Ένα εγκωμιαστικό άρθρο για την ελληνική οικονομία δημοσιεύει το Bloomberg Businessweek, με τον τίτλο “Γεια σου: Η Ελλάδα κατορθώνει μια απίστευτη ανάκαμψη”.
Το δημοσίευμα, που υπογράφει ο Πίτερ Κόι, επισημαίνει ότι το διάγραμμα της διακύμανσης των spreads των ελληνικών ομολόγων αφηγείται μια ιστορία άξια θαυμασμού.
Η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου είχε φθάσει στο τιμωρητικό και απαγορευτικό 30%. Σήμερα είναι κάτω από 7%, σημάδι πως οι επενδυτές εμπιστεύονται όλο και περισσότερο την δυνατότητα της χώρας να αποπληρώνει τα χρέη της. Είναι σπάνιο μια χώρα να αποκαθιστά την εικόνα τους προς τους πιστωτές τόσο γρήγορα, αναφέρει το δημοσίευμα.
Η προσοχή του κόσμου στράφηκε αλλού από την εποχή της έναρξης της ελληνικής κρίσης χρέους (έχουν συμβεί πολλά από τότε), όμως αξίζει να σταθούμε για λίγο και να εξετάσουμε όσα σωστά έγιναν, καθώς και τις τεράστιες προκλήσεις που απομένουν.
Σε αδρές γραμμές, αυτό που έγινε σωστά είναι ότι η τρόικα των δανειστών χορήγησε στην ελληνική κυβέρνηση φθηνά δάνεια, ώστε να μην είναι αναγκασμένη να δανείζεται με εξωφρενικά επιτόκια από τις αγορές. Και η ελληνική κυβέρνηση υπήρξε αναπάντεχα επιτυχής στη μείωση των δαπανών, που ήταν ουσιώδης για να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Η Ελληνική Δημοκρατία κατόρθωσε να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα ένα χρόνο νωρίτερα του προγραμματισμένου και τώρα ελπίζει να επανέλθει στις αγορές πριν από την διεξαγωγή των ευρωεκλογών.
Η υπομονή του λαού
Αναπάντεχη ήταν και η στωικότητα του ελληνικού λαού, που υπέστη την οικονομική κρίση χωρίς βίαια ξεσπάσματα. Οι Έλληνες έπρεπε να περάσουν από την κατάσταση των δαπανών πέραν των δυνατοτήτων τους, στο απότομο και ακραίο σφίξιμο του ζωναριού.
Η “εσωτερική υποτίμηση”, αναγκαία για να αποκατασταθεί η ανταγωνιστικότητα, είχε ως αποτέλεσμα την ραγδαία υποχώρηση του βιοτικού επιπέδου και την εκτόξευση της ανεργίας στο 27%.
Η Καθολική φιλανθρωπική οργάνωση Caritas ανακοίνωσε ότι οι περικοπές στο κοινωνικό κράτος στην Ελλάδα και άλλα ευρωπαϊκά κράτη πλήττει κυρίως τα παιδιά, προειδοποιώντας για μια “άδικη Ευρώπη”.
Αυτή την εβδομάδα, όταν οι Έλληνες γιόρταζαν την επέτειο της 25ης Μαρτίου, οι τράπεζες κατόρθωσαν να πουλήσουν σε ξένους επενδυτές μετοχές αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενισχύοντας την κεφαλαιακή τους επάρκεια και την δυνατότητά τους να χορηγούν νέα δάνεια. Η κυβέρνηση μπορεί πλέον να επενδύει σε απαραίτητα έργα υποδομής.
Οι επενδύσεις, οι προκλήσεις και οι κίνδυνοι
Το πρακτορείο Bloomberg μετέδωσε ότι κατά τις προσεχείς εβδομάδες θα προκηρυχθούν διαγωνισμοί για επένδυση 750 εκατ. ευρώ σε αεροδρόμιο στην Κρήτη και 400 εκατ. ευρώ για την Εθνική Οδό Κορίνθου-Πατρών, ενώ στόχος είναι να ολοκληρωθεί μέχρι το 2017 το σύγχρονο σιδηροδρομικό δίκτυο.
Επίσης, γίνονται προσπάθειες για την δημιουργία δικτύου Wi-Fi μέχρι το τέλος του έτους.
Ο τουρισμός ανακάμπτει και η Ε.Ε έχει προβλέψει για το 2014 επιστροφή στην ανάπτυξη, έστω και κάτω του 1%.
Ωστόσο, η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τεράστιες προκλήσεις. Η κυριότερη είναι πως η λιτότητα δεν επαρκεί. Η χώρα πρέπει να εξαλείψει επιδοτήσεις και φραγμούς που προστατεύουν συμφέροντα με πολιτικές διασυνδέσεις, ενώ την ίδια στιγμή επιβαρύνουν την κοινωνία και βλάπτουν την ανάπτυξη.
Η έκθεση του ΟΟΣΑ κατονομάζει “περισσότερους από 500 περιορισμούς που ρυθμίζουν τα πάντα, από την ζωή του φράσκου γάλακτος στο ράφι μέχρι την πώληση βιταμινών από τα φαρμακεία”, με κόστος για τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές που ανέρχεται στα 5 δισ. ευρώ ετησίως.
Η Τράπεζα της Ελλάδος, σε έκθεσή της τον Φεβρουάριο, τόνισε ότι οι δομικές μεταρρυθμίσεις πρέπει να είναι “βαθύτερες και ταχύτερες”. Σε αντίθετη περίπτωση, “η αναμενόμενη ανάκαμψη θα είναι διστακτική και εύθραυστη, υπονομεύοντας τις προπτικές της χώρας για ανάπτυξη”.
Άρα δεν είναι όλα τα νέα καλά για την Ελλάδα. Όμως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η χώρα είναι σε καλύτερη κατάσταση τώρα, παρά όταν οι αποδόσεις των ομολόγων της ήταν στο 30%, καταλήγει το δημοσίευμα.