Την υποβάθμιση της αξιολόγησης της Ιταλίας κατά βαθμίδα, σε «Baa3» από «Baa2» προηγουμένως, ανακοίνωσε ο οίκος Moody’s, εν μέσω της διατήρησης των αντεγκλήσεων μεταξύ Ρώμης και Βρυξελλών για τον προϋπολογισμό του 2019.
Όπως ήταν αναμενόμενο βασική αιτία της υποβάθμισης είναι η κατάθεση προσχεδίου προϋπολογισμού στο οποίο η κυβέρνηση της Ιταλίας θέτει ως στόχο για το έλλειμμα το 2,4%, γεγονός που κατά τον οίκο θα διατηρήσει στο τρέχον υψηλό επίπεδο του 130% του ΑΕΠ το χρέος της χώρας.
Η Moody’s αναφέρει ότι το χρέος θα αυξηθεί περαιτέρω καθώς η οικονομία της Ιταλίας θα συνεχίσει να ακολουθεί αδύναμη πορεία.
Ως δεύτερη αιτία ο οίκος αναφέρει τις αρνητικές επιπτώσεις στη μεσοπρόθεσμη ανάπτυξη από τη διακοπή των διαρθρωτικών και φορολογικών μεταρρυθμίσεων στη χώρα.
Σύμφωνα με την Moody’s, τα δημοσιονομικά και οικονομικά σχέδια της κυβέρνησης δεν περιλαμβάνουν μια συνεκτική ατζέντα μεταρρυθμίσεων που θα μπορέσουν να στηρίξουν τις προοπτικές ανάπτυξης σε μακροπρόθεσμη βάση.
Μετά από μια προσωρινή άνοδο στην ανάπτυξη λόγω της επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής, ο οίκος αναμένει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της Ιταλίας θα υποχωρήσει περίπου στο 1%.
Οι σταθερές προοπτικές αντικατοπτρίζουν τον γενικά ισορροπημένο κίνδυνο στο επίπεδο αξιολόγησης Baa3.
Σύμφωνα με την άποψη του Moody’s, η Ιταλία εξακολουθεί να παρουσιάζει σημαντική «αντοχή» στον πιστωτικό κίνδυνο, παρά τις περισσότερο αδύναμες δημοσιονομικές της προοπτικές.
Άλλωστε η Ιταλία εξακολουθεί να είναι μία μεγάλη οικονομία, με ευρεία διαφοροποίηση δραστηριοτήτων, ενώ διαθέτει μία σχεδόν ισορροπημένη επενδυτική θέση σε διεθνές επίπεδο.
Επίσης τα ιταλικά νοικοκυριά έχουν υψηλά επίπεδα πλούτου, ένα σημαντικό αποθεματικό ενάντια στους μελλοντικούς κραδασμούς και αποτελούν ως εκ τούτου μια δυνητικά σημαντική πηγή χρηματοδότησης για την κυβέρνηση.
Όπως αναφέρει στην ανάλυσή του ο οίκος Moody’s «Ο πρώτος λόγος της σημερινής υποβάθμισης στο Baa3 είναι η πρόσφατα ανακοινωθείσα μετατόπιση της δημοσιονομικής στρατηγικής με σημαντικά υψηλότερα δημοσιονομικά ελλείμματα για τα επόμενα τρία χρόνια σε σχέση με τις προηγούμενες προσδοκίες.
Η μετατόπιση προς μια επεκτατική δημοσιονομική πολιτική υποδηλώνει ότι αντί για πτώση κατά τα προσεχή έτη, όπως προβλεπόταν από τη δημοσιονομική κατεύθυνση της προηγούμενης κυβέρνησης, το δημόσιο χρέος της Ιταλίας θα παραμείνει γύρω στο σημερινό 130% του ΑΕΠ, ένα επίπεδο που καθιστά την Ιταλία ευάλωτη στις μελλοντικά εγχώρια η εξωτερικά σοκ, ιδίως για την εξασθένηση της οικονομικής ανάπτυξης.
Η κυβέρνηση στοχεύει σε δημοσιονομικό έλλειμμα γενικής κυβέρνησης ύψους 2,4% του ΑΕΠ για το επόμενο έτος, υψηλότερο από το πιθανό αποτέλεσμα του τρέχοντος έτους, το οποίο είναι περίπου 1,9% και είναι σημαντικά υψηλότερο από τις δεσμεύσεις της Ιταλίας βάσει των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ.
Προβλέπει δημοσιονομικά ελλείμματα για το 2020 και το 2021 από 2,1% και 1,8% του ΑΕΠ αντίστοιχα, σε σύγκριση με μια ισορροπημένη θέση που στοχεύθηκε πριν.