Τη λήψη μέτρων για την προστασία των περισσοτέρων από 10.000 κτιρίων ανά την Επικράτεια που έχουν θεσμικά κηρυχθεί ως «Διατηρητέα», εισηγείται ο Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Γιάννης Μανιάτης, με επιστολή του προς τον Υπουργό Οικονομικών, Γκίκα Χαρδούβελη.
Όπως επισημαίνει ο Υπουργός ΠΕΚΑ, οι επιβαλλόμενοι περιορισμοί στα συγκεκριμένα κτίσματα πολλαπλασιάζουν το κόστος διατήρησης, συντήρησης, επισκευής και ανακαίνισής τους, σε σύγκριση με το αντίστοιχο κόστος των συμβατικών κτιρίων και μάλιστα αυτή η επιβάρυνση, που αφορά στην Προστασία και τη Διατήρηση της Αρχιτεκτονικής και Πολιτιστικής μας Κληρονομιάς, έχει μετακυλιστεί εξ’ ολοκλήρου προς τους ιδιοκτήτες των ακινήτων. Ως αποτέλεσμα, σημαντικός αριθμός διατηρητέων κτιρίων έχουν εγκαταλειφθεί με κίνδυνο την κατάρρευσή τους, συνιστώντας έτσι απειλή για την ασφάλεια της ζωής των πολιτών.
Το ΥΠΕΚΑ προτείνει επίσης να υπάρξει ρύθμιση για μείωση του ΕΝΦΙΑ έως και 50% για όσα κτίρια έχουν χαρακτηριστεί ως διατηρητέα.
Στην επιστολή του προς τον Υπουργό Οικονομικών, Γκίκα Χαρδούβελη, ο Υπουργός ΠΕΚΑ, Γιάννης Μανιάτης, αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Στο πλαίσιο της ορθολογικής αντιμετώπισης των θεμάτων που προκύπτουν από την εφαρμογή του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ), θεωρώ χρέος μου να σε ενημερώσω για ένα κρίσιμο ζήτημα που είναι άρρηκτα δεμένο με το «διατηρητέο οικιστικό απόθεμα» της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της χώρας μας.
Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα, όπως και κάθε άλλη χώρα στον κόσμο, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις Διεθνών Συμβάσεων, Κοινοτικών Οδηγιών και Εθνικής Νομοθεσίας, με πρωτοβουλία και ευθύνη του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, του Υπουργείου Πολιτισμού, άλλων αρμόδιων Υπουργείων και των Φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, έχει εκδώσει συγκεκριμένες αποφάσεις με τις οποίες έχουν δεσμευτεί μεμονωμένα κτίρια με το χαρακτηρισμό τους ως «Διατηρητέα». Με αυτούς τους χαρακτηρισμούς η Πολιτεία έχει επιβάλλει δυσμενέστατους περιοριστικούς όρους και προϋποθέσεις ως προς τις χρήσεις και ως προς τους Συντελεστές Δόμησης (ποσοστό κάλυψης, ύψος, αρχιτεκτονική μορφή, δομικά υλικά κ.α.) που συνεπάγονται δυσβάστακτο οικονομικό κόστος.
Είναι σαφές ότι στα θεσμικά κηρυγμένα «Διατηρητέα Κτίρια», που για το ΥΠΕΚΑ ανέρχονται σε περίπου 10.200 (Δημόσια και Ιδιωτικά), οι επιβαλλόμενοι περιορισμοί πολλαπλασιάζουν το κόστος διατήρησης, συντήρησης, επισκευής και ανακαίνισης, σε σύγκριση με το αντίστοιχο κόστος των συμβατικών κτιρίων.
Αυτό το κόστος για την Προστασία και τη Διατήρηση της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς, έχει μετακυλιστεί ΟΛΟΚΛΗΡΟ προς τους ιδιοκτήτες των κτιρίων.
Να επισημανθεί ότι σημαντικός αριθμός διατηρητέων κτιρίων έχουν εγκαταλειφθεί, με κίνδυνο την κατάρρευσή τους, συνιστώντας έτσι απειλή για την ασφάλεια της ζωής των πολιτών.
Υπό κανονικές συνθήκες θα είχαμε χρέος ως Πολιτεία, να λάβουμε ειδικά πολλαπλά μέτρα στήριξης των ιδιοκτητών των κτιρίων παραδοσιακών οικισμών, ιστορικών οικιστικών συνόλων, ιστορικών τόπων, αρχαιολογικών χώρων, κ.α.
Στις σημερινές δύσκολες οικονομικές συνθήκες, θεωρώ ότι, ως πράξη αναγνώρισης των βαρών που υφίστανται τα παραπάνω ακίνητα, η Πολιτεία οφείλει να διατηρήσει και να επεκτείνει τα κατά το δυνατόν ευνοϊκότερα φορολογικά μέτρα τουλάχιστον για όλα τα «Διατηρητέα Κτίρια», έχοντας την ευθύνη αφενός μεν για τη διατήρηση της Πολιτιστικής Κληρονομιάς, αφετέρου δε για την προστασία των πολιτών.
Είναι προφανές ότι οι οποιεσδήποτε ρυθμίσεις θα αφορούν σε ιδιοκτήτες που αντικειμενικά αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Οι ρυθμίσεις αυτές δεν πρέπει να αφορούν σε ιδιοκτήτες υψηλού εισοδήματος.
Το εύλογο και δίκαιο αυτό αίτημα έχει κατατεθεί διαχρονικά με ένταση και με έμφαση και κυρίως με θετικά και αξιόπιστα επιχειρήματα, από κοινωνικούς και επιστημονικούς φορείς (Αυτοδιοίκηση, Τεχνικό Επιμελητήριο, Σύλλογοι Αρχιτεκτόνων, ICOMOS (International Council on Monuments and Sites), Σύλλογοι Ιδιοκτητών Διατήρησης και Προστασίας Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς και Περιβάλλοντος κ.λ.π.).
Μάλιστα, ανάλογη πρόσφατη προσέγγιση για το θέμα γίνεται και από το Συνήγορο του Πολίτη».