Με φόντο την προσπάθεια για πιο «πράσινη» διαδικασία θέρμανσης έρχονται αλλαγές στο επίδομα θέρμανσης.
Θα περιλαμβάνει μεγαλύτερη επιδότηση σε όσους χρησιμοποιούν θερμαντικά ηλεκτρικά μέσα ενώ παράλληλα διευρύνεται και το χρονικό διάστημα που θα καλύπτονται οι δικαιούχοι.
Άλλωστε η αναδιαμόρφωση του πλαισίου του επιδόματος θέρμανσης με σταδιακή μείωση των επιδοτήσεων για τα ορυκτά καύσιμα και η αύξηση της υποστήριξης για καθαρές και αποδοτικές τεχνολογίες θέρμανσης προβλέπεται και στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα.
Ήδη από πέρυσι η επιδότηση θέρμανσης δεν περιορίζεται μόνο στα ορυκτά κα
σιμα, δηλαδή στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο αλλά επεκτάθηκε και στην ενίσχυση των καταναλωτών που χρησιμοποιούν ηλεκτρικά θερμαντικά μέσα.
Και πλέον «θα υπάρχει περίπου 25% διαφορά μεταξύ του επιδόματος για ηλεκτρισμό και πετρέλαιο» όπως διευκρίνισε χθες ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης σε ραδιοφωνική του συνέντευξη.
Το επίδομα θα περιλαμβάνει επιδότηση για όλες τις μορφές θέρμανσης δηλαδή πετρέλαιο, φυσικό αέριο, ηλεκτρικό, ωστόσο θα υπάρχει μεγαλύτερη επιδότηση σε όσους χρησιμοποιούν ηλεκτρικό ρεύμα για την θέρμανση.
Σε ό,τι αφορά το ηλεκτρικό ρεύμα η επιδότηση αναμένεται να διευρυνθεί χρονικά καλύπτοντας όλη την περιόδο θέρμανσης όπως ακριβώς συμβαίνει και με τις επιδοτήσεις στα άλλα καύσιμα ενώ πέρυσι, πρώτη χρονιά επιδότησης ηλεκτρισμού, η περίοδος που καλύφθηκε ήταν το τρίμηνο Ιανουαρίου-Μαρτίου.
Εξετάζεται δε η επιδότηση να γίνεται με πίστωση σε τραπεζικό λογαριασμό αντί της πίστωσης στον λογαριασμό ρεύματος.
Αλλαγές αναμένονται και στο θέμα των βαθμοημερών που καθορίζουν το ύψος της επιδότησης, καθώς αλλάζει η περίοδος κάλυψης.
Το επίδομα βάσης για το ρεύμα θα είναι 380 ευρώ και θα αυξομειώνεται ανάλογα με την περιοχή (συντελεστές-βαθμοημέρες, δηλαδή θερμοκρασία ανά περιοχή).
Πέρσι, το επίδομα βάσης ήταν 60 ευρώ και με τους ειδικούς συντελεστές κυμαινόταν από 45 ευρώ ως 480 ευρώ για τις ορεινές περιοχές.
Σε κάθε περίπτωση και για οποιοδήποτε καύσιμο είτε αφορά πετρέλαιο, είτε φυσικό αέριο, πέλλετ ή ρεύμα το ποσό της επιδότησης θα κυμαίνεται από 100 έως 1.000 ευρώ.
Σύμφωνα με τα όσα είπε χθες ο κ. Σκυλακάκης θα ισχύσουν τα ίδια με πέρσι εισοδηματικά και άλλα κριτήρια για να καθοριστούν οι δικαιούχοι, σημειώνοντας ότι «ειδικά στο επίδομα θέρμανσης έχουμε πολύ μεγαλύτερα εισοδηματικά κριτήρια από οποιοδήποτε άλλο επίδομα και αυτά διαμορφώθηκαν τα τελευταία χρόνια.
»Δεν είναι δική μου αρμοδιότητα.
»Κάθε τόσο πρέπει να υπάρχει και μια προσαρμογή των εισοδηματικών κριτηρίων, αλλά πότε αυτό γίνεται είναι αρμοδιότητα του Υπ. Οικονομικών» τόνισε χαρακτηριστικά.
Το τελικό ποσό, όπως εξήγησε ο Θόδωρος Σκυλακάκης θα προκύψει από τον υπολογισμό όλων των δεδομένων, βάσει και του ισχύοντος από πέρσι συστήματος χωρισμού της Ελλάδας σε 12.000 σημεία και τον ορισμό του πόσο κρύο ή ζέστη έκανε σε κάθε περιοχή.
Άλλη μια αλλαγή αφορά στην καταβολή των επιδοτήσεων.
Ο σχεδιασμός προβλέπει 60% προκαταβολή της επιδότησης τον Δεκέμβριο, με βάση τις περσινές βαθμοημέρες (συντελεστές).
Ωστόσο, το υπόλοιπο 40% θα καταβληθεί με νέες βαθμοημέρες (συντελεστές), που θα βγάλει η ΕΜΥ εξετάζοντας εκ νέου τις θερμοκρασίες της περιόδου Οκτωβρίου- Μαρτίου.
Ετσι, το 40% θα δοθεί στο τέλος της περιόδου αλλά για πρώτη φορά θα ληφθεί υπόψη το πόσο κρύο έκανε στη διάρκεια του χειμώνα σε κάθε περιοχή.
Με βάση την περσινή Κοινή Υπουργική Απόφαση, το επίδομα θέρμανσης, αφορά σε φυσικά πρόσωπα που καταναλώνουν πετρέλαιο θέρμανσης, φυσικό αέριο, υγραέριο, καυσόξυλα, βιομάζα ή θερμική ενέργεια μέσω τηλεθέρμανσης και ηλεκτρισμό με δικαιούχους όσους πληρούν συγκεκριμένα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια.
Με βάση τα κριτήρια που είχαν τεθεί πέρυσι, τεθεί το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα πρέπει να ανέρχεται έως τα 16.000 ευρώ για μονομελές νοικοκυριό και 24.000 ευρώ για το ζευγάρι συν 5.000 ευρώ για κάθε παιδί.
Για τη μονογονεϊκή οικογένεια το όριο είναι 29.000 ευρώ, συν 5.000 ευρώ για κάθε παιδί μετά το πρώτο.
Για πρώτη φορά φέτος έχει τεθεί ως κριτήριο τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα του νοικοκυριού από επιχειρηματική δραστηριότητα να μην υπερβαίνουν το ποσό των 80.000 ευρώ, με σκοπό την καλύτερη στόχευση των δικαιούχων.
Η αξία της ακίνητης περιουσίας (όπως υπολογίζεται για τον προσδιορισμό του ΕΝΦΙΑ), δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 200.000 ευρώ για τους άγαμους, τους υπόχρεους σε κατάσταση χηρείας ή εν διαστάσει και τις 300.000 ευρώ για τους έγγαμους ή μέρη συμφώνου συμβίωσης και τις μονογονεϊκές οικογένειες.