Την πλήρη κατάργηση της φορολογίας του χαρτοσήμου, που επιβαρύνει όχι μόνον τα ενοίκια επαγγελματικής στέγης αλλά και τεράστια σειρά ακόμα συναλλαγών στην οικονομία ζητά η ΠΟΜΙΔΑ με απαντητική επιστολή προς τον Διοικητή της ΑΑΔΕ κ. Γεώργιο Πιτσιλή, ο οποίος ζήτησε τις απόψεις των οργανώσεων στα πλαίσια του σχετικού διαλόγου για εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας αυτής.
Η Ομοσπονδία Ιδιοκτητών κάνει λόγο για «φορολογικό απολίθωμα» που θεσπίστηκε το … 1836 και εξακολουθεί να ισχύει σήμερα, με νομοθεσία εξαιρετικά δαιδαλώδη και πολύπλοκη στην ερμηνεία και δαπανηρή στην εφαρμογή της, παρά το γεγονός ότι πλέον υπάρχει ένα ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης και φορολόγησης των εισοδημάτων και των περιουσιών των πολιτών, με βαρύτατους φορολογικούς συντελεστές που καταλήγουν σε φορολογικά υπερέσοδα, οι δε συναλλαγές φορολογούνται σήμερα σε ευρύτατη κλίμακα με Φ.Π.Α.
Η ΠΟΜΙΔΑ ζητά την πλήρη κατάργηση της νομοθεσίας περί χαρτοσήμου , και μάλιστα αναδρομικά για όλες τις οφειλές που δεν έχουν βεβαιωθεί μέχρι το χρόνο κατάργησής του, κάτι που θα ωφελήσει τις επιχειρήσεις και θα έχει ιδιαίτερα θετικό κοινωνικό αντίκτυπο, αλλά και θα δώσει το ισχυρότερο μήνυμα στους παράγοντες της οικονομίας, της κοινωνίας και στους ενδιαφερόμενους επενδυτές, ότι η Ελλάδα πράγματι εκσυγχρονίζεται.
Η επιστολή προς τον Διοικητή της ΑΑΔΕ έχει ως εξής:
Σας ευχαριστούμε θερμά για το από 21.2.2018 έγγραφό σας με το οποίο, ζητήσατε και από εμάς προτάσεις για τον εκσυγχρονισμό του «Κώδικα Τελών Χαρτοσήμου», και σας απαντούμε τα εξής:
Όπως είναι γνωστό, το χαρτόσημο είναι φόρος επί των συναλλαγών που επιβλήθηκε σε εποχές όπου το Ελληνικό Κράτος δεν είχε στη διάθεση του ένα μηχανισμό εις βάθος φορολόγησης του εισοδήματος και της περιουσίας των πολιτών, και αναγκαζόταν να φορολογεί με αυτό τις συναλλαγές τους.
Συγκεκριμένα με το νόμο «Περί χαρτοσήμου» της 14/26 Αυγούστου 1836 το νεοσύστατο τότε Ελληνικό Κράτος, προσπαθώντας να δημιουργήσει ένα στοιχειώδη φορολογικό μηχανισμό, εισήγαγε ως μέσον επιβολής και ελέγχου της είσπραξης φορολογικών εσόδων τον «σφραγιστό χάρτη». Ακολούθησαν δεκάδες νεώτερες νομοθετικές ρυθμίσεις έως ότου η νομοθεσία περί «χαρτοσήμου» κωδικοποιήθηκε με το Π.Δ. της 28.7.1931. Περί το 1940 ο «σφραγιστός χάρτης» αντικαταστάθηκε με το γνωστό επικολλούμενο «κινητόν επίσημα», το γνωστό σε όλους μας «χαρτόσημο». Λόγω ακριβώς αυτής της προιστορίας της και της επιβολής της επί δεκάδων συναλλαγών, η νομοθεσία αυτή είναι σήμερα εξαιρετικά πολύπλοκη στην ερμηνεία και δαπανηρή στην εφαρμογή της, γεγονός που προβληματίζει διαρκώς δικαστές, δικηγόρους, φοροτεχνικούς αλλά και τους φορολογούμενους.
Εξάλλου σήμερα, δύο περίπου αιώνες αργότερα, στη χώρα μας ισχύει ένα ολοκληρωμένο σύστημα παρακολούθησης και φορολόγησης των εισοδημάτων και των περιουσιών των πολιτών, με βαρύτατους φορολογικούς συντελεστές που καταλήγουν σε φορολογικά υπερέσοδα, οι δε συναλλαγές φορολογούνται σε ευρύτατη κλίμακα με Φ.Π.Α. Ετσι η παράλληλη διατήρηση σε ισχύ ενός πολυδαίδαλου φορολογικού συμπλέγματος, που απαιτεί ερμηνείες χιλιάδων σελίδων, εντείνει το χαοτικό τοπίο της φορολογίας στη χώρα μας και αποτελεί παράγοντα σύγχυσης και οπισθοδρόμησης. Συνεπώς το ζήτημα που εκ των πραγμάτων τίθεται, δεν είναι ο «εκσυγχρονισμός» της φορολογίας χαρτοσήμου, αλλά η πλήρης κατάργησή του, δηλαδή η πλήρης απαλλαγή του φορολογικού μας συστήματος από το φορολογικό «απολίθωμα» του χαρτοσήμου, και μάλιστα αναδρομικά για όλες τις οφειλές που δεν έχουν βεβαιωθεί μέχρι το χρόνο κατάργησής του, ώστε να μην μείνουν πολυετείς εκκρεμότητες, που θα εξακολουθούν να ταλανίζουν φορολογούμενους και επιχειρήσεις!
Η υιοθέτηση της πρότασης αυτής θα απλουστεύσει το φορολογικό μας σύστημα, θα αποτελέσει καίρια προσφορά στο ελληνικό «επιχειρείν», και θα έχει ιδιαίτερα θετικό κοινωνικό αντίκτυπο.
Κυρίως όμως θα δώσει το ισχυρότερο μήνυμα στους παράγοντες της οικονομίας, της κοινωνίας και στους ενδιαφερόμενους επενδυτές, ότι η Ελλάδα πράγματι εκσυγχρονίζεται!