Σήμερα Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, το δικαστήριο της νότιας περιφέρειας της Νέας Υόρκης στο Μανχάταν θα πραγματοποιήσει δεύτερη ακρόαση για την κρατική τουρκική τράπεζα HalkBank, η οποία κατηγορήθηκε για την παραβίαση του αμερικανικού εμπάργκο στο Ιράν, πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων, αναφέρει η ιστοσελίδα Ahval και αναμεταδίδει η ιστοσελίδα Hellas Journal.
Η υπόθεση είναι ένα από τα πολλά αγκάθια στις σχέσεις της Αμερικής και της Τουρκίας, οι οποίες βρίσκονται στο ναδίρ λόγω και της αγοράς του ρωσικού συστήματος S-400 όπως και άλλων αντιαμερικανικών ενεργειών της Άγκυρας και του Ταγίπ Ερντογάν.
Οι αντιπρόσωποι της HalkBank, μία από τις μεγαλύτερες τράπεζες της Τουρκίας, έλαβαν πρόσκληση από τους εισαγγελείς των ΗΠΑ να εμφανιστούν στο δικαστήριο στις 22 Οκτωβρίου, αλλά δεν το έπραξαν.
Η απουσία αυτή ώθησε τους εισαγγελείς να δηλώσουν την τράπεζα ως «φυγόδικη».
Ο περιφερειακός δικαστής Ρίτσαρντ Μπέρμαν δήλωσε στο δικαστήριο ότι:
«Σε περίπτωση που οι αντιπρόσωποι της HalkBank δεν παρουσιαστούν για δεύτερη φορά, το Δικαστήριο θα εξετάσει κατάλληλες κυρώσεις για την σκόπιμη μη συμμόρφωση».
Η επιλογή να αποφευχθεί η εμφάνιση στην πρώτη ακρόαση αντικατοπτρίζει την άρνηση της τράπεζας να αποδεχθεί την ευθύνη για την παραβίαση των αμερικανικών νόμων.
Η HalkBank έχει στηρίξει τον ισχυρισμό της αθωότητας της στην απουσία φυσικής παρουσίας στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αυτό, ισχυρίστηκε, καθιστά τις κατηγορίες αβάσιμες.
Δικηγόρος της τράπεζας κατέθεσε αίτημα για ακύρωση της διαδικασίας θεωρώντας το αμερικανικό δικαστήριο αναρμόδιο, επειδή η HalkBank δεν έχει δραστηριότητα στην Αμερική.
Πολλοί λένε πως υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι η HalkBank ενθαρρύνεται από την Άγκυρα να παραμείνει επιθετική και να αντισταθεί στις κατηγορίες.
Ο Τούρκος Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν έχει υποστηρίξει ότι η υπόθεση της τουρκικής τράπεζας είναι μέρος αυτού που ονομάζει «διεθνή προσπάθεια πραξικοπήματος».
Ο Ερντογάν πιστεύεται επίσης ότι έθεσε το θέμα στον Αμερικανό ομόλογό του Ντόναλντ Τραμπ, ενώ αποκαλύφθηκε ότι συναντήθηκε με τον προσωπικό δικηγόρο του Αμερικανού προέδρου, Ρούντι Τζουλιάνι.
Σε αυτή τη συνάντηση συζητήθηκε μία συμφωνία για την ανταλλαγή του πάστορα Άντριου Μπράνσον, φυλακισμένου στην Τουρκία την εποχή εκείνη, με τον Reza Zarrab, τον Τουρκο-Ιρανό έμπορο χρυσού ο οποίος συνελήφθη τον Μάρτιο του 2016 και αργότερα έγινε μάρτυρας της αμερικανικής κυβέρνησης εναντίον του Hakan Attila, ενός διαχειριστή της HalkBank που συνελήφθη στην Αμερική.
Άλλα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που παραβίασαν τις κυρώσεις των ΗΠΑ έχουν τιμωρηθεί με δισεκατομμύρια σε πρόστιμα για τις ενέργειές τους.
Το μεγαλύτερο πρόστιμο ήταν μια ποινή ύψους 8,9 δισ. δολαρίων που επιβλήθηκε στην BNP Paribas της Γαλλίας για μία συνωμοσία που μετέφερε ισοδύναμο χρηματικό ποσό από το Ιράν μέσω του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Οι εισαγγελείς κατηγορούν την HalkBank για μία συνωμοσία πολύ μεγαλύτερη – ομιλούν για πάνω από 20 δισεκατομμύρια δολάρια σε παράνομα κεφάλαια που μεταφέρθηκαν σε ιρανικές οντότητες.
Ο John C. Demers, βοηθός γενικός εισαγγελέας για την εθνική ασφάλεια, υπογράμμισε τη σοβαρότητα της υπόθεσης σε σχετική ανακοίνωσή του στις 15 Οκτωβρίου.
«Αυτή είναι μια από τις πιο σοβαρές παραβιάσεις των αμερικανικών κυρώσεων στο Ιράν που έχουμε δει και καμία επιχείρηση δεν πρέπει να επωφελείται από την παράκαμψη των νόμων μας ή από το να τίθεται σε κίνδυνο η εθνική μας ασφάλεια», δήλωσε ο Demers.
Εκτός από τα οικονομικά εγκλήματα για τα οποία θα τιμωρηθεί, η HalkBank θα μπορούσε να υποστεί πρόστιμο, και για τη συνεχιζόμενη άρνησή της να εμφανιστεί στο δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών, αν κριθεί ένοχη.
Για την HalkBank, ένα πρόστιμο παρόμοιο με αυτό που επιβλήθηκε σε ευρωπαϊκές τράπεζες θα ήταν καταστροφικό.
Το τελευταίο τρίμηνο που καταγράφηκε το 2019, η HalkBank είχε καθαρό εισόδημα μόνο 54 εκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με την S & P Global Intelligence.
Ακόμη και ένα πρόστιμο παρόμοιο με το προηγούμενο μεγαλύτερο που επιβλήθηκε στην BNP Paribas θα μπορούσε να έχει επιπτώσεις σε ολόκληρο τον τουρκικό τραπεζικό τομέα και στην τουρκική οικονομία.
Η προοπτική ενός μεγάλου προστίμου αντιπροσωπεύει ένα επικίνδυνο πλήγμα στην ταλαιπωρημένη τουρκική οικονομία, η οποία έχει αποδειχθεί πολύ ευαίσθητη στις συγκρούσεις μεταξύ της Τουρκίας και των ΗΠΑ.