεμάλ και ο Ζυλφύ Λιβανελί.
Ο Θεοδωράκης δίνει πολλές συναυλίες στην Τουρκία, που τις παρακολουθούν κυρίως νέοι με συνθήματα υπέρ της φιλίας μεταξύ των δύο λαών.
Αργότερα παίζει και πάλι το ρόλο του άτυπου πρεσβευτή ειρήνης, μεταφέροντας μηνύματα των Ελλήνων πρωθυπουργών, του Ανδρέα Παπανδρέουκαι του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη προς την τουρκική κυβέρνηση.
Επίσης το 1986, μετά την καταστροφή στο Τσερνομπίλ, πραγματοποιεί μεγάλη περιοδεία με συναυλίες σ’ όλη την Ευρώπη κατά της ατομικής ενέργειας.
Το 1988 διοργανώνονται στην τότε Δυτική Γερμανία με δική του πρωτοβουλία δύο συνέδρια για την ειρήνη, στο Τύμπιγκεν και την Κολωνία.Συμμετέχουν πολιτικοί όπως ο Όσκαρ Λαφοντέν και ο Γιοχάνες Ράου, φιλόσοφοι όπως ο Φρίντριχ Ντίρενματ, συγγραφείς, πολιτειολόγοι και καλλιτέχνες. Εκεί έχει την ευκαιρία να αναπτύξει τη θεωρία του για τον ελεύθερο χρόνο και τη σημασία του στη διαμόρφωση ελεύθερων ανθρώπων.
Το 1990 δίνει 36 συναυλίες σ’ όλη την Ευρώπη υπό την αιγίδα της Διεθνούς Αμνηστίας.
Συνεχίζει δίνοντας συναυλίες για την ηλιακή ενέργεια (υπό την αιγίδα της Εurosolar), κατά του αναλφαβητισμού, κατά των ναρκωτικών κτλ.
Παράλληλα αγωνίζεται και για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε άλλες χώρες και κυρίως στις γειτονικές Αλβανία (που την επισκέπτεται και ως Υπουργός για τα δικαιώματα της ελληνικής μειονότητας) και Τουρκία.
Ως πρόεδρος Διεθνούς Επιτροπής στο Παρίσι καταβάλλει προσπάθειες για την απελευθέρωση των Τούρκων ηγετών της αντιπολίτευσης Κουτλού και Σαργκίν, κάτι που τελικά πετυχαίνεται.
Προτείνει τη διοργάνωση Πανευρωπαϊκού Συνεδρίου Ειρήνης στους Δελφούς και υποβάλλει στην κυβέρνηση σχέδιο για μια «Ολυμπιάδα του Πνεύματος».
Ιδρύει επιτροπή συμπαράστασης και βοήθειας προς τον κουρδικό λαό.
Το 1993 αναλαμβάνει Γενικός Διευθυντής Μουσικών Συνόλων της ΕΡΤ, όμως παραιτείται τον επόμενο χρόνο.
Το 1994 λαμβάνει τιμητικό διδακτορικό τίτλο από το πανεπιστήμιο του Κεμπέκ.
Το 1994 γιορτάσθηκε πανηγυρικά στο Όσλο η υπογραφή της συμφωνίας μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων παρουσία των Πέρες και Αραφάτ με την παρουσίαση του Μαουτχάουζεν με ερμηνεία από τη Μαρία Φαραντούρη -που στο μεταξύ έχει γίνει εθνικό τραγούδι του Ισραήλ- και του Ύμνου για την Παλαιστίνη που έγραψε ο Θεοδωράκης, ως αναγνώριση και της δικής του συμβολής στην υπόθεση της ειρήνης στην περιοχή αυτή. Επισκέπτεται επίσης την Αλγερία, Αίγυπτο, Τύνιδα, Λίβανο.
Τα επόμενα χρόνια παρουσιάζονται οι όπερές του Ηλέκτρα (1995) και Αντιγόνη (1999), ενώ παράλληλα αναπτύσσει μεγάλη δραστηριότητα στο εξωτερικό και παίρνει δυναμικά θέση σε όλα τα σημαντικά γεγονότα της εποχής (ελληνοτουρκική φιλία, σεισμοί, βομβαρδισμοί στην Γιουγκοσλαβία, Υπόθεση Οτσαλάν, πόλεμος στο Αφγανιστάν, πόλεμος στο Ιράκ κτλ.).
Το 2002 παρουσιάζεται η όπερά του Λυσιστράτη, ένας αληθινός ύμνος στην Ειρήνη.
Πρωτοστάτησε στον αντιμνημονιακό αγώνα συγκροτώντας την οργάνωση «Σπίθα».
Υπήρξε θιασώτης της Ελληνικής Παιδείας εκφράζοντας τις απόψεις του για τον Ελληνισμό με σειρά συνεντεύξεων που παραχώρησε στο περιοδικό «Δαυλός».