Aντισταθμιστικά αμοιβαία κεφάλαια από τις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία έχουν δείξει σύμφωνα με τον πρόεδρο της Τράπεζας Περαιώς κ. Μιχάλη Σάλλα ενδιαφέρον για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Η οικονομία της Ελλάδας ανακτά σιγά-σιγά ελπίδα». Με αυτό το μήνυμα, ο κύριος Μιχάλης Σάλλας, ήρθε στο Βερολίνο για να διεξάγει πολιτικές συζητήσεις και να προετοιμάσει το έδαφος για επενδυτές από το εξωτερικό. Ο πρόεδρος της Πειραιώς παραχώρησε συνέντευξη στην Borsen Zeitung.
«Το πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον έχει σταθεροποιηθεί κάπως εν τω μεταξύ», ανέφερε ο κύριος Σάλλας. Ο Πρόεδρος μετέφερε τρία αισιόδοξα μηνύματα: οι ελληνικές τράπεζες ανακτούν την κερδοφορία τους, το ποσοστό των «κόκκινων» δανείων (μη εξυπηρετούμενων δανείων – NPL’s) στους τραπεζικούς ισολογισμούς μειώνεται και οι τράπεζες αποπληρώνουν δάνεια στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
Η Τράπεζα Πειραιώς είναι ο μεγαλύτερος από τους τέσσερις τραπεζικούς οργανισμούς που καθορίζουν την αγορά στην Ελλάδα – όσον αφορά τραπεζικές καταθέσεις και χορήγηση δανείων. Δραστηριοποιείται και στη Γερμανία. Με ισολογισμό ύψους 87,5 δις. ευρώ, ο όμιλος στα τέλη του 2015 είχε χορηγήσει δάνεια ύψους 68,1 δις. ευρώ περίπου. Οι καταθέσεις των πελατών ανέρχονταν στα 39 δις. ευρώ.
Περίπου 32,7 δις. ευρώ αναχρηματοδοτήθηκαν από το Ευρωπαϊκό Σύστημα – δηλ. 3 δις. λιγότερα απ’ ότι τον Σεπτέμβριο του 2015. «Είμαστε σε θέση να αποπληρώσουμε χρήματα και δάνεια στην ΕΚΤ», ανέφερε ο κύριος Σάλλας. Αυτό οφείλεται στην ενισχυμένη ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών.
«Έχει σημειωθεί πρόοδος στην Ελλάδα, κυρίως μετά την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών», σημείωσε ο κύριος Σάλλας. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι τα κόκκινα δάνεια – τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPL’s). Συμπεριλαμβανομένων των χορηγήσεων δανείων σε ιδιώτες δανειολήπτες, όπως για παράδειγμα καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων, τα προβληματικά χαρτοφυλάκια περιλαμβάνουν περίπου 100 δις. ευρώ σε όλο το τραπεζικό σύστημα. 35 με 40 δις. ευρώ αναλογούν μόνο σε επιχειρήσεις, πολλές εκ των οποίων, σύμφωνα με τον κύριο Σάλλα, είχαν ανάγκη μόνο από μια συνεπή χρηματοδότηση. Στην Τράπεζα Πειραιώς βρίσκονται περίπου 26,8 δις ευρώ των μη εξυπηρετούμενων δανείων· εξ αυτών, 18 ως 20 δις. ευρώ αφορούν επιχειρηματικά δάνεια. Ο κύριος Σάλλας είναι πεπεισμένος ότι ένα μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων είναι βιώσιμες με το ήμισυ περίπου των δανείων.
«Ευχάριστο είναι ότι το ποσοστό των κόκκινων δανείων μειώθηκε έστω και κατά λίγο στα τέλη του 2015/αρχές του 2016 για πρώτη φορά», υπογράμμισε και μετέφερε ένα ακόμα καλό νέο: «Το 2016 θα είναι κερδοφόρο για τις ελληνικές τράπεζες».
«Η Γερμανία έχει βοηθήσει»
Αντισταθμιστικά αμοιβαία κεφάλαια από τις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία έχουν δείξει, σύμφωνα με τον κύριο Σάλλα, ενδιαφέρον για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Ωστόσο, δεν έχουν εμφανιστεί ακόμα Ευρωπαίοι και Γερμανοί ενδιαφερόμενοι. Τόνισε ότι πρόκειται για δάνεια ουσιαστικά βιώσιμων επιχειρήσεων, οι οποίες ωστόσο αναζητούσαν χρηματοδότηση. «Θέλουμε να ενισχύσουμε την ελληνική επιχειρηματική δραστηριότητα». Γι’ αυτό είναι ευπρόσδεκτοι οι Γερμανοί ενδιαφερόμενοι. «Ενδιαφερόμαστε για γερμανούς επενδυτές σε ελληνικές επιχειρήσεις», ανέφερε ο κύριος Σάλλας. Οι σημαντικότεροι τομείς είναι η επεξεργασία αγροτικών προϊόντων, τα ακίνητα, το εμπόριο και κυρίως ο τουρισμός.
Οι μέχρι πρότινος εμπειρίες με γερμανούς επενδυτές είναι καλές – και επίσης ο κύριος Σάλλας, ο οποίος εκπόνησε το διδακτορικό του τη δεκαετία του 1970 στη Χαϊδελβέργη, θεωρεί την επιφυλακτικότητα των Γερμανών για επενδύσεις στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης ένα πρόσκαιρο φαινόμενο. «Η Γερμανία βοήθησε την Ελλάδα στην οικονομική κρίση», ανέφερε. «Αλλά και η Ελλάδα συνέβαλε από την πλευρά της και έκανε θυσίες κατά τη διάρκεια των οκτώ ετών από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης». Προσωπικά, θεωρεί την υποστήριξη της Γερμανίας στην προσφυγική κρίση «πολύ σημαντική» στην παρούσα φάση. Προσδοκά μια θετική ώθηση της οικονομίας κατά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης των μεταρρυθμιστικών μέτρων από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Η επανειλημμένη αναβολή έχει συμβάλει στην επιφυλακτικότητα, γεγονός που δεν διευκολύνει καθόλου την αντιμετώπιση της κρίσης από την ελληνική οικονομία.