Η ενίσχυση του κλίματος αβεβαιότητας σε σχέση με τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και η επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων αναμένεται να επιδράσουν με αρνητικό τρόπο στην εγχώρια οικονομική δραστηριότητα, εκτιμά η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης και Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank στη νέα έκδοση του περιοδικού δελτίου Greece Macro Monitor.
Όπως αναφέρεται στη μελέτη με τίτλο «Προκαταρκτική ανάλυση για τις μακροοικονομικές επιπτώσεις των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων», ήδη διαφαίνονται τα πρώτα σημάδια ενός ακόμη υφεσιακού έτους, το έβδομο τα τελευταία οκτώ χρόνια, με μειωμένη κατανάλωση, καθυστέρηση προγραμματισμένων επενδυτικών σχεδίων, αναιμικές εξαγωγές και υψηλή ανεργία.
«Οι πλέον πρόσφατες εξελίξεις, όπως η συμφωνία της Συνόδου Κορυφής της 12ης Ιουλίου, η ψήφιση των προαπαιτούμενων μεταρρυθμίσεων για το δάνειο “γέφυρα”, με σκοπό την κάλυψη των άμεσων χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας, καθώς και η άρση της τραπεζικής αργίας, αποτελούν βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο, αναμένεται ότι οι αρνητικές συνέπειες της πρόσφατης αναταραχής θα συνεχίσουν να γίνονται αισθητές για κάποιο χρονικό διάστημα», υποστηρίζουν οι αναλυτές της τράπεζας.
Σκοπός της μελέτης είναι η παρουσίαση μίας προκαταρκτικής αξιολόγησης των δυνητικών επιπτώσεων των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων. Ειδικότερα, διακρίνουμε δύο βασικούς μηχανισμούς μετάδοσης της προαναφερθείσας διαταραχής. Ο πρώτος σχετίζεται με τα κόστη συναλλαγών (transaction costs) και ο δεύτερος με την αύξηση της αβεβαιότητας και τη χειροτέρευση του οικονομικού κλίματος.
Σε ό,τι αφορά τα κόστη συναλλαγών, η Eurobank προβλέπει τα ακόλουθα:
Συναλλακτικές συνήθειες και κόστος προσαρμογής
Ο περιορισμός ανάληψης μετρητών από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα οδηγεί σε αύξηση του σχετικού κόστους συναλλαγών με τη χρήση φυσικού χρήματος. Δυνητικά, η εξέλιξη αυτή θα ενισχύσει τα κίνητρα των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων να πραγματοποιούν συναλλαγές με πλαστικό χρήμα.
Ωστόσο, η μετάβαση προς το νέο υπόδειγμα συναλλαγών δεν θα είναι στιγμιαία. Τουναντίον, θα υπάρξει μία περίοδος προσαρμογής που εμπεριέχει χρονικό κόστος. Το συγκεκριμένο επιχείρημα ενισχύεται και από το γεγονός ότι η Ελλάδα κατατάσσεται στην 26η θέση μεταξύ των 28 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ό,τι αφορά τη ροπή προς πραγματοποίηση ηλεκτρονικών συναλλαγών (European Commission, DESI (2015). Τα προαναφερθέντα στοιχεία αναμένεται να δημιουργήσουν αρνητικές διαταραχές τόσο στον τομέα της ζήτησης (μείωση της κατανάλωσης) όσο και σε αυτόν της προσφοράς (μείωση της παραγωγής). Όσο πιο σύντομη είναι η περίοδος προσαρμογής, τόσο πιο μικρό θα είναι το συνολικό κόστος (αύξηση της ανεργίας και μείωση των εισοδημάτων) για την οικονομία.
Εξωτερικός Τομέας και Επενδύσεις
Οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων αναμένεται να οδηγήσουν σε συρρίκνωση των εισαγωγών, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Η εξέλιξη αυτή θα έχει επιπτώσεις τόσο στην εγχώρια όσο και στην εξωτερική αγορά, κυρίως εάν ληφθεί υπ’ όψιν ότι μεγάλο μέρος του εξαγωγικού εμπορίου στηρίζεται σε εισαγόμενες πρώτες ύλες.
Παράλληλα, δυσχεραίνονται οι αποφάσεις για την υλοποίηση επενδύσεων στην ελληνική οικονομία. Στην αναμενόμενη απόδοση του δυνητικού επενδυτή θα πρέπει τώρα να συμπεριληφθεί και ένα επιπλέον ασφάλιστρο κινδύνου, εξαιτίας της επιβολής των περιορισμών κεφαλαίων. Όλα τα παραπάνω είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε χειροτέρευση της κατάταξης της χώρας στους διεθνείς δείκτες ανταγωνιστικότητας.
Τουρισμός
Οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων επιβλήθηκαν σε μία περίοδο αιχμής για την τουριστική δραστηριότητα. Υπενθυμίζεται ότι στην περίπτωση της Ελλάδας, η κορύφωση των τουριστικών εσόδων λαμβάνει χώρα μεταξύ Μαΐου και Σεπτεμβρίου κάθε έτους. Παρόλο που, όπως φαίνεται, υπήρξε κάποια βραχυπρόθεσμη επίπτωση σε όρους αφίξεων, αναμένεται σχετική ανάκαμψη, μέχρι το τέλος της τουριστικής περιόδου.
Επιπρόσθετα, οι παρεχόμενες υπηρεσίες του τουριστικού κλάδου βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στις εισαγωγές προϊόντων. Συνεπώς, η συνέχιση της δυσχερούς κατάστασης που σήμερα παρατηρείται στο εισαγωγικό εμπόριο δύναται να έχει έμμεσες επιδράσεις και στο τουριστικό προϊόν. Το 2014, η άμεση συνεισφορά του εν λόγω κλάδου στην εγχώρια παραγωγική δραστηριότητα ήταν υψηλή, 9,5% του ΑΕΠ. Επομένως, ακόμα και μικρές αρνητικές διαταραχές στον τουριστικό κλάδο δεν θα έχουν αμελητέες επιπτώσεις για το σύνολο της οικονομίας.
Σε ό,τι αφορά την αύξηση της αβεβαιότητας, οι αναλυτές της τράπεζας επισημαίνουν ότι η επιδείνωση του κλίματος αβεβαιότητας δεν οφείλεται μόνο στην επιβολή των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, αλλά, κυρίως, στη σημαντική καθυστέρηση των διαπραγματεύσεων για το νέο πρόγραμμα δανειοδότησης της ελληνικής οικονομίας.
Ως εκ τούτου, η επιτυχής ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων, η σταδιακή σταθεροποίηση της οικονομίας και η ανάκτηση της εμπιστοσύνης στο εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αναμένεται να οδηγήσουν σε βαθμιαία αποκλιμάκωση της αβεβαιότητας. Η Eurobank εκτιμά πως η εξέλιξη αυτή θα δημιουργούσε τις απαραίτητες συνθήκες για τη σταδιακή απελευθέρωση των περιορισμών ή ακόμα και την ολοκληρωτική κατάργησή τους.