Τις προτάσεις του επιχειρηματικού κόσμου, που θα πρέπει να λάβει σοβαρά η κυβέρνηση για να υπάρξουν καλύτερες μέρες το 2016 αναλύει ο Κωνσταντίνος Μίχαλος, πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ, σε άρθρο του στον ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Σύμφωνα με τον κ. Μίχαλο:
“Πλησιάζουμε στο τέλος μιας χρονιάς που χαρακτηρίστηκε από ακραία οικονομική και πολιτική αβεβαιότητα και από εξελίξεις που είχαν άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στη λειτουργία της αγοράς. Το δεύτερο εξάμηνο του 2015 ήταν ίσως το δυσκολότερο των τελευταίων ετών.
Η Ελλάδα βρέθηκε ένα βήμα πριν την έξοδο από το ευρώ, για να οδηγηθεί τελικά σε ένα νέο, επώδυνο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής. Η επιχειρηματική δραστηριότητα, πέραν των άλλων εμποδίων, βρέθηκε αντιμέτωπη και με τον εφιάλτη των κεφαλαιακών ελέγχων, ενώ για αρκετούς μήνες η οικονομία κινήθηκε με τις τράπεζες να υπολειτουργούν. Από την προσδοκία για ανάπτυξη της τάξης του 2% φέτος, αναμένουμε πλέον σημαντική ύφεση τόσο για το 2015 όσο και για το 2016.
Θα ήταν υπεραισιόδοξο να ισχυριστούμε ότι τα χειρότερα είναι πίσω μας, έχοντας βιώσει τις ανατροπές της προηγούμενης χρονιάς. Ωστόσο, την προηγούμενη χρονιά υπήρξε ένα – μοναδικό ίσως – θετικό στοιχείο: Για πρώτη φορά μετά το 2010, έχουμε κυβέρνηση και αντιπολίτευση να συμφωνούν ότι η διάσωση της ελληνικής οικονομίας περνά μέσα από τη στήριξη των εταίρων μας στην ευρωζώνη.
Η προσγείωση στην πραγματικότητα, όσο κι αν ήταν επώδυνη, μπορεί να λειτουργήσει θετικά στο βαθμό που περιορίζει την αβεβαιότητα. Στη διάρκεια της προηγούμενης πενταετίας, η Ελλάδα έγινε συνώνυμη του ρίσκου, με αποτέλεσμα να πλήττεται θανάσιμα η οικονομική δραστηριότητα. Σήμερα, ο κίνδυνος δεν έχει εκλείψει και ο εφησυχασμός θα ήταν τεράστιο λάθος, καθώς οι κύκλοι που θέλουν την Ελλάδα εκτός ευρωζώνης δεν έχουν καταθέσει τα όπλα. Ας κρατήσουμε, λοιπόν, αυτή την παρακαταθήκη από τη δύσκολη χρονιά που φεύγει.
Επιπλέον, το 2016 μπορεί να αποκτήσει θετικό πρόσημο, εφόσον διασφαλιστούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις. Το κύριο ζητούμενο είναι η αναχαίτιση της ύφεσης και η δημιουργία συνθηκών ανάπτυξης, με κινητήριο δύναμη τις ιδιωτικές επενδύσεις και την εξωστρεφή επιχειρηματική δραστηριότητα.
Ζήτημα άμεσης προτεραιότητας προς αυτή την κατεύθυνση είναι η αποκατάσταση της ομαλής λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος και της εμπιστοσύνης των καταθετών, ώστε να αυξηθούν οι διαθέσιμες πιστώσεις και να επιστρέψει το κόστος του χρήματος σε ανταγωνιστικά επίπεδα.
Εξίσου άμεση ανάγκη είναι να πάψει επιχειρηματικότητα να βρίσκεται στο στόχαστρο της φορολογικής πολιτικής, με την κάθε μέρα να φέρνει νέες αυξήσεις και επιβαρύνσεις. Ας καταλάβουν πλέον, τόσο οι κυβερνώντες όσο και οι δανειστές, ότι χωρίς ένα σταθερό, απλό και ανταγωνιστικό φορολογικό καθεστώς, δεν μπορεί να υπάρξει ανάκαμψη της οικονομίας και της απασχόλησης.
Σημαντικό ζητούμενο είναι και η αναζωογόνηση του επενδυτικού τοπίου, που έχει παγώσει εδώ και πολλούς μήνες. Απαιτείται άμεση ενεργοποίηση του Επενδυτικού Νόμου και των προγραμμάτων του ΕΣΠΑ, με νέα κίνητρα για μεγάλες παραγωγικές επενδύσεις, αλλά και νέα εργαλεία για τη στήριξη της Μικρομεσαίας και της καινοτόμου επιχειρηματικότητας. Σήμερα, δεν υπάρχει πλέον η πολυτέλεια της πολυδιάσπασης και της σπατάλης διαθέσιμων πόρων σε αποσπασματικές δράσεις, οι οποίες δεν παράγουν αναπτυξιακό άθροισμα.
Γι αυτό απαιτείται η διαμόρφωση ενός ξεκάθαρου εθνικού σχεδίου για την ανάπτυξη, το οποίο θα ακολουθείται ανεξάρτητα από τις εναλλαγές προσώπων και κομμάτων στην κυβέρνηση. Το σχέδιο αυτό θα πρέπει να επικεντρώνει στην αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας, με τη δημιουργία νέων, καινοτόμων βιομηχανιών, που θα παράγουν διεθνώς ανταγωνιστικά προϊόντα, με διαφοροποίηση και αναβάθμιση της παραγωγής του παραδοσιακού βιομηχανικού χώρου, με ενίσχυση και την ανάδειξη νέων, εξωστρεφών κλάδων υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Παράλληλα με την εφαρμογή μιας συνεκτικής επενδυτικής πολιτικής, χρειάζεται να επιταχυνθούν οι μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση του επενδυτικού περιβάλλοντος στη χώρα: Για την αναμόρφωση της δημόσιας διοίκησης, τη βελτίωση της διαδικασίας απονομής δικαιοσύνης, τη δημιουργία συνθηκών πραγματικού ανταγωνισμού στις αγορές και τη διαμόρφωση ενός απλούστερου και σταθερού θεσμικού πλαισίου, με ξεκάθαρους κανόνες που ισχύουν για όλους.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις, έχοντας αντέξει τους κλυδωνισμούς της χρονιάς που φεύγει, χρειάζονται ένα βιώσιμο περιβάλλον, για να μπορέσουν να σταθούν ξανά στα πόδια τους, να ανακτήσουν τη δυναμική τους και να σχεδιάσουν το μέλλον τους. Αυτό που ζητούν και αξιώνουν από το πολιτικό σύστημα, είναι σταθερότητα, σοβαρή διακυβέρνηση και μεταρρυθμίσεις”.