Οι καιροί απαιτούν κατάσταση εγρήγορσης. Και όμως, εμείς παραμένουμε βάρυπνοι και σε μόνιμο σχεδόν χειμέριο ύπνο, ανάμεσα στις σελίδες της εθνικής μας ιστορίας, που γράφονται ερήμην μας.
Αγνοούμε ή επαναπαυόμαστε στις πομφολυγώδεις εκτιμήσεις και δηλώσεις των πολιτικών μας υποτίθεται ταγών, οι οποίοι προ πολλού έχουν αποξενωθεί όχι απλώς από την κοινωνική περιοχή τους και έχουν εγκλειστεί στη “φυλακή” της υπερτροφικά αναπτυγμένης αλαζονείας τους, αλλά έχουν απομακρυνθεί και από την εθνική τους ευθύνη.
Με την πολιτική σκέψη στη Ελλάδα να λειτουργεί στην παρυφή της βλακείας και στην καλύτερη περίπτωση υποταγμένη στην ανάγκη της συγκυρίας, η εθνική ευθύνη δεν μπορεί να είναι ούτε σύνθημα, ούτε πολιτική διδασκαλία. Πρέπει να είναι πλήρωση ψυχής και εφησυχασμός της συνείδησης. Είναι όλα εκείνα που συνθέτουν τη ζωή μας και γίνονται η καθημερινή μας εμπειρία. Είναι κάποιες φορές ή και συχνά η μεγάλη μας μάχη.
Και η μάχη τούτη θέλει τον πολίτη ελεύθερο και… άγρυπνο. Ελεύθερο στρατιώτη και όχι μισθοφόρο ή δούλο σε συνθήματα που πειθαρχούν περισσότερο στις πολιτικές ανάγκες ενός κόμματος ή μιας εξουσίας υποχρεωμένης να μεταμφιέζει την αγωνία της αυτοσυντήρησής της σε μάχη επικοινωνιακή για την εξαπάτηση του πολίτη.
Και δεν φτάνει ο ενδυμίωνος ύπνος μας, είμαστε και αμνήμονες. Και δεν αναφέρομαι στην κριτική μνήμη που χρειάζεται στον λαό.
Αναφέρομαι απλώς στις μνήμες που πρέπει να διατηρεί και να είναι ώριμος, χωρίς να περιμένει να ωριμάσουν οι γύψοι των καθεστώτων και των γεγονότων, ώστε να κοιτάζει μπροστά. Γιατί η μνήμη σ’ έναν λαό δεν μπορεί να είναι η καταγραφή απολιθωμένων γεγονότων, αλλά η κριτική πορεία μέσα απ’ αυτά. Ο,τι δεν αναλύεται, πεθαίνει. Ούτε πάλι η μνήμη μπορεί να είναι μνησικακία, που συντηρεί την εκδίκηση. Ούτε καταλογογράφηση, που αχρηστεύει τον νου.
Ούτε “λαβωματιά” που θηριεύει τα ψυχικά συπλέγματα. Ούτε φιλολογική αναφορά, που συντηρεί λείψανα. Ούτε εθνική λογόρροια, που οδηγεί στην αυτάρεσκη απραγία. Ενας λαός έχει μνήμη και όταν μπορεί να ξεχνάει και είναι αμνημονας και όταν θυμάται. Χρειάζεται κριτικός νους και ταυτόχρονα μια έγερση πάνω από την ιστορία, που θα επιτρέψει το διύλισμα, την αξιολόγηση και την κατάταξη γεγονότων, ιδεών και καταστάσεων.
Τίποτα δεν μπορεί να έχει σημασία από τα παρελθόντα, αν τα εκλάβουμε ως δεδομένο. Αν όμως το δούμε μέσα στις συναρτήσεις που το γέννησαν, τότε προσλαμβάνει τη σημασία του και δηλώνει τη χρησιμότητά του, την αποδοκιμασία του, την καταδίκη του, την αποφυγή του.
Αφορμή για τη συγκομιδή των παραπάνω σκέψεων είναι οι τελευταίες τουρκικές προκλήσεις. Άλλωστε, στο Πεντάγωνο καταγράφονται καθημερινά το τελευταίο χρονικό διάστημα προκλητικές τουρκικές ενέργειες, που φυσικά δεν έρχονται στο φως της δημοσιότητας. Και ένα “ατύχημα” δεν αποκλείεται, δεδομένης της πολιτικής συγκυρίας τόσον στην Τουρκία , όσον και στην Ελλάδα.
Και καθώς τα γεγονότα τρέχουν, με τους Έλληνες να περιπλανώνται στους δαιδαλώδεις διαδρόμους της λήθης ή να ονειροβατούν, εξαιτίας των στερουμένων πολιτικής εμπειρίας και ιστορικής μνήμης πολιτικών τους σε συνδυασμό με την “κραυγάζουσα” ανικανότητά τους, η μνήμη κάποιων έστω Ελλήνων αναμοχλεύεται από τις απειλές των εξ’ ανατολών “φίλων” μας, τους Τούρκους.
Τα χρονίζοντα προβλήματα μεταξύ των δύο χωρών, που είναι απότοκος των διεκδικήσεων της Τουρκίας στο Αιγαίο και στη Θράκη, αλλά και το θέμα της Κύπρου, ιδιαίτερα με την ΑΟΖ, αναζωπυρώνονται κατά τακτά χρονικά διαστήματα, παρά των “επιθέσεων φιλίας” εκ μέρους της ελληνικής πλευράς, όπως παλαιότερα αυτή των Σημίτη-Παπανδρέου, που μόνιμα ευελπιστούν σε μια αναδίπλωση της Τουρκίας.
Τότε ήταν ο “φίλος” του Γιωργάκη Παπανδρέου, που τελικά δεν… μασούσε τα λόγια του. Η φιλία, φιλία και οι στέρεες εθνικές θέσεις ακόμη πιο ακλόνητες. Ετσι οι Τούρκοι “φτιάχνουν”εθνική συνείδηση. Μπροστά πάει η εθνική συνείδηση και ακολουθούν η πολιτική, τα κόμματα και οι στρατιωτικοί του παρασκηνίου. Οι πολιτικές παγίδες σταματάνε στα όρια του έθνους. Η εθνική πολιτική δεν αλλάζει. Οι Τούρκοι δεν παίζουν ποτέ στα ζάρια το έθνος τους για πολιτικές διαφορές και δεν το “εξαντλούν” στις φιλικές περιπτύξεις με τη γείτονα Ελλάδα…
Τότε ήταν ο φίλος του Γιωργάκη, ο Ισμαήλ Τζέμ, σήμερα έχουμε τον “φίλο” Αχμέτ Νταβούτογλου και τον ανερμάτιστο σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και εξουσιομανή Βαγγέλη Βενιζέλο, σ’ ένα πλαίσιο γελοίας εικόνας φιλικών “επαφών” του Δημήτρη Αβραμόπουλου με τον Ταγίπ Ερντογάν, με “οπισθοφυλακή” την… κουμπαριά του Τούρκου προέδρου με τον μονίμως “βολεμένο” στη σιωπή του πρώην πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή.
Με τον Αντώνη Σαμαρά και τον εσμό των συμβούλων του να αιωρίζονται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας πολιτικής. Γι’αυτούς “εθνικό θέμα” είναι η πολιτική τους επιβίωση!..
Και στην αντίπερα όχθη των κυβερνητικών “φιλικών” επαφών και των εθνικών ψευδαισθήσεων, το “ευτράπελον” της αδαημοσύνης της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Μια “εικόνα” εθνικής κατάντιας όχι απλώς χιλίων αλλά χιλιάδων λέξεων!.. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει εθνική πολιτική και στάση. Γι’ αυτό και παρατηρούνται αμετροέπειες, επιπολαιότητες, ευκαιριακές πολιτικές, παλινωδίες, αναγωγή του εφικτού σε μυθοπλασία και οσφυοκαμψίες, ενώ το βάπτισμα της όποιας πρόσκαιρης επιτυχίας “μπουκιάς” στα κομματικοπολιτικά ποτήρια των νοθευμένων κρασιών, δίνουν τη διάσταση της πολιτικής υποτίμησης τούτου του λαού.
Ενας πολιτικός κόσμος περιχαρακωμένος μέσα στα φοβερά του λάθη και την έλλειψη ιστορικής μνήμης, με μόνο όπλο επίθεσης την απορριπτική κριτική του αντιπάλου. Χωρίς καμία διάθεση εθνικής συνεννόησης. Μόνο επικοινωνιακά τερτίπια, όπως η σημερινή επίσκεψη του Αντώνη Σαμαρά και του Αλέξη Τσίπρα στον… απερχόμενο μαρμαρωμένο πρόεδρο της Ηρώδου Αττικού!
Μια κατάντια ενός πολιτικού κόσμου που συνθέτει και το πλαίσιο της πολιτικής στάσης στα εθνικά μας θέματα. Δεν λέω πορείας, γιατί δεν πάμε πουθενά σαν λαός. Πολιτικές, “κινήσεις” και αποφάσεις κυβερνητικές είναι προκάτ και πατρόν, που εκφράζονται όχι στα μέτρα του λαού και του εθνικού συμφέροντος, αλλά στο παλιό ρούχο…