Η τραπεζική ένωση θα πρέπει να γίνει πλήρης για να προστατεύει από μελλοντικές καταρρεύσεις τραπεζών αναφέρεται δημοσίευμα των «Financial Times».
Η θέση σε λειτουργία του ενιαίου μηχανισμού επίλυσης, όπως αποκαλείται, έρχεται μετά την σημαντική επέκταση των αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας τον Νοέμβριο του 2014, τέτοιων μάλιστα που πλέον έχει υπό την εποπτεία της 5.500 τράπεζες της ζώνης του ευρώ.
Αυτά τα βήματα, όπως σημειώνεται, είναι δύο από τις πιο χρήσιμες πρωτοβουλίες που έχει υιοθετήσει η Ε.Ε. ως απάντηση της χρηματοπιστωτικής κρίσης που έπληξε το ευρωπαϊκό μπλοκ μετά το 2008, αποσταθεροποιώντας τις τράπεζες της Ευρώπης και θέτοντας εν αμφιβόλω την επιβίωση της νομισματικής ένωσης.
Ωστόσο, επισημαίνουν οι Financial Times ένα τρίτο, ακόμη πιο πολιτικά ευαίσθητο βήμα προς την πλήρη τραπεζική ένωση είναι απαραίτητο προκειμένου να μειωθεί στο ελάχιστο ο κίνδυνος νέων κρίσεων που μπορεί να προκύψουν στο μέλλον και σε περίπτωση που συμβούν, να περιοριστούν οι συνέπειές τους.
Το 2016 οι κυβερνήσεις και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στις Βρυξέλλες θα πρέπει να κάνουν ό,τι μπορούν προκειμένου να υπάρξει πρόοδος όσον αφορά τον στόχο της κοινής εγγύησης καταθέσεων.
Όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται, αυτό είναι κάτι που ευκολότερα λέγεται, παρά γίνεται.
Η αντίθεση της Γερμανίας στην κοινή εγγύηση καταθέσεων είναι έντονη, καθώς υποπτεύεται ότι αυτό αποτελεί ένα προπέτασμα καπνού ώστε οι φορολογούμενοί της και αποταμιευτές να πληρώσουν εκ μέρους αποταμιευτών σε άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ που έχουν καταρρεύσει τράπεζες.
Η Γερμανία επίσης σημειώνει ότι οι υπεύθυνοι πολιτικής στην Ε.Ε. θα πρέπει να μειώσουν την υπερβολική ανάληψη κινδύνου στον χρηματοπιστωτικό τομέα πριν προχωρήσουν σε μέτρα καταμερισμού κινδύνου, όπως είναι η κοινή εγγύηση καταθέσεων.
Αναμφίβολα, είναι απαραίτητες ορισμένες προφυλάξεις πριν αποφασιστεί η κοινή εγγύηση καταθέσεων, όμως, όπως σημειώνεται, όσο μεγαλύτερη είναι η καθυστέρηση στη δημιουργία της, τόσο περισσότερο η Ευρωζώνη θα παραμένει ευάλωτη σε χρηματοπιστωτικά σοκ και στον κίνδυνο μετάδοσης, κάτι για το οποίο κάποια μέρα ίσως κληθεί να πληρώσει μεγαλύτερο τίμημα.