Τα “βέλη” τους στο πρόσωπο του 50χρονου δημοσιογράφου, Τάκη Μουσσά, ο οποίος προφυλακίστηκε το βράδυ της Παρασκευής για την υπόθεση του κυκλώματος των δημοσιογράφων-εκβιαστών και πλέον κρατείται στις φυλακές Κορυδαλλού, “έριξαν” στις απολογίες του, οι συγκατηγορούμενοι του, Παναγιώτης Μαυρίκος και Χρήστος Φράγκου.
Οι δύο κατηγορούμενοι οι οποίοι αφέθηκαν ελεύθεροι με τον περιοριστικό όρο της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και της καταβολής εγγύησης 50.000 ευρώ, αρνήθηκαν τις κατηγορίες και υποστήριξαν ότι δεν γνώριζαν τίποτα για την υπόθεση.
Ο εκδότης της εφημερίδας «Ακρόπολη», Παναγιώτης Μαυρίκος, μάλιστα μιλώντας στον ανακριτή, απέδωσε την εμπλοκή του σε πόλεμο συμφερόντων.
“Η καταγγελία της Κάτζου εκπορεύεται από τον Μαρινάκη και άλλα εγχώρια κέντρα τα οποία εκπροσωπούν ιδιωτικά οικονομικά συμφέροντα καθώς και πολιτικούς δηλαδή πολιτικά συμφέροντα βουλευτές κλπ τα οποία βάζουν τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης να δίνουν προς τον χειμαζόμενο ελληνικό λαό συγκεκριμένη ροή κόβοντας και ράβοντας αποσπάσματα από ηχητικές συνομιλίες που έχουν γραφτεί με αποτέλεσμα να φαίνεται εγκληματίας και απατεώνας ένας άνθρωπος με λευκό ποινικό μητρώο, με 50 εργαζόμενους Έλληνες, έχει την ικανότητα να κρατάει δύο εφημερίδες εθνικής εμβέλειας, χωρίς πίσω από αυτά τα έγγραφα να υπάρχουν εξωεκδοτικά συμφέροντα όπου εκεί θα μπορούσε να σταθεί κατηγορία για κατάχρηση εξουσίας σε βάρος του δημοσίου όπου πολιτικοί από θέση ευθύνης θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν μέσα ενημέρωσης με κρατική διαφήμιση η οποία θα εδίδετο όχι κατ’ αναλογία αλλά κατά το δοκούν” αναφέρει με την έναρξη της απολογίας του.
Μάλιστα ο εκδότης καταφέρθηκε και σε βάρος της Αμαλίας Κάτζου, υποστηρίζοντας ότι “ήταν αυτή η οποία προσπαθούσε να χειραγωγήσει το σύνολο διαδικτυακών ενημερωτικών ιστότοπων καθώς και τις εφημερίδες και τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα ενημέρωσης στην Ελλάδα όπως προκύπτει από τις συνομιλίες με τον κ. Μουσσά και Φράγκου”.
Επανέλαβε δε, όπως και στο απολογητικό του υπόμνημα πως υπήρχε κάποια σχέση μεταξύ των εμπλεκομένων κάνοντας λόγο για “μέλη της φερόμενης οργάνωσης η οποία από εγκληματική δείχνει να είναι συναισθηματική οργάνωση η οποία αποτελείται από τους κ.κ. Μουσσά, Φράγκου, Κάτζου”.
Αναφερόμενος στον Π. Μουσσά, είπε: “Ήθελα να στείλω ούτως ή άλλως αιτήματα προσφορών προς την ΕΥΔΑΠ και ο Μουσσάς γνωρίζοντάς το με χρησιμοποίησε ως γνωριμία στη συγκεκριμένη κυρία. Θεωρώ ότι 20.000 ευρώ για τη διαφήμιση μιας ΔΕΚΟ είναι υπερβολικό ποσό γι’ αυτό προτείνω στις υπόλοιπες ΔΕΚΟ να ακολουθήσουν την πεπατημένη της ΔΕΗ και να γίνονται ηλεκτρονικοί μειοδοτικοί διαγωνισμοί προκειμένου οι μειοδότης να λαμβάνει διαφημιστική καταχώρηση”.
Από την πλευρά του, ο κατηγορούμενος Χρήστος Φράγκου, μίλησε μόνο για τη συνάντηση της 4ης Φεβρουαρίου, στρέφοντας τα βέλη του κατά του Τάκη Μουσσά: “Μου τηλεφώνησαν διαδοχικά η Κάτζου και ο Μουσσάς να βρεθούμε. Τα 10.000 ευρώ που φέρεται να ζητάει για μένα ο Μουσσάς για την Κάτζου τα ζητάει εν αγνοία μου και χωρίς τη συναίνεσή μου και αν υπήρχε θέμα να έχω τέτοια αξίωδη θα τα ζήταγα από την ίδια την Α.Κ. γιατί ήταν υπάλληλός μου και είχαμε καλές σχέσεις μέχρι τώρα”.
Αξίζει να σημειωθεί πως στο απολογητικό του υπόμνημα, ο Χρ. Φράκου είχε αναφερθεί στις σχέσεις που είχε με τους δύο συγκατηγορούμενούς του. Συγκεκριμένα, κατά πληροφορίες, αναφέρει πως “τον κ. Μαυρίκο δεν τον γνώριζα, ούτε προσωπικά, αλλά ούτε και κατ’ όνομα. Ουδεμία σχέση προσωπική, εταιρική ή σε άλλο επίπεδο υπάρχει με αυτόν, ουδέποτε τον έχω συναντήσει, ουδέποτε έχω συνομιλήσει μαζί του έστω τηλεφωνικά”.
Αντίθετα, τον Π. Μουσσά τον γνώριζε, όπως εξηγεί, από διετίας ως δημοσιογράφο και με την ιδιότητα του συμβούλου επικοινωνίας της Attica Bank, ενώ την καταγγέλλουσα Αμαλία Κάτζου την γνώριζε καθώς είναι και εργοδότης της. “Από την στιγμή που η Κάτζου εργάζεται ήδη σε εμένα, ποιος θα ήταν ο λόγος να συμπεριληφθεί και ο κ. Μουσσάς στη δημιουργία εικονικών sites για την απόσπαση διαφημιστικών πακέτων από την ΕΥΔΑΠ όταν αυτό θα μπορούσα να το επιτύχω με τη συνεργασία και μόνο της υπαλλήλου;” αναρωτιέται.