Προκάλεσε έκπληξη, παγκοσμίως, η σφοδρή προσωπική επίθεση του Μπάιντεν εναντίον του Πούτιν. Είναι ασυνήθιστο να αποκαλείς «δολοφόνο» τον ηγέτη μιας άλλης μεγάλης χώρας.
Ιδιαίτερα όταν αυτού του είδους χαρακτηρισμοί δεν έχουν αποδοθεί, κατ’ εξακολούθηση, σε κραυγαλέες περιπτώσεις αιμοσταγών δικτατόρων.
Βεβαίως αναμενόταν η σκλήρυνση της νέας ηγεσίας των ΗΠΑ έναντι της Ρωσίας αλλά όχι σε αυτό το επίπεδο.
Ταυτόχρονη ήταν η σκλήρυνση –σε συνέχεια όμως της πολιτικής Τραμπ αυτή τη φορά- και έναντι της Κίνας.
Αλλά αυτές οι επιθέσεις μάλλον ως ενδείξεις αδυναμίας πρέπει να εκληφθούν.
Η οικονομική και τεχνολογική απογείωση της Κίνας όπως και η επάνοδος της Ρωσίας στην γεωπολιτική σκακιέρα δεν οφείλονται στην πολιτική Τραμπ.
Η επιταχυνόμενη αμφισβήτηση της κυριαρχίας των ΗΠΑ έχει αίτια που εκτείνονται πολύ πέραν της επιρροής μιας προεδρίας.
Η εποχή που -στις αρχές της δεκαετίας του 70- στις ΗΠΑ αναλογούσε το ένα τέταρτο της παγκόσμιας παραγωγής έχει παρέλθει προ πολλού.
Όπως έχει παρέλθει και η εποχή που η πρωτοπορία της στον τομέα της τεχνολογίας ήταν αδιαμφισβήτητη.
Οι πρόσφατες στρατιωτικές επεμβάσεις της στην Ασία και η εγκατάλειψη των Κούρδων έπληξαν το κύρος και την αξιοπιστία της.
Τον Νοέμβριο του 1989 -μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου- ο Καραμανλής είχε επισημάνει στον Ι. Βαρβιτσιώτη:
«Κάθε φορά που υπήρξε μονοκράτορας στην παγκόσμια σκακιέρα, πριν καταστραφεί ο ίδιος –πράγμα που αργά ή γρήγορα θα συμβεί– είχε δημιουργήσει τεράστια προβλήματα σε ολόκληρη την υφήλιο».
Θεωρούσε δεδομένο ο Κ.Κ. ότι προτού καταστραφεί η «μονοκρατορία» θα έχει επιφέρει μεγάλα δεινά στον κόσμο.
Στην ίδια συνομιλία –σύμφωνα με την μαρτυρία του Ι. Βαρβιτσιώτη- αναφερόμενος στους πολίτες του Ανατολικού Μπλοκ αφού επισημάνει ότι ξέχασαν τις «αδιαμφισβήτητες βελτιώσεις στο βιοτικό τους επίπεδο […] και λησμόνησαν ακόμη τις άθλιες συνθήκες ζωής κάτω από τις οποίες διαβιούσαν πριν» αποδίδει την πτώση στην τεχνολογική πρόοδο στα ΜΜΕ χάρις στα οποία: «οι κάτοικοι […] μπορούσαν να συγκρίνουν πλέον τη ζωή τους με τη ζωή των ανθρώπων στα λοιπά ευρωπαϊκά κράτη» (Η πτώση του Τείχους.).
Αλλά αν η αιτία της κατάρρευσης των σοβιετικών καθεστώτων είναι η σύγκριση του βιοτικού τους επιπέδου με άλλα κράτη το ίδιο δεν θα γίνει λογικά και με την σύγκριση στο εσωτερικό της ίδιας κοινωνίας; Οι ακραίες ανισότητες δεν θα προκαλέσουν καθεστωτική κατάρρευση;
Όταν στο ισχυρότερο κράτος του κόσμου το 2020 «σχεδόν 30 εκατ. ενήλικοι ζούσαν σε νοικοκυριά όπου δεν υπήρχε επάρκεια σε φαγητό» (DAVIDE SCIGLIUZZO/BLOOMBERG, Καθημερινή/19-1-21) ενώ την ίδια στιγμή έκθεση της FED επισημαίνει ότι «οι 50 πλουσιότεροι Αμερικανοί διαθέτουν πλούτο όσο το μισό του πληθυσμού στις ΗΠΑ» (Μ. ΛΙΤΣΗΣ/Νηματεμπορική, 12-10-20) είναι φανερό ότι: «κάτι σάπιο υπάρχει στο Βασίλειο της Δανιμαρκίας».
Έτσι δεν είναι τυχαίο ότι οι πολίτες των ΗΠΑ είχαν να επιλέξουν μεταξύ Τραμπ και Μπάιντεν, γεγονός για το οποίο ευφυώς το Ποντίκι έγραφε:
«Το καλό νέο είναι ότι ένας από τους δύο θα χάσει».
Όπως δεν ήταν τυχαία και τα τραγελαφικά γεγονότα με την εισβολή στο Καπιτώλιο αφού, όπως επεσήμανε και ο Ο.Ο.Σ.Α., «η διεύρυνση των ανισοτήτων υπονομεύει την εμπιστοσύνη στους θεσμούς και στη δημοκρατία».
Οι διευρυνόμενες ανισότητες είναι η κοινωνική βόμβα που απειλεί την δημοκρατία.
Η εμφανέστατη απαξίωση των πολιτικών ηγεσιών είναι μόνο ένα σύμπτωμα.
Οι δυτικές κοινωνίες πλήττονται από μια άλλη «πανδημία» πέραν του Covid-19, αυτήν των διευρυνόμενων ανισοτήτων.
Οι ΗΠΑ εξελίσσονται ταχέως στον «Μεγάλο Ασθενή» του 21ου αιώνα. Ποιους θα συμπαρασύρουν στην πτώση τους;