«Η Ελλάδα χρειάζεται μια ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική για την ενέργεια» τόνισε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος και του ΕΒΕΑ, Κωνσταντίνος Μίχαλος μιλώντας στο συνέδριο Greek Energy Directory. Σημείωσε ακόμη ότι είναι απαραίτητο: «Να πάψουν να κινδυνεύουν οι επενδυτές ανά πάσα στιγμή από την επιβολή αναδρομικών μέτρων και την αθέτηση συμβατικών υποχρεώσεων. Γιατί για κάθε επενδυτή, το σημαντικότερο – σημαντικότερο και από τα όποια κίνητρα και διευκολύνσεις – είναι η σαφήνεια και η προβλεψιμότητα. Το να γνωρίζει ότι αυτό που ισχύει σήμερα θα ισχύει και αύριο. Ακόμη κι αυτή την αυτονόητη συνθήκη, στην Ελλάδα ακόμη δεν την έχουμε διασφαλίσει».
Όπως ανέφερε στην ομιλία του: «Το Greek Energy Directory αποτελεί το χάρτη της ελληνικής αγοράς ενέργειας. Μιας αγοράς η οποία αναπτύσσεται σταθερά, μέσα σε ένα ιδιαίτερα αντίξοο επιχειρηματικό περιβάλλον.
Οι υγιείς δυνάμεις αυτής της αγοράς, οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν και παρουσιάζονται στον Κατάλογο, μπορούν να αναδείξουν τον τομέα της ενέργειας σε κινητήριο δύναμη για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Είναι γνωστό ότι η ενέργεια ανήκει στους κλάδους που οφείλουν να πρωταγωνιστήσουν στην προσέλκυση επενδύσεων τα επόμενα χρόνια.
Η χώρα μας διαθέτει τα φυσικά πλεονεκτήματα για να διεκδικήσει μια θέση – κλειδί στον ενεργειακό χάρτη της ευρύτερης περιοχής.
Έχει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει τις σημαντικές πηγές ενέργειας που διαθέτει, ιδιαίτερα στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών, αλλά και να αναδειχθεί σε κόμβο των ενεργειακών διαδρόμων της Ευρώπης.
Είναι γεγονός ότι αυτές οι ευκαιρίες δεν έχουν αξιοποιηθεί επαρκώς μέχρι τώρα. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις συνθήκες που δημιούργησε η κρίση. Το κλίμα αβεβαιότητας που επικράτησε τα τελευταία χρόνια, η δυσκολία πρόσβασης σε χρηματοδότηση και η γενικότερη επιδείνωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, αποτελούν σοβαρούς ανασταλτικούς παράγοντες για την ανάληψη επενδυτικών και επιχειρηματικών πρωτοβουλιών.
Ωστόσο, πέρα από τις πρόσθετες δυσκολίες που δημιούργησε η κρίση, ο τομέας της ενέργειας στην Ελλάδα πάσχει και από τις δικές του, χρόνιες στρεβλώσεις και αδυναμίες.
– Μια αγορά ηλεκτρονικής ενέργειας που απελευθερώθηκε καθυστερημένα και χωρίς να έχουν διασφαλιστεί οι προϋποθέσεις που θα επέτρεπαν την πραγματική λειτουργία του ανταγωνισμού.
-Ένα θεσμικό πλαίσιο για τις ΑΠΕ το οποίο αποδείχθηκε μη βιώσιμο. Και στην πορεία δημιούργησε περισσότερα προβλήματα απ’ ότι ευκαιρίες, φέρνοντας σε δύσκολη θέση χιλιάδες επενδυτές.
-Αποκρατικοποιήσεις που καθυστέρησαν και εξακολουθούν να καθυστερούν, στέλνοντας αρνητικά μηνύματα στη διεθνή επενδυτική κοινότητα.
Και βέβαια, ένα γενικότερα εχθρικό επενδυτικό περιβάλλον: με ελλιπή χωροταξικό σχεδιασμό, με δαιδαλώδη νομοθεσία και ατελείωτη γραφειοκρατία, με αργούς ρυθμούς απονομής της δικαιοσύνης.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες θα έλεγε κανείς ότι όλες αυτές οι επιχειρήσεις – ειδικά οι μικρές και μεσαίες – που τόλμησαν να επενδύσουν και που καταφέρνουν ακόμη να δραστηριοποιούνται στον τομέα της ενέργειας, έχουν επιτύχει ένα ηρωικό κατόρθωμα.
Όμως, όπως και σε πολλούς άλλους τομείς, δεν μπορούμε πια να στηριζόμαστε στην υπερπροσπάθεια των ίδιων των επιχειρήσεων. Οι αντοχές και οι πόροι εξαντλούνται.
Η Ελλάδα χρειάζεται μια ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική για την ενέργεια.
Χρειάζεται ένα σύγχρονο πλαίσιο για τις Ανανεώσιμες Πηγές, το οποίο θα είναι ρεαλιστικό, ορθολογικό και σταθερό. Για να πάψει κάθε τόσο ο ιδιωτικός τομέας να χρηματοδοτεί τις πολιτικές του κράτους, μέσα από όλο και υψηλότερα τέλη και φόρους. Για να πάψει να υπονομεύεται η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων, προκειμένου να καλύπτονται τα ελλείμματα και οι αστοχίες του θεσμικού πλαισίου.
Και κυρίως για να πάψουν να κινδυνεύουν οι επενδυτές ανά πάσα στιγμή από την επιβολή αναδρομικών μέτρων και την αθέτηση συμβατικών υποχρεώσεων. Γιατί για κάθε επενδυτή, το σημαντικότερο – σημαντικότερο και από τα όποια κίνητρα και διευκολύνσεις – είναι η σαφήνεια και η προβλεψιμότητα. Το να γνωρίζει ότι αυτό που ισχύει σήμερα θα ισχύει και αύριο. Ακόμη κι αυτή την αυτονόητη συνθήκη, στην Ελλάδα ακόμη δεν την έχουμε διασφαλίσει.
Χρειάζεται, ακόμη, η ολοκλήρωση της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας, ώστε να λειτουργεί προς όφελος τόσο των προμηθευτών όσο και των καταναλωτών. Με σταθερό και διαφανές ρυθμιστικό πλαίσιο, με σαφείς κανόνες που θα ισχύουν για όλους.
Χρειάζεται ένα ανταγωνιστικό φορολογικό καθεστώς στην ενέργεια, ώστε να μετριαστεί το δυσβάσταχτο κόστος της ενέργειας, ειδικά για τον τομέα της βιομηχανίας.
Χρειάζεται η προώθηση μιας σειράς μεγάλων ενεργειακών έργων, με συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα: όπως είναι η δημιουργία αιολικών πάρκων, αλλά και η ανάπτυξη υποδομών διαμεταφοράς φυσικού αερίου. Μέσα από τέτοια έργα, μπορούν να κινητοποιηθούν σημαντικές επενδύσεις σε υποστηρικτικούς κλάδους, να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και να ισχυροποιηθεί η θέση της Ελλάδας, ως ενεργειακής πύλης εισόδου στην Ευρώπη.
Η αξιοποίηση των δυνατοτήτων της χώρας στον τομέα της ενέργειας οφείλει να αντιμετωπιστεί ως εθνική προσπάθεια. Μια προσπάθεια που απαιτεί σαφή και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, αποτελεσματικότητα, αλλά και υπευθυνότητα από όλους: από την κυβέρνηση και από όλα τα πολιτικά κόμματα, από την επιστημονική και την επιχειρηματική κοινότητα, από τις τοπικές κοινωνίες.
Αυτό που επιβάλλεται -και που οφείλουμε να απαιτήσουμε- είναι ο έλεγχος, η διαφάνεια και η λογοδοσία σε όλα τα επίπεδα, όσον αφορά την προστασία του περιβάλλοντος, την προστασία του εθνικού συμφέροντος.
Ας αφήσουμε όμως τις επενδύσεις έξω από πολιτικές αντιπαραθέσεις και σκοπιμότητες. Ας πάψουμε να τις ενοχοποιούμε εκ προοιμίου. Ας πάψουμε να πριονίζουμε το κλαδί στο οποίο καθόμαστε.
Ας ενώσουμε τις δυνάμεις μας για να βρούμε λύσεις στις όποιες θεσμικές και δομικές αδυναμίες παραμένουν. Για να ενισχύσουμε την εξωστρέφεια, τη δικτύωση και την ανάπτυξη συνεργασιών μεταξύ ελληνικών και ξένων επιχειρήσεων. Για να ενημερώσουμε σωστά τις τοπικές κοινωνίες. Για να προβάλουμε τα πλεονεκτήματα και να ισχυροποιήσουμε τη θέση της Ελλάδας στο ενεργειακό τοπίο της περιοχής.
Σε αυτή την κατεύθυνση είμαι βέβαιος ότι θα συμβάλει ο Κατάλογος που παρουσιάζεται σήμερα, προβάλλοντας και αναδεικνύοντας τις υγιείς επιχειρηματικές δυνάμεις του τόπου.»