Διαστάσεις σκανδάλου προσδίδει ο πρώην πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Δημήτρης Γαρούφας, στη διαβόητη τροπολογία που αποσύρθηκε ενώ είχε ψηφιστεί στη Βουλή, σύμφωνα με την οποία δήμαρχοι, πρώην νομάρχες, περιφερειάρχες κ.λπ., αν συνάπτουν συμβάσεις έργου για κάποιο συγκεκριμένο έργο και δε γίνει αυτό αλλά γίνει κάποιο «παρεμφερές», δεν έχουν ποινικές ευθύνες.
Με άρθρο του στην εφημερίδα “Αγγελιοφόρος” ο κ. Γαρούφας αναφέρεται σε συγκαλύψεις σπουδαίων σκανδάλων που εκκρεμούν στη Δικαιοσύνη, τις οποίες συνδέει με τη συγκάλυψη 900 κακουργημάτων το 1996, που “αφορούσαν πανεπιστημιακούς και τέκνα επωνύμων”.
Όπως ανέφερε ο ίδιος στην Ελευθεροτυπία, η υπόθεση αφορούσε στο κύριο μέρος της το μέγα σκάνδαλο των παράνομων μετεγγραφών των παιδιών της υψηλής κοινωνίας και των ισχυρών.
Η υπόθεση των παράνομων μετεγγραφών ήταν ένα κολοσσιαίο σκάνδαλο για το οποίο ασχολήθηκαν επί δύο χρόνια εφέτες ανακριτές. Παιδιά επώνυμων πολιτικών, παιδιά πανεπιστημιακών, παιδιά επιχειρηματιών έπαιρναν μετεγγραφές από το εξωτερικό για τα καλύτερα ελληνικά πανεπιστήμια, με πλαστές ιατρικές βεβαιώσεις ότι βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο του καρκίνου και έπρεπε να έρθουν να πεθάνουν ήσυχα στην οικογένειά τους.
Ευτυχώς αυτά τα παιδιά σήμερα είναι επιστήμονες χωρίς κανένα πρόβλημα υγείας. Ποτέ δεν είχαν πρόβλημα και οι βεβαιώσεις ήταν ψευδείς. Τότε είχε υπολογιστεί η ζημιά σε εκατομμύρια και η κυβέρνηση με νόμο αύξησε από 5 σε 25 εκατομμύρια δραχμές το όριο για τα κακουργήματα.
Έτσι έγιναν πλημμελήματα και μπήκαν στο αρχείο. Οι εφέτες ανακριτές είχαν στείλει κλήσεις κλήσεις και για το εδώλιο και σε βουλευτές των δύο κομμάτων εξουσίας.
Τότε το Κοινοβούλιο ψήφισε την τροπολογία αύξησης του ορίου των χρημάτων και οι περισσότεροι βουλευτές ούτε είχαν καταλάβει τι ψήφισαν.
Σύμφωνα με πληροφορίες, μεγαλοπαράγοντας της Θεσσαλονίκης μετέγραψε εκείνη ακριβώς την περίοδο δύο παιδιά του ως σοβαρά άρρωστα από βαλκανική χώρα και σε άλλη σχολή από εκείνη που φοιτούσαν.
Ακολουθεί το άρθρο του Δημήτρη Γαρούφα στον “Αγγελιοφόρο”
Λάθος μήνυμα στην κοινωνία
Πριν από μερικές μέρες κατατέθηκε στη Βουλή τροπολογία που έγινε δεκτή από τον αρμόδιο υπουργό, σύμφωνα με την οποία δήμαρχοι, πρώην νομάρχες, περιφερειάρχες κ.λπ., αν συνάπτουν συμβάσεις έργου για κάποιο συγκεκριμένο έργο και δε γίνει αυτό αλλά γίνει κάποιο «παρεμφερές», δεν έχουν ποινικές ευθύνες.
Η υποβολή και αποδοχή της τροπολογίας ήταν λάθος, γιατί οι «παροικούντες την Ιερουσαλήμ» γνωρίζουν ότι καλύπτει και κάποιες υποθέσεις που εκκρεμούν στη Δικαιοσύνη και θέλω να πιστεύω ότι θα επαληθευτούν οι πληροφορίες ότι η κυβέρνηση θα την αποσύρει.
Το ίδιο λάθος είχε κάνει το Κοινοβούλιό μας πριν από 1-2 χρόνια όταν αποδέχθηκε μια άλλη τροπολογία, σύμφωνα με την οποία τα δώρα σε δημόσιους λειτουργούς όταν γίνονται ως έκφραση ευγνωμοσύνης δε συνεπάγονται ποινικές συνέπειες και ορθά η κυβέρνηση την κατήργησε με νεότερο νόμο, διότι άνοιγε την πόρτα στη γενίκευση του φαινομένου της διαφθοράς. Παρόμοιο λάθος είχε διαπράξει το ελληνικό Κοινοβούλιο και το 1996, όταν έγιναν πλημμελήματα κάποια κακουργήματα κι έτσι μπήκαν στο αρχείο περίπου 900 υποθέσεις κακουργημάτων (αφορούσαν πανεπιστημιακούς και τέκνα επωνύμων) που ήταν έτοιμες για προσδιορισμό στο Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης.
Δε θέλω να επεκταθώ και γνωρίζω ότι και με την απλή αναφορά των περιστατικών δυσαρεστώ κάποιους, αλλά έχω ως αρχή «να μην κάνω ότι δε βλέπω» και αυτήν την αρχή την τήρησα (με μεγάλο προσωπικό κόστος) και με θεσμική ιδιότητα, καταγγέλλοντας έγκαιρα την εξέλιξη κάποιων σκανδάλων που ταλάνισαν την πολιτική ζωή της χώρας.
Το Κοινοβούλιό μας στέλνει λάθος μηνύματα στην κοινωνία, όταν επεμβαίνει και αφαιρεί από τα χέρια της Δικαιοσύνης εκκρεμείς υποθέσεις σε βαθμό κακουργήματος μόνο και μόνο γιατί εμπλέκονται κάποιοι «επώνυμοι» και οδηγεί σε μεγαλύτερη απαξίωση της πολιτικής και των πολιτικών, γιατί αποδεικνύει ότι υπάρχουν δυο μέτρα και δυο σταθμά κι ότι στα δικαστήρια καταλήγουν συνήθως οι υποθέσεις απλών πολιτών και κάποιων «επωνύμων» που «θυσιάζει» το πολιτικό μας σύστημα.
Οι πολιτικοί μας προσφέρουν στην κοινωνία μόνον αν λειτουργούν ως «λυχνία επί όρους κειμένη», με υψηλό ήθος και αυτοθυσία, δείχνοντας ότι σέβονται και το νόμιμο και το ηθικό. Υπενθυμίζω ότι κατά τον Θουκυδίδη «καλείται το πολίτευμά μας δημοκρατία λόγω του ότι η κυβέρνηση του κράτους ευρίσκεται όχι εις χείρας των ολίγων αλλά των πολλών. Αλλά δια μεν των νόμων ασφαλίζεται εις όλους ισότης δικαιοσύνης διά τα ιδιωτικά των συμφέροντα, ενώ από την έποψιν της κοινής εκτιμήσεως, έκαστος πολίτης προτιμάται εις τα δημόσια αξιώματα όχι διότι ανήκει εις ωρισμένην κοινωνικήν τάξιν αλλά διά την προσωπικήν του αξίαν, εφόσον διακρίνεται εις κάποιον κλάδον» και συνεχίζει λέγοντας: «Εις τον δημόσιον βίον αποφεύγομεν την παρανομίαν, από ευλάβειαν προπάντων προς τας επιταγάς των εκάστοτε αρχόντων και των νόμων, εκείνων ιδίως εξ αυτών, όσοι έχουν τεθεί είτε προς υπεράσπιση των αδικουμένων, είτε μολονότι άγραφοι, φέρουν αναμφισβήτητο όνειδος εις τους παραβάτας των».
Χρήσιμο θα ήταν για τους πολιτικούς μας το βιβλίο του Τζον Κένεντι με τίτλο «Σκιαγραφία των γενναίων», στο οποίο βιογραφεί 8 Αμερικανούς πολιτικούς που χρειάστηκε να πάρουν κάποια γενναία απόφαση κόντρα στο κόμμα τους ή την κοινή γνώμη. Κάποιοι δικαιώθηκαν και κάποιοι όχι, αλλά το θάρρος τους ισχυροποίησε τους δημοκρατικούς θεσμούς δημιουργώντας παράδοση.
Δε θέλω να επεκταθώ αλλά θέλω να επισημάνω ότι διανύουμε μια περίοδο παρακμής στη χώρα μας και γι’ αυτό έχουμε και ενίσχυση των άκρων, με απρόβλεπτες συνέπειες για το δημοκρατικό μας πολίτευμα. Η αντιμετώπιση των επικινδύνων άκρων μπορεί να γίνει αποτελεσματικά με πολιτικά επιχειρήματα, κυρίως με τη σωστή λειτουργία των θεσμών. Δυστυχώς τέτοιες τροπολογίες «φωτογραφικές» φιλοτεχνούν εικόνα παρακμής και οδηγούν περισσότερους πολίτες στα άκρα.