Έφυγε την Κυριακή 7 Φεβρουαρίου, από τη ζωή, πλήρης ημερών και μια ημέρα πριν κλείσει την ηλικία των 103 ετών, ο ακαδημαϊκός και καθηγητής φιλοσοφίας, Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος.
Γεννήθηκε στη Σμύρνη στις 8 Φεβρουαρίου του 1913 και μετά την Μικρασιατική Καταστροφή εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα.
Σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο Αθηνών και έγινε διδάκτορας αυτού.
Εξελέγη καθηγητής φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ έχει διδάξει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και στο πανεπιστήμιο Νανσύ στη Γαλλία.
Σε νεαρή ηλικία συνδέθηκε με στενή φιλία με τους Παναγιώτη Κανελλόπουλο, Κωνσταντίνο Τσάτσο και Γεώργιο Καρτάλη.
Στη διάρκεια της Κατοχής υπήρξε ηγετικό στέλεχος του ΕΑΜ.
Το 1945 ανέλαβε την προεδρία του Ελληνοσοβιετικού Συνδέσμου Νέων, με αποτέλεσμα το 1947 να απολυθεί από την θέση του στο πανεπιστήμιο και να εκτοπιστεί στην Μακρόνησο, όπου παρέμεινε μέχρι το 1950.
Το 1989 ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου παιδείας στην κυβέρνηση Γρίβα και το 1990 στην κυβέρνηση Ζολώτα.
Έχει τιμηθεί πλείστες φορές ενώ το 1984 εκλέχτηκε τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, της οποίας το 1993 ανέλαβε πρόεδρος.
Επίσης ήταν επίτιμος πρόεδρος της Ελληνικής Φιλοσοφικής Εταιρείας και μέλος διαφόρων ξένων ακαδημιών.
Έχει εκδώσει πάνω από 30 βιβλία σχετικά με φιλοσοφικά και ιστορικά θέματα.
Το 1990 προτάθηκε από τον Ενιαίο Συνασπισμό (όπου μετείχε και το ΚΚΕ) κατά την τέταρτη και πέμπτη ψηφοφορία για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Έλαβε 21 ψήφους κατά την διαδικασία της ψηφοφορίας στην Βουλή, ερχόμενος πίσω από τους Κωνσταντίνο Καραμανλή (πρόταση της Νέας Δημοκρατίας που τελικά εξελέγη) και Ιωάννη Αλευρά (πρόταση του ΠΑΣΟΚ).
Στο δημοψήφισμα του 2015 τάχθηκε υπέρ του “Ναι”.
Διέμενε μόνιμα στην Αθήνα.