Δημιουργία αλυσίδων αξίας υψηλής προστιθέμενης αξίας και συστάδων επιχειρήσεων για προώθηση ελληνικού brand name. Τα κριτήρια επιλογής, η συνεργασία πανεπιστημίων-επιχειρήσεων και οι τεχνικές σχολές.
Ο ρόλος της Αναπτυξιακής Τράπεζας και η χρηματοδότηση. Μια βιομηχανία που θα παράγει προϊόντα υψηλής ποιότητας και υψηλής εγχώριας προστιθέμενης αξίας, ώστε να γίνει ένας από τους κύριους πόλους της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας έχει ως στόχο το σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης της κυβέρνησης το οποίο φέρει την σφραγίδα του υπουργού Οικονομίας Δημήτρη Παπαδημητρίου.
Το βασικό σχέδιο της κυβέρνησης θα μπει σε διαβούλευση στις 13 περιφερειακές διασκέψεις που θα γίνουν, αρχής γενομένης από αυτή στη Δυτική Μακεδονία σήμερα και αύριο προκειμένου οι τοπικοί φορείς να θέσουν τις δικές τους προτάσεις.
Στο οικονομικό επιτελείο πάντως κρατούν τις πρώτες ενδείξεις σημαντικής ανάκαμψης στον κλάδο, οι οποίες προκύπτουν και από το γεγονός ότι τα αιτήματα για την υπαγωγή στον νέο αναπτυξιακό νόμο σε ποσοστό πάνω από 50% αφορούν τον τομέα βιομηχανία μεταποίηση παρότι αρχικά αναμένονταν να σχετίζονται με τον τουρισμό.
Σύμφωνα με το κείμενο που καταρτίστηκε και παρουσιάζει το Euro2day.gr η στρατηγική αναπτύσσεται σε πέντε άξονες:
* Ανάπτυξη παραγωγικών δραστηριοτήτων που εκτείνονται κατά μήκος αλυσίδων αξίας με μεγάλη προστιθέμενη αξία για τη χώρα και οι οποίες περιλαμβάνουν δραστηριότητες έρευνας και καινοτομίας, λειτουργικές υποδομές (τεχνική υποστήριξη, πιστοποίηση κ.λπ.), όσο και λειτουργίες όπως ο εφοδιασμός και οι μεταφορές. Όπως σημειώνεται «με δεδομένα τα μικρά μεγέθη της ελληνικής βιομηχανίας και το περιορισμένο βάθος της, είναι προτιμότερη η προσέγγιση με βάση αλυσίδες αξίας σχετικά βραχείες, στις οποίες μπορεί να συνεργάζεται ένας σχετικά μικρός αριθμός επιχειρήσεων ή στις οποίες θα «συναντώνται» επιχειρήσεις και τεχνολογίες από διαφορετικούς τομείς για να απαντήσουν στις προκλήσεις συγκεκριμένων διεθνοποιημένων αγορών».
* Δημιουργία συστάδων επιχειρήσεων και συνεργατικών σχημάτων για την ανάπτυξη Έρευνας και Καινοτομίας, για κοινές λειτουργικές υποδομές, για οργάνωση της προώθησης και εμπορίας των προϊόντων, για καθιέρωση ελληνικού επώνυμου προϊόντος (Brand Name).
* Τη διαμόρφωση στρατηγικών ανάπτυξης για συγκεκριμένους κλάδους και προϊόντα της βιομηχανίας, που θα επιλεγούν με πολλαπλά κριτήρια.
* Τη δραστική αλλαγή στις σχέσεις έρευνας-παραγωγής και την άμεση συνεργασία των ελληνικών Πανεπιστημίων και Ερευνητικών Κέντρων με τη βιομηχανία. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην έκθεση αποκαλύπτεται ότι παρότι πολύ μεγαλύτερο μέρος της Ε&Α που χρηματοδοτούν οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα σε σχέση με τον μ.ό. της ΕΕ πραγματοποιείται από τα ΑΕΙ και Ερευνητικά Κέντρα, η σχέση βιομηχανίας και έρευνας στην Ελλάδα είναι δύσκολη και προβληματική καθώς απουσιάζουν μηχανισμοί πραγματικής προσέγγισης των δύο κοινοτήτων και χώροι συνδιαμόρφωσης πρωτοβουλιών. Γι’ αυτό οι νέες πρωτοβουλίες για Ταμεία Έρευνας και Καινοτομίας πρέπει να εμπλέξουν αποφασιστικά τις επιχειρήσεις και τους φορείς τους, σημειώνεται.
* Παράλληλα, προτείνεται η επανασύσταση των σχολών τεχνικής εκπαίδευσης, με άμεση αναφορά και σχέση με τους χώρους παραγωγής, κάτι που «θα δώσει τη δυνατότητα να διασωθεί, να αναδειχθεί και να ενισχυθεί όλη η συσσωρευμένη «άρρητη» τεχνική γνώση και εμπειρία που ακόμη υπάρχει στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και να μεταφερθεί στις νεότερες γενιές».
Απαραίτητη
Στο εισηγητικό σημείωμα τονίζεται ότι παρά τα πλήγματα που δέχτηκε η βιομηχανία παραμένει σημαντική για την ελληνική οικονομία, καθότι είναι ο τρίτος μεγαλύτερος εργοδότης στη χώρα, περιλαμβάνει τον μεγαλύτερο αριθμό επιχειρήσεων με περισσότερους από 100 εργαζόμενους, καθώς και αρκετές επιχειρήσεις σύγχρονες, διεθνώς ανταγωνιστικές και με σημαντική εξαγωγική δραστηριότητα.
«Επομένως, η επανεκκίνηση και ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας δεν είναι δυνατή χωρίς την ανάκαμψη της ελληνικής βιομηχανίας και την ανάκτηση και αύξηση του μεριδίου της στο ΑΕΠ». Ωστόσο όπως διαπιστώνεται απαιτείται μια ρεαλιστική, μεσομακροπρόθεσμη και ολοκληρωμένη βιομηχανική πολιτική.
«Οι δυσκολίες ενός τέτοιου εγχειρήματος δεν πρέπει να παραγνωρίζονται, καθώς η χώρα ουδέποτε διέθετε μια ολοκληρωμένη βιομηχανική πολιτική, αντίθετα εξαντλούνταν στην υποστήριξη κατεστημένων συμφερόντων, ευθέως με χρηματικούς πόρους αλλά και εμμέσως με νομοθετικές ρυθμίσεις, εξυπηρετήσεις πελατειακού τύπου κ.λπ.», αναφέρεται.
Παράλληλα, τονίζεται ότι ο κρίσιμος παράγοντας επιτυχίας του σχεδιασμού είναι «η αναβάθμιση του κυβερνητικού σχεδιασμού, συντονισμού και υλοποίησης, ει δυνατόν με διαρκή και ουσιαστική διακομματική επεξεργασία και συναίνεση, ώστε να διασφαλίζεται η αναγκαία μακροχρόνια και δεσμευτική διάσταση, και επομένως αποτελεσματικότητα, του εθνικού σχεδίου».
Το μέγεθος
Όπως προαναφέρθηκε το σχέδιο καλείται να δώσει απάντηση στο πρόβλημα του μικρού μεγέθους των εγχώριων επιχειρήσεων, μέσα από ένα πλέγμα δράσεων που αποβλέπουν στη συνεργασία και τις κοινές δράσεις.
Βασικός στόχος η δημιουργία «αλυσίδας αξίας» που δεν αποτελεί απλώς ένα άθροισμα επιμέρους δραστηριοτήτων από τον ίδιο ή και διαφορετικούς κλάδους, αλλά ένα οργανικά διασυνδεδεμένο σύνολο, ένα δίκτυο αλληλεπιδράσεωνμεταξύ όλων των σταδίων και εταίρων που αποτελούν ένα παραγωγικό βιομηχανικό σύστημα.
Ουσιαστικά πρόκειται για μια μετάβαση από την λογική του κλάδου σε ομάδες εταιρειών που από διαφορετικούς τομείς που θα καλούνται να απαντήσουν στις προκλήσεις συγκεκριμένων διεθνοποιημένων αγορών (π.χ. τα ήπια επεξεργασμένα τρόφιμα, το ενεργειακό κτίριο, τα ευφυή ενεργειακά δίκτυα, οι πολυτροπικές υπηρεσίες μεταφοράς, η νανοηλεκτρονική στην άμυνα και την ασφάλεια και η προσωπική γονιδιωματική).
Σε αυτό το πλαίσιο, προτεραιότητα αποτελεί η σταδιακή στροφή από τους κλάδους στις αλυσίδες αξίας και στην ενίσχυση των επιχειρήσεων ανάλογα με τη θέση που κατέχουν σε αυτές.
Συναφής επιδίωξη της νέας βιομηχανικής πολιτικής είναι και η πλήρης αξιοποίηση του εγχώριου ανθρώπινου δυναμικού με επανασύσταση των σχολών τεχνικής εκπαίδευσης, με άμεση αναφορά και σχέση με τους χώρους παραγωγής, κάτι που εκτιμάται πως θα δώσει τη δυνατότητα να διασωθεί, να αναδειχθεί και να ενισχυθεί όλη η συσσωρευμένη «άρρητη» τεχνική γνώση και εμπειρία που ακόμη υπάρχει στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και να μεταφερθεί στις νεότερες γενιές.
Οι συστάδες επιχειρήσεων και το brand name
Όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά, σημαντική συμβολή στη βελτίωση της παραγωγικότητας της βιομηχανίας μπορεί να έχει η δημιουργία συστάδων επιχειρήσεων και συνεργατικών σχημάτων για την ανάπτυξη Έρευνας και Καινοτομίας, για κοινές λειτουργικές υποδομές, για οργάνωση της προώθησης και εμπορίας των προϊόντων, για καθιέρωση ελληνικού επώνυμου προϊόντος (Brand Name).
Η ανάδειξη και ενίσχυση της μικρής διάσπαρτης ελληνικής βιομηχανίας με τη συγκρότηση δικτύων και σύγχρονων συνεργατικών σχημάτων μπορεί να της προσδώσει οικονομικό κύρος και βαρύτητα και να την καταστήσει ικανή να αντιμετωπίσει τον ανταγωνισμό στις διεθνείς αγορές. Σημαντικός επίσης είναι και ο ρόλος των οργανωμένων θεματικών βιομηχανικών πάρκων που θα επιτρέψουν την «εσωτερίκευση» των εξωτερικών οικονομιών της βιομηχανικής παραγωγής.
Διαβούλευση πριν τη χρηματοδότηση
Ηδη σήμερα προβλέπεται η ενίσχυση των «συστάδων επιχειρήσεων» από πολλαπλές πηγές (π.χ. από τα προγράμματα του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα, Καινοτομία» (ΕΠΑΝΕΚ ΑΝΕΚ +11,11%) αλλά και τον νέο αναπτυξιακό νόμο 4399/2016). Ωστόσο όπως σημειώνεται η δημιουργία δικτύων προϋποθέτει μία μακρά και ουσιαστική διαβούλευση με επιχειρήσεις, πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα, χρηματοδότες κ.λπ., προκειμένου να επιτευχθεί η ορθή οριοθέτηση, η εκτίμηση εφικτότητας και συγκεκριμένοι ρόλοι. Η διαβούλευση θα πραγματοποιηθεί χωρίς διακρίσεις και τεχνητούς αποκλεισμούς (π.χ. ανάμεσα σε μεγάλες/μικρές επιχειρήσεις) και σίγουρα πριν την προκήρυξη οποιασδήποτε χρηματοδοτούμενης δράσης.
Τα κριτήρια
Η επιτυχία της προτεινόμενης βιομηχανικής πολιτικής εξαρτάται όχι μόνο από τη σωστή στοχοθέτηση και την υλοποίηση αποτελεσματικών οριζόντιων δράσεων και μέτρων, αλλά και από τη διαμόρφωση στρατηγικών ανάπτυξης για συγκεκριμένους κλάδους και προϊόντα της βιομηχανίας, που θα επιλεγούν με πολλαπλά κριτήρια, όπως:
· ο αναπτυξιακός δυναμισμός του κλάδου (μερίδιο κλάδου στη βιομηχανία, ρυθμός ανάπτυξης και αντοχή στην κρίση), που συνήθως συνδέεται με την ύπαρξη δυνητικού συγκριτικού πλεονεκτήματος,
· ο εξαγωγικός δυναμισμός του κλάδου (ύπαρξη συγκριτικού πλεονεκτήματος, εξαγωγικές δυνατότητες),
· οι δραστηριότητες έρευνας και καινοτομίας στον κλάδο (νέα προϊόντα),
· η ένταξη ή η δυνατότητα ένταξης σε αλυσίδες αξίας,
· η παραγόμενη προστιθέμενη αξία του κλάδου σε σχέση με τη συνολική αξία παραγωγής του,
· η παραγόμενη προστιθέμενη αξία του κλάδου σε σχέση με τη συνολική παραγόμενη προστιθέμενη αξία της μεταποίησης και
· η ελαστικότητα υποκατάστασης μεταξύ εγχωρίων και ξένων προϊόντων στις αγορές του εξωτερικού.
Η Αναπτυξιακή Τράπεζα
Στην έκθεση γίνεται παραδεκτό ότι οι βασικές προϋποθέσεις για να αποδώσουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα οι βιομηχανικές πολιτικές (κλαδικές και άλλες) είναι οι σημαντικές επενδύσεις στην καινοτομία και τις δεξιότητες, το σταθερό και ορθολογικό φορολογικό σύστημα, η ικανοποιητική πρόσβαση σε χρηματοδότηση, η επάρκεια των υποδομών και γενικότερα η δημιουργία ευνοϊκού για την επιχειρηματικότητα περιβάλλοντος.
Υπό αυτό το πρίσμα κρίσιμη είναι η δημιουργία της Αναπτυξιακής Τράπεζας που θα μπορεί να διοχετεύσει κρατικούς πόρους υπό μορφή δανείων, εγγυήσεων κ.λπ., ενώ θα μοχλεύει και ιδιωτικούς πόρους. Η λειτουργία αυτή δεν μπορεί να αφεθεί αποκλειστικά στο ιδιωτικό τραπεζικό σύστημα (εγχώριο ή διεθνές), διότι δεν διαθέτει ούτε μακροχρόνιο σχεδιασμό, καθώς στοχεύει στη βραχυ-μεσοπρόθεσμη μεγιστοποίηση των αποδόσεών του.
Εξίσου σημαντική είναι η διοχέτευση των (ελληνικών και ευρωπαϊκών) πόρων προς τις κατευθύνσεις που προδιαγράφηκαν. Ο νέος αναπτυξιακός νόμος, αλλά και το ΕΣΠΑ 2014-2020, κινούνται κατά βάση προς τις επιθυμητές κατευθύνσεις, πάντα στο πλαίσιο της όχι ακόμα πλήρως εξειδικευμένης βιομηχανικής πολιτικής της χώρας.
Το Φόρουμ Βιομηχανίας» και οι κρίσιμοι κλάδοι
Βασικό ρόλο στην προσπάθεια καλείται να διαδραματίσει το υφιστάμενο «Φόρουµ Βιοµηχανίας» που αποτελεί συντονιστικό όργανο για θέµατα βιοµηχανικής και επιχειρηµατικής πολιτικής και έχει αποκλειστικά γνωµοδοτικό και συµβουλευτικό χαρακτήρα. Παράλληλα, άλλοι νέοι ή υπό ίδρυση θεσμοί, όπως το Συμβούλιο Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας στο Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης, θα συμβάλουν εξίσου στη διαμόρφωση κατάλληλων πολιτικών για τη στήριξη της βιομηχανικής παραγωγής.
Οι θεσμοί αυτοί θα πρέπει όμως να διαθέτουν αποσαφηνισμένους ρόλους,συγκεκριμένη εντολή (mandate) και συνέχεια στη λειτουργία τους, και το κυριότερο να έχουν οργανική σύνδεση με τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία και μηχανισμούς.
Στο πλαίσιο του Φόρουμ λειτούργησαν μέχρι σήμερα τομεακές ομάδες εργασίας και προέκυψε συναίνεση όλων των φορέων που συμμετείχαν σε συγκεκριμένους βιομηχανικούς κλάδους / προϊόντα με αναπτυξιακές δυνατότητες. Οι δυναμικοί κλάδοι που προτείνονται, συμπίπτουν με εκείνους που έχουν προταθεί και από άλλες μελέτες διαφόρων δημόσιων και μη φορέων τα τελευταία χρόνια.
Οι κλάδοι αυτοί μπορεί να διαφέρουν στα χαρακτηριστικά και το μέγεθος, αλλά αντανακλούν τη σημερινή πραγματικότητα της ελληνικής βιομηχανίας και προδιαγράφουν τις νέες δραστηριότητες που θα μπορούσαν να στηρίξουν την αναπτυξιακή προσπάθεια.
Ειδικότερα, πρόκειται για:
* Κλάδους με ισχυρή και μακρά παρουσία στην ελληνική βιομηχανία ή που αξιοποιούν σημαντικούς πλουτοπαραγωγικούς πόρους της χώρας (π.χ. βιομηχανία τροφίμων σε συνδυασμό με τον αγροτικό τομέα, βασικών μετάλλων, μη μεταλλικών ορυκτών, διύλιση και επεξεργασία πετρελαίου),
* Κλάδους που επίσης στηρίχθηκαν και στηρίζονται στην τεχνογνωσία αλλά και την εμπειρία και τις δεξιότητες του ανθρώπινου δυναμικού (βιομηχανία προϊόντων από μέταλλα, επισκευή μηχανημάτων και εξοπλισμού),
* Κλάδους παραδοσιακούς ή νέους, οι οποίοι μπορούν να ενταχθούν σε δίκτυα οριζόντιας και κάθετης ολοκλήρωσης και αλυσίδες αξίας (ένδυση – υπόδηση στην αλυσίδα «τουρισμός, πολιτισμός, δημιουργικές βιομηχανίες») αλλά και
* κλάδους, με σημαντική ερευνητική δραστηριότητα (συμμετοχή σε εθνικά και ευρωπαϊκά ερευνητικά projects) και θετικές προοπτικές ανάπτυξης καινοτόμων προϊόντων υψηλής αξίας, διεθνώς ανταγωνιστικών (π.χ. φαρμακοβιομηχανία και υγεία, ΤΠΕ, χημικά προϊόντα, νέα υλικά όπως οι εφαρμογές νανοτεχνολογίας και τα υλικά κατασκευών, τρόφιμα και βιοτεχνολογία).
Τέλος, πέραν των κλάδων που ανήκουν στη μεταποιητική βιομηχανία, έμφαση δίνεται και στην περιβαλλοντική βιομηχανία.