«Η επιτυχία είναι της κυβέρνησης και των διωκτικών αρχών. Δίνει το στίγμα ότι είμαστε άτεγκτοι σε όσους παραβιάζουν τον νόμο», τόνισε στη Βουλή ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη Νίκος Τόσκας αναφερόμενος στην σύλληψη των Σακκά και Σεϊσίδη.
Ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής Ηλίας Κασιδιάρης υποστήριξε ότι οι συλληφθέντες είχαν «πολιτική κάλυψη από την κυβέρνηση, είναι δυστυχώς πολιτικά παιδιά του ΣΥΡΙΖΑ» και υποστήριξε ότι το 2013 είχαν δοθεί συνεντεύξεις τύπου στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ (Βούτσης, Δρίτσας) υπέρ της αποφυλάκισης του Σακκά.
Πρόκειται για «παραλήρημα και ανακάτωμα του παρελθόντος», απάντησε ο κ. Τσόσκας και υπογράμμισε ότι «αξιοποιούν τις δημοκρατικές διαδικασίες αυτοί που υπονομεύουν την Δημοκρατία. Κάνουν κριτική για να την υπονομεύσουν και δεν μπορούν να είναι τιμητές της Δημοκρατίας και των θεσμών οι υπονομευτές της».
«Οι “πλαδαρές” δημοκρατίες, όπως τις έχει αποκαλέσει ο αρχηγός τους ο Μιχαλολιάκος, αργούν, αλλά είναι πιο αποτελεσματικές για να μην επικρατήσουν οι απολυταρχίες και τα απολυταρχικά καθεστώτα», τόνισε.
Ο αναπληρωτής υπουργός αναφέρθηκε στις συλλήψεις για ναρκωτικά στα Εξάρχεια και προανήγγειλε νέες συλλήψεις και μάλιστα κοντά στην Χρυσή Αυγή.
«Δεν ενεργούμε σε μία βραδιά με εφ’ όπλου λόγχη και ξεχνάμε τις άλλες μέρες. Δουλεύουμε με σύστημα και μεθοδικότητα και αυτό το φοβάται η Χρυσή Αυγή γιατί θέλει να ψαρέψει σε θολά νερά, μην παριστάνει η Χρυσή Αυγή τους φίλους των σωμάτων ασφαλείας. Ξένο σώμα είναι σε όλα αυτές τις καταστάσεις και το ξέρουν καλά», υπογράμμισε ο αναπληρωτής υπουργός.
«Ξένο σώμα στην Αστυνομία είναι η τρομοκρατική αριστερά που διευθύνει τη χώρα. Ο υπουργός να πάψει να ασκεί ιδεολογική τρομοκρατία στα στελέχη της», απάντησε ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής.
Πώς πιάστηκαν οι δύο καταζητούμενοι
Σύμφωνα με αστυνομικές πηγές, οι ο Κώστας Σακκάς, 32 χρονών, και ο Κωσταντίνος Μάριος Σεϊσίδης, 35 χρονών, επέβαιναν σε ένα όχημα μάρκας Golf όταν γύρω στις 4 το απόγευμα της Πέμπτης μια ομάδα αστυνομικών της ΔΙΑΣ τους έκανε σήμα να σταματήσουν σε τυχαίο έλεγχο στη Λακωνία, καθότι τους κίνησαν την περιέργεια οι δύο επιβαίνοντες.
Ο Σακκάς και ο Σεϊσίδης αρνήθηκαν να σταματήσουν στον έλεγχο της Αστυνομίας με αποτέλεσμα να ξεκινήσει αστυνομική καταδίωξη.
Οι δυος του άφησαν το αυτοκίνητο στα ΚΤΕΛ Λακωνίας και από εκεί έτρεξαν να κρυφτούν.
Η Αστυνομία τους αναζητούσε για περίπου μισή ώρα όταν τους εντόπισαν σε πυλωτή κατοικίας χωρίς να φέρουν κάποιο καμουφλάζ.
Οι δυο τους παραδέχθηκαν αμέσως ποιοι είναι ενώ δεν υπήρξαν πυροβολισμοί καθότι δεν έφεραν όπλα, λόγω του ότι δεν ετοίμαζαν ληστεία.
Κατά τη διάρκεια της σύλληψης οι αστυνομικοί ήρθαν στα χέρια με τους συλληφθέντες.
Πάνω τους βρέθηκαν 2 κινητά τηλέφωνα, διάφορα κλειδιά καθώς και 1500 ευρώ τα οποία δεν είναι γνωστό ακόμα αν είναι προϊόν ληστείας.
Μετά από τον αστυνομικό έλεγχο μέσα στο αυτοκίνητο βρέθηκαν χάρτες και σχεδιαγράμματα.
Όπως διαπιστώθηκε το αυτοκίνητο που οδηγούσαν είχε κλαπεί στα μέσα Ιουνίου στην Αττική, από το Φάληρο, και έφερε πραγματικές πινακίδες που ήταν άλλου αυτοκινήτου της ίδιας μάρκας.
Μετά τη σύλληψή τους οι δύο τους δεν απαντούν σε κανένα από τα επίμονα ερωτήματα των αστυνομικών για την παρουσία τους στην Σπάρτη ή για τις κινήσεις τους όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Η παρουσία τους εξάλλου στην πρωτεύουσα της Λακωνίας είναι ένα από τα ερωτήματα που προσπαθούν να απαντήσουν οι άνδρες της αντιτρομοκρατικής που έχουν αναλάβει την υπόθεση.
Τι πήγαν να κάνουν οι δύο άνδρες στη Σπάρτη; Ξεκουράζονταν ή εκπονούσαν κάποιο σχέδιο;
Επίσης αυτό που προβληματίζει τους αστυνομικούς είναι το πού ήταν το κρησφύγετό τους, στην Αθήνα ή σε άλλη περιοχή.
Και βέβαια το βασικό ερώτημα το οποίο «καίει» την αντιτρομοκρατική είναι αφενός πού βρισκόταν ο Μάριος Σεϊσίδης όλα αυτά τα προηγούμενα χρόνια -καθώς ήταν καταζητούμενος για περισσότερα από 10 χρόνια- καθώς και το πώς βρέθηκαν μαζί με τον Σακκά.
Ο Σακκάς και ο Σεϊσίδης ήταν για την αντιτρομοκρατική τα δύο κομβικά πρόσωπα στον αντεξουσιαστικό χώρο, καθώς θεωρούσε ότι είχαν τη δυνατότητα να αναδιοργανώσουν και ανασυνθέσουν το αντάρτικο πόλης.
Έτσι η σύλληψή τους μαζί με αυτής της ακόμα καταζητούμενης Πόλας Ρούπα αποτελούσε πρώτη προτεραιότητα.