Ο τομέας της ενέργειας έχει κρίσιμο ρόλο στην προσπάθεια ανάκαμψης και ανάταξης της ελληνικής οικονομίας.
Στην προσπάθεια ανάδειξης ενός βιώσιμου παραγωγικού μοντέλου, με αιχμή την εξωστρέφεια, τις επενδύσεις, την καινοτομία, τόνισε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος, στην ομιλία του στη συνάντηση των μελών του φόρουμ για την Ενέργεια που πραγματοποιήθηκε σήμερα στο ΕΒΕΑ, παρουσία του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργου Σταθάκη.
Όπως τόνισε ο κ. Μίχαλος, πρόκειται κατ’ αρχήν για έναν τομέα που πρωταγωνιστεί στην προσέλκυση επενδύσεων διεθνώς.
Έναν τομέα που εξελίσσεται συνεχώς, ενσωματώνει νέες ιδέες και καινοτόμες τεχνολογίες, αξιοποιεί νέες πηγές.
Κινητοποιεί σημαντικές δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, απασχολεί ανθρώπους με σύγχρονες γνώσεις και δεξιότητες, αποτελεί τον καταλύτη για αλλαγές και εξέλιξη σε όλα τα επίπεδα της οικονομικής δραστηριότητας.
Η Ελλάδα είναι γνωστό ότι διαθέτει μια σειρά από γεωγραφικά και γεωμορφολογικά πλεονεκτήματα, που της επιτρέπουν να προσελκύσει σημαντικές ενεργειακές επενδύσεις στα επόμενα χρόνια.
Η ενέργεια αποτελεί, επίσης, τομέα κλειδί στην προσπάθεια για εκσυγχρονισμό της παραγωγικής βάσης της χώρας, για την ανάπτυξη της εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων, για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών.
Τιμολογιακή Πολιτική Ενέργειας – Χρηματιστήριο Ενέργειας
Το ανταγωνιστικό συνολικό κόστος της ενέργειας είναι προϋπόθεση για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής βιομηχανίας.
Για τις δε ενεργοβόρες βιομηχανίες, το κόστος της ενέργειας συνιστά παράγοντα που επηρεάζει την ίδια τη βιωσιμότητά τους.
Τα ενεργειακά τιμολόγια αποτελούν βασικό παράγοντα στη διαμόρφωση του κόστους παραγωγής της βιομηχανίας.
Ιδιαίτερα στις βιομηχανίες έντασης ενέργειας, το ενεργειακό κόστος αποτελεί το 30% έως και 50% του κόστους παραγωγής ή μεταποίησης.
Το ενεργειακό κόστος είναι το μεγαλύτερο θέμα που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές εξαγωγικές μεταποιητικές επιχειρήσεις, μετά την έλλειψη ρευστότητας.
Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες λαμβάνουν μέτρα για τη στήριξη της βιομηχανίας τους.
Αξιοποιούν μια σειρά εργαλείων, προκειμένου να εξασφαλίσουν πρόσβαση σε ανταγωνιστικό κόστος ενέργειας και χαμηλότερους φόρους.
Γι’ αυτό και το κόστος ενέργειας είναι έως και 30-40% χαμηλότερο του ελληνικού.
Ενέργεια και φόροι
Τα έσοδα από περιβαλλοντικούς φόρους στην Ελλάδα, σύμφωνα με μελέτη της Eurostat, ξεπερνούν τα 5,7 δισεκατομμύρια ευρώ.
Το 2008 οι περιβαλλοντικοί φόροι αντιστοιχούσαν στο 6,4% των συνολικών εσόδων του κράτους, ενώ οι φόροι στην ενέργεια έφθαναν στο 3,95% του συνόλου.
Σήμερα οι περιβαλλοντικοί φόροι καλύπτουν το 10,21% των συνολικών εσόδων και οι φόροι στην ενέργεια το 8,16%.
Στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι περιβαλλοντικοί φόροι αντιστοιχούν στο 6,1% του συνόλου των εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές.
Η Ελλάδα βρίσκεται στη δεύτερη θέση της Ε.Ε. μετά τη Λετονία, ως προς το ποσοστό εσόδων από την ενέργεια επί των συνολικών.
Η υπερφορολόγηση στην ενέργεια και ιδιαίτερα στα υγρά καύσιμα έχει οδηγήσει σε έξαρση του λαθρεμπορίου.
Με βάση τις εκτιμήσεις του Συνδέσμου Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών Ελλάδος (ΣΕΕΠΕ) η παράνομη διακίνηση καυσίμων κυμαίνεται μεταξύ 123 και 255 εκατ. ευρώ το χρόνο.
Για να μπορέσουν οι ελληνικές βιομηχανίες να επιβιώσουν και να γίνουν ανταγωνιστικές στο διεθνές περιβάλλον, χρειάζεται δραστική μείωση του τελικού κόστους των ενεργειακών προϊόντων που χρησιμοποιούν.
Ιδιαίτερα απαιτείται μείωση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου, ώστε να φθάσουμε σε επίπεδα ανάλογα των ευρωπαίων ανταγωνιστών.
Μείωση του ΕΦΚ στο φυσικό αέριο που προορίζεται για βιομηχανική χρήση και ηλεκτροπαραγωγή.
Η σημερινή τιμή των 5,4 ευρώ ΜW/h είναι διπλάσια του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Ενσωμάτωση των κατευθυντήριων γραμμών της Ε.Ε. για τις κρατικές ενισχύσεις στους τομείς του περιβάλλοντος και της ενέργειας, οι οποίες παρέχουν τη δυνατότητα ελάφρυνσης συγκεκριμένων κλάδων της ενεργοβόρου βιομηχανίας, με τρόπο συμβατό στο ευρωπαϊκό δίκαιο ανταγωνισμού.
Όταν αυξάνεται ο ανταγωνισμός και η διαφάνεια, υπάρχουν οφέλη για όλους τους καταναλωτές.
Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι όπου έχει δημιουργηθεί Χρηματιστήριο Ενέργειας, υπήρξε μείωση του ενεργειακού κόστους, με αποτέλεσμα καλύτερες τιμές για τις επιχειρήσεις και για τα νοικοκυριά.
Η δημιουργία του Χρηματιστηρίου Ενέργειας αναμένεται να συμβάλει στην καλύτερη λειτουργία των αγορών, μέσα από την ενίσχυση της διαφάνειας και του ανταγωνισμού.
Απελευθέρωση Αγοράς Ενέργειας
Στην Ελλάδα οι αγορές ενέργειας κάνουν τα πρώτα, ουσιαστικά, βήματα υπό καθεστώς απελευθέρωσης.
Χρειάζεται επιτάχυνση των διαδικασιών για την απελευθέρωση της αγοράς, ιδιαίτερα όσον αφορά την πώληση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ.
Η επίσπευση της απελευθέρωσης είναι απαραίτητη, όχι μόνο στο πλαίσιο των υποχρεώσεων που έχει αναλάβει η χώρα, αλλά κυρίως για μπορέσουν οι επιχειρήσεις και η οικονομία ευρύτερα να επωφεληθούν από την ανάπτυξη του ανταγωνισμού.
Χρειαζόμαστε μια σύγχρονη αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία θα ευνοεί την προσέλκυση επενδύσεων και την είσοδο νέων παικτών.
Ένα ρυθμιστικό πλαίσιο που θα διασφαλίζει ίσους όρους ανταγωνισμού, θα επιτρέπει τη μείωση του κόστους για τους προμηθευτές και κατ’ επέκταση των τιμών για τους καταναλωτές.
Ανάπτυξη Δικτύων
Η ολοκλήρωση της ενεργειακής ένωσης θα ωφελήσει σημαντικά τους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου.
Ειδικά για τη βιομηχανία, για την οποία η ενέργεια αποτελεί κινητήριο δύναμη, η επίπτωση στην ανταγωνιστικότητα θα είναι καταλυτική.
Καθώς με τον τρόπο αυτό θα μπορέσει να αντισταθμιστεί ένα μέρος του κόστους που δημιουργούν οι πολιτικές για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Η ολοκλήρωση της ενεργειακής ένωσης προϋποθέτει και ολοκληρωμένα δίκτυα μεταφοράς ρεύματος και φυσικού αερίου.
Προϋποθέτει τη διασύνδεση παραγωγών και προμηθευτών με καταναλωτές, ώστε να δημιουργηθούν πραγματικές επιλογές.
Για την Ελλάδα, η διασύνδεση με τις ενεργειακά εξελιγμένες χώρες της Ευρώπης πρέπει να αποτελέσει κεντρική προτεραιότητα, έτσι ώστε οι ελληνικές εξωστρεφείς βιομηχανίες να επωφεληθούν από τις συνθήκες ανταγωνισμού, αλλά και να δημιουργηθούν ευκαιρίες εξωστρεφούς ανάπτυξης για τους Έλληνες ηλεκτροπαραγωγούς.
Ενίσχυση των έργων διασύνδεσης της χώρας [πόντιση νέου καλωδίου για τη σύνδεση Ελλάδας – Ιταλίας, διασύνδεση Κρήτης με το ηπειρωτικό σύστημα] στο πλαίσιο στρατηγικών συμπράξεων με ιδιώτες επενδυτές. – ένταξη στο πακέτο Γιουνκέρ.
Επενδύσεις στην ενέργεια
Σε διεθνές επίπεδο, οι επενδύσεις σε καθαρή ενέργεια ανέρχονται κατά μέσο όρο σε 300 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του ΙΕΝΕ για το 2019, οι εκτιμώμενες επενδύσεις στον τομέα της ενέργειας στη δεκαετία 2018 – 2027 θα ανέλθουν σε 45,5 δισεκατομμύρια ευρώ.
Το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων αναμένονται στην ενεργειακή αναβάθμιση των κτιρίων, αλλά ένα σημαντικό κομμάτι θα κατευθυνθεί σε επενδύσεις ΑΠΕ, συγκεκριμένα 8,2 δισ. ευρώ σε αιολικά και 5,5 δισ. ευρώ σε φωτοβολταϊκά.
Ακούσαμε με ενδιαφέρον για την ύπαρξη σχεδίου ενίσχυσης, με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ για την ίδρυση ενεργειακών κοινοτήτων, σε συνδυασμό με την παροχή κινήτρων στην τιμολόγηση.
Ο θεσμός των ενεργειακών κοινοτήτων έχει σημαντικό ρόλο στη μετάβαση στις καθαρές μορφές ενέργειας και στην αλλαγή του ενεργειακού μείγματος υπέρ των ΑΠΕ.
Είναι απαραίτητο η ελληνική βιομηχανία να προβεί στις απαραίτητες επενδύσεις εκσυγχρονισμού, για την αύξηση της ενεργειακής της απόδοσης.
Οι επενδύσεις εξοικονόμησης ενέργειας που πρέπει να γίνουν από την ελληνική βιομηχανία, εκτιμώνται σε δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ.
Αναμένουμε την προκήρυξη των εξειδικευμένων δράσεων του ΕΣΠΑ για την εξοικονόμηση ενέργειας και την αξιοποίηση ΑΠΕ στη βιομηχανία και στις επιχειρήσεις – με μέση επιχορήγηση της τάξης του 50%.
Απαιτούνται, επίσης, συνδυασμένα χρηματοδοτικά εργαλεία, με τη συμμετοχή της Πολιτείας και των τραπεζών.
Θα πρέπει, τέλος, να αξιοποιηθούν περαιτέρω καινοτόμες μέθοδοι χρηματοδότησης ενεργειακών έργων, όπως οι Συμβάσεις Ενεργειακής Αποδοτικότητας, με ενίσχυση του αντίστοιχου θεσμικού πλαισίου.
Εξειδίκευση κινήτρων για την πράσινη εφοδιαστική αλυσίδα, με δεδομένο και το γεγονός ότι το 16% της επιβάρυνσης για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα προέρχεται από τις μεταφορές.
Για τις επενδύσεις σε ΑΠΕ:
Χρειάζεται εξορθολογισμός και απλοποίηση των αδειοδοτικών διαδικασιών.
Χρειάζονται ειδικά χωροταξικά σχέδια, τα οποία θα αποσαφηνίζουν το τοπίο για τις επενδύσεις στην ενέργεια και ειδικότερα στις ΑΠΕ.
Χρειάζεται ένα πλαίσιο, το οποίο θα είναι ελκυστικό για τους επενδυτές, αλλά ταυτόχρονα βιώσιμο και σταθερό.
Ένα πλαίσιο που θα διασφαλίζει εύλογες αποδόσεις στις επενδύσεις, χωρίς όμως να τίθεται σε κίνδυνο η οικονομική βιωσιμότητα του συστήματος.
Υγιές πλαίσιο σημαίνει να μην «γονατίζουν» οι επιχειρήσεις του κλάδου από τη συσσώρευση οφειλών.
Σημαίνει να μην φορολογούνται οι παραγωγοί για έσοδα τα οποία δεν έχουν εισπράξει.
Υγιές πλαίσιο για τις ΑΠΕ σημαίνει όμως και να μην αναγκάζεται ο ιδιωτικός τομέας – και ειδικά η βιομηχανία – να χρηματοδοτεί την πολιτική του κράτους και να καλύπτει τις τρύπες, μέσω όλο και υψηλότερων ειδικών τελών και φόρων.
Το θέμα της σταθερότητας και της αξιοπιστίας του επενδυτικού πλαισίου είναι ίσως το σοβαρότερο που θα πρέπει να λάβει υπόψη της η Πολιτεία στον ενεργειακό τομέα – όπως βεβαίως και σε όλους τους τομείς της οικονομίας.