Τσουχτερό πρόστιμο για τη δημιουργία καρτέλ στην αντιρυπαντική τεχνολογία επιβάλλει η Κομισιόν στις γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες VW και BMW.
Η Δανέζα Επίτροπος Ανταγωνισμού και αντιπρόεδρος της Κομισιόν Μαργκρέτε Βεστάγκερ είναι γνωστή για την επιμονή της να αναλαμβάνει δύσκολες υποθέσεις και να μην διστάζει να αναμετρηθεί ακόμη και με τους μεγαλύτερους «παίκτες» της αγοράς.
Αυτή τη φορά βρέθηκαν στο στόχαστρο της Κομισιόν οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες Volkswagen (VW) και BMW για παράβαση της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού στα συστήματα παρακράτησης ρύπων για οχήματα ντίζελ.
Οι δύο εταιρείες λέγεται ότι είχαν σχηματίσει καρτέλ για να συνεργαστούν στην τεχνική ανάπτυξη για τον καθαρισμό του οξειδίου του αζώτου.
Τώρα ο όμιλος VW καλείται να πληρώσει 502 εκατομμύρια ευρώ, ενώ για την BMW το πρόστιμο ορίζεται στα 373 εκατομμύρια.
Η Επίτροπος Βεστάγκερ περιγράφει την κατάσταση ως εξής: «Κάθε πολίτης θεωρεί ότι υπάρχει ελεύθερος ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων, αυτό συμβαίνει και στην προσπάθεια μείωσης των ρύπων. Όμως οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις δεν ανταποκρίθηκαν σε αυτή την προσδοκία.
»Για περισσότερα από πέντε χρόνια απέφευγαν τον μεταξύ τους ανταγωνισμό – κι αυτό παρότι διέθεταν την απαραίτητη τεχνολογία…».
Και άλλοι στο «καρτέλ»
Σύμφωνα με τη γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung η «συνεννόηση» γινόταν σε μορφή συναντήσεων για τη διαμόρφωση κοινής στρατηγικής από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 μέχρι και το 2014.
Όταν άρχισαν οι συζητήσεις για την εγκατάσταση του καταλύτη SCR, ο οποίος θα μπορούσε να εξαλείψει τις εκπομπές διοξειδίου του αζώτου, στις συναντήσεις αυτές συμμετείχαν περισσότερα από 100 στελέχη.
Άλλωστε στο «καρτέλ» έδιναν το παρών και οι αυτοκινητοβιομηχανίες Audi και Porsche, θυγατρικές του ομίλου VW, καθώς και η Daimler, η οποία όμως δεν τιμωρείται από την Κομισιόν, γιατί ήταν εκείνη που με δική της πρωτοβουλία αποκάλυψε τις εμπιστευτικές επαφές και συνεργάστηκε για τη διαλεύκανση της υπόθεσης.
Το αντεπιχείρημα των κατασκευαστών, στην προσπάθειά τους να αποφύγουν το πρόστιμο, ήταν ότι η υποτιθέμενη συνεννόηση δεν υλοποιήθηκε ποτέ στην πράξη.
Αλλά αυτό δεν απέτρεψε την επιβολή προστίμου, καθώς, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο, η συνεννόηση από μόνη της, ανεξάρτητα από τις πρακτικές συνέπειες που μπορεί να έχει, αποτελεί παράβαση της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού.
Όπως επισημαίνει η Επίτροπος Βεστάγκερ, οι κατασκευαστές «γνώριζαν ότι είχαν την τεχνολογική δυνατότητα να μειώσουν τους ρύπους σε επίπεδα πέρα από εκείνα που απαιτεί η νομοθεσία της ΕΕ και να ανταγωνιστούν μεταξύ τους στο κομμάτι αυτό.
»Αλλά δεν το έπραξαν, παρά συμφώνησαν να παραμείνουν στα ελάχιστα εκείνα όρια που όριζε η νομοθεσία».
«Απαραίτητη» η συνεννόηση σε τεχνικά ζητήματα;
Το ιδιαίτερο στοιχείο είναι ότι για πρώτη φορά το πρόστιμο αφορά συνεννοήσεις για τεχνικά ζητήματα, ενώ μέχρι σήμερα στο στόχαστρο της Κομισιόν βρίσκονταν οι αθέμιτες συμπαιγνίες για τιμολόγηση ή για μελλοντικά μερίδια αγοράς.
Αυτό προκαλεί κάποια αβεβαιότητα στις μεγάλες ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες.
Γιατί αν απειλούνται με πρόστιμο για μία συνεργασία σε τεχνικό επίπεδο, τότε πώς θα προχωρήσουν τεχνολογίες του μέλλοντος, όπως η αυτόνομη οδήγηση, για τις οποίες κρίνεται απαραίτητη η συνεργασία;
Το δίλημμα αυτό επισημαίνει και o γερμανός ειδικός σε θέματα αυτοκινητοβιομηχανίας Στέφαν Μπράτσελ:
«Στην ηλεκτροκίνηση ή στις μπαταρίες νέας τεχνολογίας θα ήταν χρήσιμη η συνεργασία μεταξύ των κατασκευαστών.
»Περιμένουμε λοιπόν από την ΕΕ να θεσπίσει σαφείς κανόνες για το μέλλον…».