«μόνοι γὰρ τόν τε μηδὲν τῶνδε μετέχοντα οὐκ ἀπράγμονα,
ἀλλ᾿ ἀχρεῖον νομίζομεν», Περικλέους Επιτάφιος.
Σίγουρα ο συνδικαλισμός δεν διανύει τις ενδοξότερες μέρες του.
Σε τίποτα δεν θυμίζει τις ηρωικές εποχές του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα.
Ούτε καν τις «ένδοξες μέρες» της Μεταπολίτευσης, όταν υπό το σύνθημα «το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, ο λαός στην εξουσία», αποτέλεσε τον πολιορκητικό κριό για να ανέβει τελικά ο «λαός» –όχι όλος αλλά μόνο οι «εκλεκτοί»- στην εξουσία.
Δικαιολογεί όμως αυτό την στοχοποίηση του και την ανάδειξη των συνδικαλιστών ως «εχθρών του λαού»;
Σίγουρα η πολιτική δεν διανύει τις ενδοξότερες μέρες της. Σε τίποτα δεν θυμίζει σήμερα το πολιτικό προσκήνιο τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης.
Όταν Πρωθυπουργός ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και αρχηγός της Αξιωματικής αντιπολίτευσης ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Όταν Πρόεδρος της Δημοκρατίας ήταν ο απόλυτα καταξιωμένος Κωνσταντίνος Τσάτσος.
Όταν στα υπουργικά έδρανα κάθονταν, μεταξύ άλλων και οι Στεφανόπουλος, Μητσοτάκης, Παπαληγούρας, Αβέρωφ, Ράλλης, Έβερτ, Κανελλόπουλος.
Δικαιολογεί όμως αυτό την αποχή των πολιτών ακόμα και από την διαδικασία επιλογής των κυβερνήσεων;
Δικαιολογεί το σύνθημα που ακουγόταν στην πλατεία Συντάγματος: «να καεί να καεί το μπουρδέλο η Βουλή»;
Αδίκως επισημάνθηκε ότι αυτή η στάση ναρκοθετεί την δημοκρατία; Ότι ενθαρρύνει τα φασιστικά και ναζιστικά μορφώματα;
Αναμφισβήτητα η «τέταρτη εξουσία» δεν διανύει τις ενδοξότερες μέρες της.
Η ιδιοκτησία της έχει παραδοθεί –τεράστιες είναι οι ευθύνες της πολιτικής ηγεσίας και ιδιαίτερα του ΠΑΣΟΚ- στα οικονομικά συμφέροντα.
Οι «ταγοί» της ενημέρωσης «τραγουδούν και χορεύουν» γύρω από το «χρυσό μοσχάρι» που υποτίθεται ότι θα μας απελευθερώσει.
Τι σχέση έχουν οι σημερινοί εκδότες, στην πλειοψηφία τους, με τους Βλάχου, Λαμπράκη, Αθανασιάδη;
Έχουν καμία σχέση οι σημερινοί προβεβλημένοι «χρυσοκάνθαροι» -καμία σχέση με τους χιλιάδες «είλωτες» την ενημέρωσης- του Τύπου με τους συναδέλφους τους του παρελθόντος;
Όταν οι εφημερίδες ήταν το μοναδικό μέσο ενημέρωσης;
Όταν το τιράζ μιας μόνον εφημερίδας ξεπερνούσε κατά πολύ το σημερινό συνολικό τιράζ του Τύπου;
Δικαιολογεί αυτό την παράδοση στην απαξίωση που περιλαμβάνει το σύνθημα: «αλήτες ρουφιάνοι δημοσιογράφοι»;
Είναι του «συρμού» σήμερα να πυροβολείται ο συνδικαλισμός; Κάθε «αναμάρτητος» λιθοβολεί πρώτος;
Δικαιολογείται ο επί σχεδόν μια δεκαετία στενός συνεργάτης του Σημίτη (Πανταγιάς) -ο οποίος στην επιστολή παραίτησης του μιλούσε (tanea.gr, 2/7/03) για την «κοκότα» εξουσία και τους «επιβήτορες» πολιτικούς- να παριστάνει τον τιμητή του συνδικαλισμού (Capital, 16/11);
Να κατηγορεί, μεταξύ άλλων, τους συνδικαλιστές συλλήβδην ότι: «χρησιμοποιούν την ιδιότητά τους για να απολαμβάνουν προνόμια»; Να τους καταλογίζει ότι «μετέρχονται όλες τις μεθόδους για να ποδηγετήσουν τον χώρο τους»;
Να κατηγορεί την ΟΛΜΕ για «αντικοινωνική συμπεριφορά των εκπροσώπων της»;
Όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου μιλούσε για τρείς πυλώνες της Δημοκρατίας είχε άδικο;
Δεν είναι υποχρέωση του Πολίτη –με Π κεφαλαίο γιατί διαφορετικά δεν δικαιούται τον τίτλο- να μετέχει στα κοινά που αφορούν την Πατρίδα, τον τόπο που κατοικεί και τον χώρο που εργάζεται;
Σε διαφορετική περίπτωση δεν είχε δίκιο ο Περικλής όταν τους απαξίωνε;
Τι επιδιώκει ο αρθρογράφος των ΝΕΩΝ (Πρετεντέρης, 19/11) όταν «προειδοποιεί» ότι: «όσο ο ΣΥΡΙΖΑ σέρνεται πίσω από την ΟΛΜΕ ή την ΠΟΕΔΗΝ» δεν θα δει άσπρη μέρα;
Φυσικά δεν είναι οι μόνοι που λιθοβολούν τον συνδικαλισμό.
Έχει γίνει ένα προσφιλές σπορ της εποχής των μνημονίων. Ούτε πυροβολούν μόνο τις ηγεσίες.
Στην πραγματικότητα ο στόχος είναι η αποδυνάμωση της συλλογικότητας.
Διαφορετικά πρώτα θα προβαλλόταν η υποχρέωση της ενεργοποίησης και της συμμετοχής.
Είναι ευνόητο ότι την εποχή της γενικής απορρύθμισης πρέπει να εξαρθρωθεί κάθε οργανωμένη αντίδραση.
Να εξουδετερωθεί κάθε ανεξάρτητη άποψη. Να κυριαρχήσει απόλυτα το «ευαγγέλιο της διαπλοκής».
Η τακτική των «αποδιοπομπαίων τράγων» δεν είναι καινούργια.
Ανέκαθεν οι «εχθροί του λαού» ήταν βολικά «εργαλεία» στα χέρια της εξουσίας και των παρακεντέδων της.
Η Δημοκρατία δεν κινδυνεύει από τέτοιους εχθρούς.
Κινδυνεύει όμως από εκείνους που άμεσα ή έμμεσα ωθούν τους Πολίτες να γίνουν «πολίτες».
Να απέχουν από τα κοινά. Να γίνουν «ιδιώτες» παραδομένοι στην «Κίρκη» της τηλεόρασης και των συμφερόντων που υπηρετεί.
Η ουσία της Δημοκρατίας είναι η συμμετοχή.
Όταν η συμμετοχή αποδυναμώνεται, όταν δεν υφίσταται ή όταν είναι τυπική και όχι ουσιαστική τότε η Δημοκρατία είναι ασθενική και κινδυνεύει.
Αυτό είναι το μήνυμα που θα έπρεπε να εκπέμπουν οι αυτόκλητοι «προστάτες» της κοινωνίας από τους «εχθρούς» της.
Οφείλουν να επισημαίνουν στους Πολίτες τους κινδύνους που προκύπτουν από την αποχή τους.
Από την άρνησή τους να τιμήσουν τον τίτλο του Πολίτη. Όταν δεν το κάνουν μας δίνουν το δικαίωμα να υποθέσουμε ότι άλλες σκοπιμότητες υπηρετούν.
Ή ότι, τελούντες εν αναμονή, στέλνουν τα «διαπιστευτήριά» ευσεβάστως στην «κοκότα».
Αφού ως γνωστόν οι «κοκότες» να είναι καλά και από «επιβήτορες» βρωμά ο τόπος.