Με ένα συγκλονιστικό κείμενο που ανάρτησε στο Facebook, ο γνωστός δημοσιογράφος και θεατρικός συγγραφέας Άγγελος Πυριόχος, εξομολογήθηκε για πρώτη φορά δύο περιστατικά που κουβαλούσε αναμνήσεις από τα μαθητικά του χρόνια…
Δεν χρειάζονται περισσότερες εισαγωγικές λέξεις, διαβάστε και θα καταλάβετε:
Είμαι σε σύγχυση. Έχω οργή. Δεν πιστεύω τίποτα αλλά πρέπει να πιστέψω γιατί παίζουν “αυτοκτονίες”.
Θυμάμαι. Γυμνάσιο στο νησί. Ένα συμμαθητή από φτωχή οικογένεια, δούλευε στα χωράφια, δεν είχε χρόνο για διάβασμα.
Τον βγάζανε δυο καθηγητές -που πολύ ήθελα να τους είχα σκοτώσει- στον πίνακα και τον διαπόμπευαν.
Ο ένας ήταν “θρησκευτικός”. Έφυγα από το νησί, κράτησα το μίσος στα μάτια του φίλου μου μαζί με το “γιατί” του.
Λίγα χρόνια μετά τον είδα πρωτοσέλιδο. Σκότωσε. Καλοκαίρι που γύρισα, πέτυχα τον καθηγητή. Τον άρπαξα από τα μούτρα.
“Εσύ όπλισες το χέρι του”. Έκανε τον σταυρό του. “Μα είχε μάτια δολοφόνου”.
Το χαστούκι που του έδωσα στην πλατεία είναι από τα πλέον σημαντικά πράγματα που έχω κάνει.
Αθήνα. Νυχτερινό στη Λιοσίων ανάμεσα σε μπουρδέλα και πλατεία Βάθης. Ο Γιώργος είχε έρθει με την οικογένεια του από την Αίγυπτο.
Τον έχω πάντα στο μυαλό μου. Κοντούλης, σεμνός, δεν μιλούσε καλά ελληνικά και ερωτεύτηκε ένα κορίτσι από την τάξη. Και τι τάξη! 16 εγώ, 18 ο Γιώργος, όλοι οι άλλοι από 25 και πάνω.
Το κορίτσι που ερωτεύτηκε, είχε πάρει όλο το σχολείο. Όταν τόλμησε να της πει κάτι, εκείνη φώναξε τους μεγάλους, το ανακοίνωσε και άρχισε το μαρτύριο.
Ο Γιώργος έριξε οινόπνευμα στο σώμα του αλλά επειδή αργούσε ο θάνατος, έτσι όπως καιγόταν, κρεμάστηκε.
Όλα στο σχολείο συνεχίστηκαν κανονικά. Η συμμαθήτρια τρία χρόνια μετά άνοιξε μπορντέλο μαζί με δυο αγόρια της τάξης.
Σήμερα στο χωράφι τσάπιζα και είχα οργή, είχα και μίσος, μια για τον καθηγητή, μια για την πουτάνα, μια για μένα, πολλές για όλους τους άλλους ευυπόληπτους…