Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το πρόβλημα της εκτίναξης του ιδιωτικού χρέους, αποτέλεσε και αποτελεί μια από τις σοβαρότερες επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης.
Ένα πρόβλημα που παρά τις μέχρι τώρα διαδοχικές παρεμβάσεις, δεν έχει ακόμη αντιμετωπιστεί επαρκώς.
Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, της ΑΑΔΕ και του ΕΦΚΑ, το συνολικό χρέος του ιδιωτικού τομέα φθάνει στα 234 δισεκατομμύρια ευρώ.
Από αυτά τα 92 δισ. περίπου αφορούν μη εξυπηρετούμενα δάνεια σε τράπεζες, τα 105 οφειλές προς την εφορία και 36 οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία.
Τα δύο τρίτα αυτού του χρέους αφορούν επιχειρήσεις.
Τα ποσά είναι τεράστια για το μέγεθος της ελληνικής οικονομίας.
Και δυστυχώς, μέσα στο νέο σκηνικό κρίσης που δημιουργείται εξαιτίας της πανδημίας, υπάρχει κίνδυνος να δημιουργηθεί μια νέα γενιά μη εξυπηρετούμενων οφειλών.
Όταν χιλιάδες επιχειρήσεις και εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν δραστική μείωση των εσόδων τους, είναι αναμενόμενο πολλοί από αυτούς να δυσκολευθούν να αντεπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους.
Ήταν, επομένως, απόλυτα επιβεβλημένη η διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου πλαισίου για τη ρύθμιση οφειλών φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων, αλλά και ενός σύγχρονου πτωχευτικού κώδικα.
Ο νέος νόμος δημιουργήθηκε για να υπηρετήσει αυτή την ανάγκη. Δίνοντας σε όλους, φυσικά και νομικά πρόσωπα, το δικαίωμα στη δεύτερη ευκαιρία και στην επιλογή να ρυθμίσουν τις οφειλές τους, προστατεύοντας παράλληλα την πρώτη τους κατοικία.
Αναγνωρίζουμε ότι η διαχείριση ενός τέτοιου ζητήματος δεν είναι εύκολη υπόθεση. Πάντα θα υπάρχουν οι ηθικοί κίνδυνοι.
Πάντα θα υπάρχει το ζήτημα της διάκρισης ανάμεσα στους οφειλέτες που πραγματικά αδυνατούν να εξυπηρετήσουν το χρέος τους και στους στρατηγικούς κακοπληρωτές, ή τους δολίως πτωχεύσαντες, που κάνουν κατάχρηση των όποιων ρυθμίσεων.
Και πάντα, βεβαίως, θα υπάρχει η ανθρώπινη διάσταση, όταν διακυβεύονται περιουσίες, δεδουλευμένα, κόποι και όνειρα μιας ζωής.
Δεν μπορούμε, όμως, να αφήνουμε το πρόβλημα να διαιωνίζεται και να δηλητηριάζει την αγορά, την κοινωνία, την ανάπτυξη του τόπου.
Με το νέο νομοθετικό πλαίσιο έχει γίνει μια καλή προσπάθεια.
Μένει να δούμε στην πράξη το τι και πώς θα λειτουργήσει.
Και τι περαιτέρω βελτιώσεις θα χρειαστούν.
Μένει, επίσης, να δούμε το πώς θα μπορέσει να υποστηριχθεί η εφαρμογή του νόμου σε επίπεδο διοίκησης και διαδικασίας απονομής της δικαιοσύνης.
Γιατί αν οι υποθέσεις συσσωρεύονται και εγκλωβίζονται στα δικαστήρια για χρόνια, θα οδηγηθούμε εκ νέου σε αδιέξοδο.
Αυτό που ζητά η αγορά είναι ένα πτωχευτικό πλαίσιο, το οποίο θα απελευθερώνει τους οφειλέτες από τα δεσμά της υπερχρέωσης.
Ένα πλαίσιο το οποίο θα αντιμετωπίζει τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους – αλλά και την οικονομική αποτυχία και την αφερεγγυότητα – με ξεκάθαρους κανόνες. Με τρόπο δίκαιο, ρεαλιστικό, βιώσιμο και αξιοπρεπή.
Ένα πλαίσιο που θα μπορεί, όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά, να ξεχωρίζει τα ξερά από τα χλωρά.
Να μην επιτρέπει την κατάχρηση και την παρασιτική λειτουργία, η οποία έχει τοξική επίδραση στην αγορά, σε εργαζομένους, σε συνεργάτες, αλλά και στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών και στη δυνατότητά τους να χρηματοδοτούν υγιείς επιχειρήσεις.
Αντίστοιχα, όμως, πρέπει να δίνει την ευκαιρία σε εκείνους που δεν τα κατάφεραν, να σταθούν στα πόδια τους.
Το ρίσκο είναι στοιχείο έμφυτο στην επιχειρηματικότητα και η αποτυχία υπάρχει πάντα ως πιθανότητα – ιδιαίτερα σε συνθήκες όπως αυτές που επικρατούν στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι επιχειρηματίες που τολμούν πρέπει να καταστρέφονται και να στιγματίζονται για μια ζωή.
Ούτε ότι οι νέοι άνθρωποι θα πρέπει να αποτρέπονται από την ανάληψη επιχειρηματικής δραστηριότητας, από το φόβο μήπως αποτύχουν.
Ελπίζουμε ότι το νέο νομοθετικό πλαίσιο θα αποτελέσει ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Εμείς, ως Επιμελητήριο θα είμαστε εδώ. Θα παρακολουθούμε την εφαρμογή του, θα αναδεικνύουμε τα όποια προβλήματα προκύπτουν και θα προτείνουμε βελτιώσεις.