Αν και η Ευρώπη επιμένει στην τήρηση των συμφωνηθέντων και σε «βαθιές» τομές στην ελληνική οικονομία, εντούτοις η Αθήνα θα έχει τις ευκαιρίες της, να «κερδίσει» μία σχετική ευελιξία στην εφαρμογή του Μνημονίου.
Είναι δεδομένο ότι ο επόμενος ένοικος του Μεγάρου Μαξίμου θα κληθεί να βγάλει τα «κάστανα από την φωτιά», καθώς θα έχει μπροστά του τον «μπούσουλα» του Μνημονίου από τον οποίο ελάχιστα θα μπορεί να παρεκκλίνει, όμως οι Βρυξέλλες φαίνεται πως με τον έναν ή τον άλλο τρόπο του δίνουν την ευκαιρία να περιορίσει την ασφυκτική πίεση που ασκούν οι κατευθύνσεις του νέου Προγράμματος.
Ήδη για τις χώρες που επιβαρύνονται από το «κύμα» των προσφύγων άνοιξε «παράθυρο» χαλάρωσης του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης με πρωτοβουλία της λουξεμβουργιανής προεδρίας και κατόπιν σχετικού αιτήματος της Ιταλίας, της Αυστρίας και της Ιρλανδίας.
Από την εξέλιξη αυτή μπορεί να επωφεληθεί και η Ελλάδα σε περίπτωση που κριθεί τελικά ότι πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν το πρόσθετο οικονομικό κόστος για τους προϋπολογισμούς, αλλά και οι επιπτώσεις σε τομείς όπως η απασχόληση.
Το όλο θέμα τέθηκε επί τάπητος στη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης και της Ε.Ε. την Παρασκευή και το Σάββατο στο Λουξεμβούργο, όπου ανατέθηκε στην Κομισιόν.
Η προεδρία, αλλά και αρκετά κράτη – μέλη προτείνουν οι κρατικές δαπάνες που σχετίζονται με την προσφυγική κρίση να εξαιρούνται από τους κανόνες της Ε.Ε. για τα δημοσιονομικά ελλείμματα. Καλούν δε την Κομισιόν να αναλύσει σε ποιο βαθμό η προσφυγική κρίση θα μπορούσε να θεωρηθεί «έκτακτη περίπτωση» στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Από την άλλη σχεδόν δεδομένη θεωρούν την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους οι άνθρωποι της αγοράς, αν και αποκλείουν μια πραγματική διαγραφή του τρέχοντος χρέους και εκτιμούν πως η βοήθεια στην Ελλάδα θα λάβει τη μορφή «χαμηλότερων επιτοκίων, αναστολής πληρωμής τόκων, μεγαλύτερων περιόδων χάριτος και αποπληρωμής».
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ του Βαγγέλη Δουράκη για το matrix24.gr, οι συζητήσεις για την ελάφρυνση του χρέους θα διεξαχθούν «αμέσως μετά» την πρώτη αξιολόγηση του νέου ελληνικού προγράμματος, η οποία θα αρχίσει πιθανόν τον Οκτώβριο, όπως εκτιμάται και αναμένεται στις όποιες αποφάσεις ρόλο να διαδραματίσει και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Μια τέτοια εξέλιξη θα συμβάλλει τα μέγιστα ώστε η νέα Κυβέρνηση να διαχειριστεί ακόμη καλύτερα τα οικονομικά δεδομένα που θα έχει μπροστά της.
Αλλά και το γεγονός ότι και το Ενιαίο Συμβούλιο Εκκαθάρισης «βλέπει» ως ιδιαίτερη και ξεχωριστή την ελληνική περίπτωση της ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, μάλλον ως θετικό στοιχείο θα πρέπει να εκληφθεί: «H διάσωση των ελληνικών τραπεζών δεν θα πρέπει να θεωρείται πρότυπο για τις μελλοντικές διασώσεις των ευρωπαϊκών τραπεζών», διαμήνυσε η επικεφαλής του Συμβουλίου (Single Resolution Board), Έλκε Κένινγκ.
Εν όψει της νέας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, η οποία θα χρηματοδοτηθεί με δημόσια κεφάλαια, η Έλκε Κένινγκ διευκρίνισε ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα συνιστά μία εξαίρεση, καθώς οι εγχώριες τράπεζες έγιναν όμηροι μίας υπερχρεωμένης κυβέρνησης.
Όπως είπε, οι μελλοντικές εκκαθαρίσεις τραπεζών θα ακολουθήσουν του νέους ευρωπαϊκούς κανόνες, οι οποίοι αναμένεται να τεθούν σε ισχύ τον Ιανουάριο. Βάσει αυτών, ορίζεται ότι όσοι έχουν μερίδιο σε μια τράπεζα, από τους μετόχους έως τους πιστωτές και τους μη εξασφαλισμένους καταθέτες (άνω των 100.000 ευρώ), συνεισφέρουν στη διάσωση.
Ως μέρος του πακέτου διάσωσης, η Ελλάδα αναμένεται να λάβει 25 δισ. ευρώ για την κάλυψη των κεφαλαιακών αναγκών των τραπεζών της.
Όλα αυτά μοιάζει να συνθέτουν μια ευνοϊκή συγκυρία για την νέα ελληνική Κυβέρνηση που θα μπορεί μεν να την εκμεταλλευτεί υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα δώσει σαφή δείγματα γραφής πρέπει μεν να εφαρμόσει