«Η ελάφρυνση του χρέους είναι απολύτως αναγκαία. Χρησιμοποιήσαμε πολύ συχνά εμβαλωματικές λύσεις, οι οποίες οδήγησαν στην αναβολή της, με αποτέλεσμα να το έχουμε και πάλι σήμερα στην ατζέντα.
»Πρέπει να βρούμε τώρα μια βιώσιμη λύση, ώστε να μη χρειαστεί να ξανασυζητήσουμε το ίδιο θέμα και πάλι. Κανένας επενδυτής δεν θα επενδύσει εάν δεν βλέπει μια τέτοια προοπτική. Θα γίνονται πολύ λίγες επενδύσεις, όσο επικρέμεται η δαμόκλειος σπάθη του χρέους» τόνισε ο Γερμανός οικονομολόγος Γενς Μπάστιαν, επί διετία μέλος της Task Force της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα, όπου και ζει και εργάζεται, σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και τον Αντώνη Πολυχρονάκη.
Για τη μετά την έξοδο, από τα μνημόνια, εποχή διατυπώνει την άποψη ότι «η λεγόμενη καθαρή έξοδος είναι προτεραιότητα, αλλά είναι απολύτως σκόπιμο να υπάρχει ένα μαξιλάρι ασφαλείας. Η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια δεν μπορεί να επαναχρηματοδοτηθεί μόνη της από τις αγορές. Ιδίως εάν αυξηθούν ξανά τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων».
Για το θέμα του αλυτρωτισμού στα Βαλκάνια, ο κ. Μπάστιαν λέει: «Καμιά χώρα δεν επιτρέπεται να ενταxθεί στην ΕΕ, εάν αμφισβητεί τα σύνορα, όπως επίσης και να το συζητά υποθετικά», ενώ για το θέμα του ονόματος των Σκοπίων σημειώνει ότι «είναι προς το συμφέρον των Σκοπίων να βρεθεί μια λύση, διαφορετικά θα χάσουν το τρένο για την ΕΕ. Για τα Σκόπια είναι σημαντικότερο, διότι θέλουν να ενταχθούν και στο ΝΑΤΟ τον Ιούνιο, αλλιώς θα αναβληθεί και πάλι η ένταξή τους».
Στο ερώτημα γιατί, ενώ η Κίνα ήδη επενδύει στην Ελλάδα, η Ευρώπη ανακάλυψε τώρα τη γεωστρατηγική θέση της, απαντά: «Η Κίνα διάβασε την Ελλάδα διαφορετικά από την Ευρώπη, η οποία με τις προτάσεις λιτότητας επικεντρώθηκε σε ένα μονόδρομο. Η Κίνα ανακάλυψε δυνατότητες και προοπτικές και γι αυτό έβαλε το χέρι στην τσέπη».
Ολόκληρη η συνέντευξη του Γενς Μπάστιαν, ο οποίος ήταν ομιλητής στο συνέδριο με θέματα «Eυρωπαϊκή προοπτική των Βαλκανίων» και «Ο νέος δρόμος του μεταξιού: Οι δραστηριότητες της Κίνας στα Βαλκάνια», το οποίο συνδιοργάνωσαν το -προσκείμενο στο Χριστιανοκοινωνικό Κόμμα (CSU) της Bαυαρίας- ‘Ιδρυμα Xανς Ζάιντελ και η «Εταιρεία νοτιοανατολικών ευρωπαικών Σπουδών», στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και τον Αντώνη Πολυχρονάκη, έχει ως εξής:
– Κύριε Μπάστιαν, η Κίνα επενδύει στην Ελλάδα και ξαφνικά η Ευρώπη εκπλήσσεται. Γιατί ανακάλυψε η Ευρώπη την γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας τώρα;
– Η Ευρώπη, πρέπει να το πει κανείς ανοιχτά, έχασε στο θέμα της επενδυτικής επίθεσης της Κίνας στην Ευρώπη τα περασμένα χρόνια και προσπαθεί τώρα να αντιδράσει με καθυστέρηση και ανομοιογενώς.
Καθίσταται συνεχώς δυσκολότερο να βρεθεί ένας κοινός παρονομαστής μεταξύ των χωρών μελών της ΕΕ, ώστε να διαμορφώσουν μια πολιτική στο θέμα αυτό.
Η Κίνα έχει αποδείξει εδώ και μερικά χρόνια την ετοιμότητά της να επενδύσει στην Ελλάδα, διότι δεν ορίζει την Ελλάδα ως χώρα η οποία διέρχεται κρίση, αλλά ως δυνατότητα, επιλογή, προοπτική για να επενδύσει κερδοφόρα στο μέλλον.
Κατά την γνώμη μου, η Κίνα διάβασε την Ελλάδα διαφορετικά από την Ευρώπη, η οποία με τις διαστάσεις των κρίσεών της, ή για να το πω διαφορετικά, με τις προτάσεις λιτότητας επικεντρώθηκε στην περίπτωση της Ελλάδας σε ένα μονόδρομο, ενώ η Κίνα ανακάλυψε δυνατότητες και προοπτικές και γι αυτό έβαλε το χέρι στην τσέπη.
-Απέτυχαν, δηλαδή, οι Βρυξέλλες να δουν αυτά που έβλεπε το Πεκίνο…
-Δεν θα έλεγα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση απέτυχε. Η Ευρώπη ήταν ιδιαίτερα απασχολημένη με άλλα θέματα, ήταν απασχολημένη με τον εαυτό της και δεν κατέστη δυνατόν να έχει μια ενιαία γραμμή.
Και αυτό δεν αφορά μόνο την Κίνα, αλλά και άλλα θέματα. Να έχει λ.χ. ενιαία γραμμή στο θέμα των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, στην εξεύρεση κοινής γραμμής πλεύσης για την επίλυση της ευρωκρίσης. Το τελευταίο είναι το Brexit.
Ολα αυτά είναι προκλήσεις από τις οποίες συμπεραίνει κανείς ότι η Ευρώπη είναι διχασμένη και αυτές πολλαπλασιάζονται, κάτι το οποίο δίνει αφορμή για ανησυχία. Πολλαπλασιάζονται τα πολιτικά θέματα για τα οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να βρει κοινούς παρονομαστές.
– Πρόκειται δηλαδή για τις γνωστές δυσκολίες να πάρει η Ευρώπη αποφάσεις….
– Αποφάσεις μπορεί να πάρει, αλλά το θέμα είναι εάν πρόκειται για τις σημαντικές και εάν είναι έγκαιρες. Κάτι διαφoρετικό είναι ιδίως το εάν ακολουθούν όλες οι χώρες-μέλη τις αποφάσεις οι οποίες λαμβάνονται.
Γίνεται ολοένα και πιο ευδιάκριτο ότι υπάρχουν φυγόκεντρες δυνάμεις, χώρες μέλη οι οποίες αποκλίνουν και λένε «όχι» εμείς δεν θα τηρήσουμε συγκεκριμένες πολιτικές υποχρεώσεις. Το είδαμε αυτό κυρίως στο μεταναστευτικό και προσφυγικό θέμα τα περασμένα δύο χρόνια.
– Επίσης, ορισμένοι βλέπουν με σκεπτικισμό την ένταξη των χωρών των δυτικών Βαλκανίων…
– Όχι για όλες. Η Κομισιόν έχει κατονομάσει δύο χώρες, οι οποίες έχουν την δυνατότητα να ενταχθούν το 2025, επειδή έχουν κάνει τις μεγαλύτερες προόδους κατά τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις, πρόκειται για τη Σερβία και το Μαυροβούνιο.
Για τις υπόλοιπες δεν υπάρχει χρονικός στόχος.
– Για το θέμα του αλυτρωτισμού τι γνώμη έχετε, πως μπορεί να αντιμετωπισθεί στα Βαλκάνια, ώστε να ενταχθούν στην ΕΕ χώρες, όπως λ.χ. η ΠΓΔΜ;
-Το θέμα των οριστικών συνόρων στα Βαλκάνια μας απασχολεί εδώ και τριάντα χρόνια και δεν είναι μόνο τα χερσαία σύνορα αλλά και τα θαλάσσια, όπως καθίσταται σαφές από την διαμάχη λ.χ. μεταξύ Σλοβενίας και Κροατίας.
Πρέπει να καταστεί σαφές αυτό που η Κομισιόν ήδη το έχει υπογραμμίσει στο στρατηγικό της έγγραφο για την ένταξή τους: Καμιά χώρα δεν επιτρέπεται να ενταxθεί στην ΕΕ, εάν αμφισβητεί τα σύνορα, όπως επίσης και να το συζητά υποθετικά.
– Βλέπετε λύση στο θέμα του ονόματος της ΠΓΔΜ;
– Είναι προς το συμφέρον και των δύο χωρών να βρεθεί λύση, διότι αφενός μεν πολλοί στην Ευρώπη δεν κατανοούν γιατί υφίσταται τόσο καιρό αυτή η διένεξη και δεν βρίσκεται μια συμβιβαστική λύση.
Αφετέρου, είναι προς το συμφέρον των Σκοπίων να βρεθεί επιτέλους μια λύση με τη βοήθεια μιας κυβέρνησης η οποία έχει κατά την γνώμη ανοίξει ένα δρόμο, μια ευκαιρία για να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση.
Διαφορετικά θα χάσουν το τρένο για την ένταξη στην ΕΕ. Για τα Σκόπια η εξεύρεση λύσης είναι σημαντικότερη, διότι θέλουν να ενταχθούν όχι μόνο στην ΕΕ, αλλά και στο ΝΑΤΟ τον Ιούνιο, αλλιώς θα αναβληθεί και πάλι η ένταξή τους.
Αυτά είναι θέματα τα οποία η Αθήνα και τα Σκόπια μπορούν να τα λύσουν μόνο από κοινού.
Υπάρχουν βέβαια διαμεσολαβατικές προσπάθειες, αλλά σε τελευταία ανάλυση το θέμα μπορεί να λυθεί διμερώς.
– Κύριε Μπάστιαν, μπορείτε να μας πείτε τη γνώμη σας για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας; Τον Αύγουστο λήγει το ελληνικό πρόγραμμα. Θα υπάρξει μια καθαρή έξοδος;
– Δεν ανήκω σε εκείνους, οι οποίοι παρουσιάζονται αυτόν τον καιρό ως συνήγοροι μιας «ιστορίας επιτυχίας» της Ελλάδας. Δεν είμαι πεπεισμένος ότι η εξέλιξη της οικονομίας και η μεταρρυθμιστική ικανότητα της χώρας είναι τόσο βιώσιμες, ώστε να μπορεί η ελληνική οικονομία αργότερα να αντισταθεί ακλόνητα σε άλλες κρίσεις.
Έχω την ίδια άποψη με τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, τον κ. Στουρνάρα, ο οποίος λέει ότι επί του παρόντος φυσικά και είναι προτεραιότητα η λεγόμενη καθαρή έξοδος, αλλά είναι απολύτως σκόπιμο να υπάρχει ένα μαξιλάρι ασφαλείας.
Με αυτόν τον τρόπο προσφέρει κανείς στον εαυτό του μια υπηρεσία και δεν είναι πολιτικά επικίνδυνο κατά την γνώμη μου να έλθει κανείς σε ένα συμβιβασμό με τους Ευρωπαίους δανειστές, ώστε να έχει εναλλακτικές επιλογές, να έχει χρηματικούς πόρους.
Δεν έχω την γνώμη ότι η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια μπορεί να επαναχρηματοδοτηθεί μόνη της από τις αγορές. Ιδίως δεν θα το μπορεί εάν αυξηθούν ξανά τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων.
– Ποια είναι η άποψή σας για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους;
-Η ελάφρυνση, η αναδιάρθρωση του χρέους είναι κατά την γνώμη μου απολύτως αναγκαία.
Είμαι της άποψης ότι στο παρελθόν χρησιμοποιήσαμε πολύ συχνά εμβαλωματικές λύσεις, οι οποίες οδήγησαν στην αναβολή του θέματος της ελάφρυνσης του χρέους κατά πέντε-έξι χρόνια, μετά από το πρώτο κούρεμα του χρέους το 2012, με αποτέλεσμα να το έχουμε και πάλι σήμερα στην ατζέντα.
Πρέπει να βρούμε τώρα μια βιώσιμη λύση, ώστε να μην χρειαστεί να ξανασυζητήσουμε το ίδιο θέμα και πάλι.
– Θα συμφωνήσει η νέα γερμανική κυβέρνηση, ο κ. Σολτς να γίνει ελάφρυνση του ελληνικού χρέους;
– Εδώ πρόκειται για το θέμα της ειλικρίνειας και της γερμανικής κοινής γνώμης, η οποία είναι ιδιαίτερα σκεπτικιστική. Ειλικρίνεια σημαίνει να κάνει κάποιος έναν απολογισμό, να δει ποια είναι η κατάσταση των πραγμάτων.
Κανένας επενδυτής δεν θα επενδύσει στην Ελλάδα και δεν μπορεί να έχει μακροπρόθεσμη χειροπιαστή εξασφάλιση, εάν δεν βλέπει μια προοπτική ελάφρυνσης του χρέους.
Το θεωρώ απολύτως παράτολμο να νομίζει κανείς ότι η Ελλάδα μπορεί να βγει από την κρίση του χρέους με τις δικές της δυνάμεις
– Επενδύσεις δηλαδή δεν θα έρθουν, εάν δεν γίνει ελάφρυνση του χρέους;
– Θα έρχονται πολύ λίγες επενδύσεις, όσο επικρέμεται η δαμόκλειος σπάθη του χρέους.