“Όταν μέσα στον χρόνο εκτελείς τις ίδιες πράξεις και κάνεις τις ίδιες ενέργειες και ελπίζεις σε διαφορετικό αποτέλεσμα, αυτό είναι ο ορισμός της παραφροσύνης” Α. Αϊνστάϊν
Η δημιουργία του ευρώ βασίστηκε σε δυο απλοϊκές υποθέσεις που ήσαν και ανιστόρητες και αντιεπιστημονικές.
Η πρώτη υπόθεση μας λέει ότι οικονομίες που είναι διαφορετικές, που έχουν άλλη εξειδίκευση, που έχουν ανόμοια δυναμική, κάλλιστα θα μπορούσαν να συγκλίνουν και να γίνουν πιο αποτελεσματικές χρησιμοποιώντας το ίδιο νόμισμα. Αυτή ήταν η πρώτη ιδέα όσο πιο απλά μπορεί να εκφραστεί.
Η δεύτερη υπόθεση έχει να κάνει με την εξάλειψη των προβλημάτων που επιφέρουν τα ποικίλα νομίσματα με διαφορετική αξία, στα κράτη, στις επιχειρήσεις και στους ανθρώπους.
Αυτό το διαρκές παιχνίδι τις υποτίμησης και ανατίμησης των νομισμάτων, το σπρώξιμο του τοπικού προβλήματος στον γείτονα, η αστάθεια του περιβάλλοντος που λειτουργούν οι επιχειρήσεις, η ανταλλαγή συναλλάγματος για ένα απλό ταξίδι ενός ανθρώπου, όλ’ αυτά τα προβλήματα, θα μπορούσαν να λυθούν με την χρήση ενός και μόνου νομίσματος.
Πράγματι οι Ευρωπαίοι προσπάθησαν να φτιάξουν διάφορους μηχανισμούς, μετά την κατάρρευση του Μπρέτον Γούντς, που να αντιμετωπίζει τα παραπάνω προβλήματα σε σχέση με την αξία των νομισμάτων και με την δομή των οικονομιών τους έως ότου καταλήξουν στο ευρώ.
Όλες όμως αυτές οι προσπάθειες είχαν σαν στόχο το πως θα μπορούσαν τα ευρωπαϊκά κράτη να συνυπάρξουν με την δυναμική οικονομία της Γερμανίας.
Η Γερμανία ήταν πάντα στο κέντρο του προβλήματος. Με άλλα λόγια η Γερμανία παράγει προϊόντα προηγμένα που ο καθένας τα αγοράζει έστω και αν η τιμή τους είναι υψηλότερη από παρόμοια προϊόντα άλλων χωρών.
Ακόμα η Γερμανία παρήγε και παράγει και εξαιρετικά κοινά προϊόντα, που τσακίζουν στην κυριολεξία τους ανταγωνιστές της, δεδομένου ότι καθ όλη την διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου είχε υποτιμημένο μάρκο, έκαναν στραβά μάτια οι Αμερικανοί, και ο μέσος όρος της εργατικής αμοιβής και το επίπεδο του πληθωρισμού ήταν χαμηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Την ίδια πολιτική οι Γερμανοί άσκησαν και μετά την καθιέρωση του ευρώ.
Άρα το να συνυπάρξεις μαζί της ήταν δύσκολο εγχείρημα. Ήταν αφελές εκείνη την εποχή να προσδένει κάποια χώρα το νόμισμα της με το Γερμανικό μάρκο και να καμώνεται ότι έγινε Γερμανία.
Γιατί ο μόνος τρόπος να διατηρήσεις την αξία του νομίσματος σου σε σχέση με το μάρκο δεν ήταν άλλος παρά να διέθετες τεράστια αποθεματικά ή διαρκώς να φτωχαίνεις τους κατοίκους σου μέσω της μείωσης των μισθών.
Ο Σόρος αυτό το γνώριζε και κατρακύλησε την λίρα Αγγλίας και την λιρέτα της Ιταλίας το 1992 όταν αυτές νόμισαν ότι είναι Γερμανίες στην ανταγωνιστικότητα, και τινάχτηκε στον αέρα ο τότε μηχανισμός συναλλαγματικών ισοτιμιών.
Παρ’ όλα αυτά τα πρόσφατα μαθήματα, αλλά κυρίως τα μαθήματα-παθήματα του 1920 και 1930, ότι δεν μπορείς “τον κανόνα χρυσού να τον εφαρμόσεις σε Δημοκρατία” γιατί στο τέλος θα την αποτελειώσεις, οι Ευρωπαίοι αποφάσισαν να προχωρήσουν στο ευρώ.
Αποφάσισαν δηλαδή να κτίσουν στην άμμο παλάτια, με άλλα λόγια σε μια νύκτα όλοι να γίνουν Γερμανία. Θα θυμάστε τα γελάκια του κυρίου Σημίτη και του κυρίου Παπαδήμα την πρωτοχρονιά του 2002 που παρουσίαζαν το ευρώ. Είχαν το γέλιο του ξερόλα οι ανεκδιήγητοι.
Έστειλαν λοιπόν οι Ευρωπαίοι και τις τυπογραφικές τους πρέσες και τις μήτρες των νομισμάτων τους στην Φρανκφούρτη για να μην έχει κανείς οδό διαφυγής μέσα από τον πληθωρισμό και την υποτίμηση με την εισαγωγή του ευρώ.
Δημιούργησαν την ΕΚΤ με στόχο να περιορίζει τον πληθωρισμό κάτω από 2%, ασχέτως της παραγωγής και του ύψους της ανεργίας, με όργανο το επιτόκιο, ελπίζοντας ότι οι τιμές και οι μισθοί πάντα θα προσαρμόζονταν στην εξωτερική αξία του ευρώ. Άλλη μια φορά στην Ευρώπη οικοδόμησαν τον κανόνα του χρυσού μέσα στην ευρωπαϊκή δημοκρατία προσδοκώντας την σύγκληση των οικονομιών και το βάθεμα της δημοκρατίας.
Αλλά όπως είπε ο Αϊνστάιν, όταν μέσα στον χρόνο εκτελείς τις ίδιες πράξεις και κάνεις τις ίδιες ενέργειες και ελπίζεις σε διαφορετικό αποτέλεσμα, αυτό είναι ο ορισμός της παραφροσύνης.
Και πράγματι δεν χρειάστηκε παρά ελάχιστος χρόνος να διαπιστώσει κανείς ότι μετά την είσοδο του ευρώ, που θα ήταν η λοκομοτίβα της σύγκλησης των οικονομιών, όλες οι οικονομίες συνέκλιναν μόνο σε δυο πράγματα.
Όλες είχαν περίπου τα ίδια επιτόκια στα δεκαετή τους ομόλογα και ταυτοχρόνως όλες δημιουργούσαν ελλείμματα στο ισοζύγιο πληρωμών. Σε όλα τα άλλα παρουσίασαν απόκλιση. Η μόνη χώρα φυσικά που ακόμα έχει χαμηλά επιτόκια και περίσσευμα στο ισοζύγιο πληρωμών είναι η Γερμανία.
Το θέμα λοιπόν που εγείρεται είναι ποιός εχέφρων ήταν δυνατόν να χρηματοδοτήσει αυτά τα ελλείμματα.
Το 1993, που άρχισε η διαδικασία δημιουργίας του ευρώ, οι αποδώσεις των δεκαετών ομολόγων των χωρών της ευρωζώνης κυμαίνονταν από 6% έως 13,5% ενώ της Ελλάδας ήταν κάπως ψηλότερα στο 23,5%!
Στις 31 Δεκεμβρίου του 2001 οι αποδώσεις όλων των ομολόγων είχαν γίνει ίσες ή σχεδόν ίσες με τα ομόλογα της Γερμανίας που πρακτικά σήμαινε ότι η Ελλάδα, η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Ισπανία είχαν γίνει νέες Γερμανίες!!
Με άλλα λόγια το να χρηματοδοτείς την Ελλάδα ήταν σαν να χρηματοδοτείς την Γερμανία. Κάθε κίνδυνος εξέλειπε! Πως ήταν δυνατόν ένα τσουνάμι από φθηνό χρήμα να φεύγει από το βορρά της Ευρώπης προς τον νότο και να χρηματοδοτεί τις γερμανικές εξαγωγές και οτιδήποτε άλλο και να δημιουργούνται τεράστια χρέη και ελλείμματα; Γιατί τα συστήματα κινδύνου δεν λειτούργησαν;
Παρακάτω υπάρχει μια ιστορία για το Όργιο των Ανήθικων Συναλλαγών του Τραπεζικού Συστήματος.
Όταν τελικά γεννήθηκε το ευρώ ένας νέος κόσμος ήρθε στην επιφάνεια. Επί της ουσίας είχε ξαναγεννηθεί η χαρά των τραπεζιτών και της κοντόφθαλμης Γερμανίας.
Η ΕΚΤ εγγυήθηκε ένα κόσμο χωρίς πληθωρισμό αφού μια μηχανή παρήγαγε χρήμα για όλη την Ευρώπη, στην Φρανκφούρτη.
Από την άλλη όλο το τραπεζικό σύστημα είχε απελευθερωθεί, ήταν πέραν παντώς ελέγχου στη δημιουργία χρήματος για δουλειές χρηματοοικονομικές. Οι τιμές των χρηματοοικονομικών προϊόντων είναι εκτός του δείκτη του πληθωρισμού (γιατί άραγε; δεν θα πάρετε απάντηση ποτέ, απλά ένα βήξιμο).
Αφού οι αποδώσεις όλων των ευρωπαϊκών ομολόγων συνέκλιναν, πως θα έβγαζαν μυθώδη κέρδη;
Όσο και αν συνέκλιναν οι αποδώσεις είχαν μια σχετική διαφορά τα νότια ομόλογα από τα βόρεια της Γερμανίας και της Ολλανδίας.
Οι Τράπεζες λοιπόν φορτώθηκαν όσο πιο πολλά ομόλογα μπορούσαν της Γερμανίας και της Ολλανδίας.
Με αυτά ως ενέχυρο παρήγαγαν χρήμα 40 προς 1 και δάνειζαν αφειδώς τον Νότο, ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, με της ευλογίες της ΕΕ και της Γερμανίας.
Υπάρχει εδώ άραγε κάποια ανηθικότητα; Βεβαίως υπάρχει. Γιατί όλοι γνώριζαν ότι η Ιταλία παρέμενε Ιταλία και η Ελλάδα Ελλάδα και δεν ήσαν Γερμανία επειδή είχαν το ευρώ.
Άλλωστε το ισοζύγιο πληρωμών και τα ελλείμματα στο ΑΕΠ καθημερινά αυτό το υπενθύμιζαν. Ο δανεισμός όμως εξακολουθούσε να ρέει. Με άλλα λόγια οι τιμές των ομολόγων μάλλον δεν περιελάμβαναν τον κίνδυνο της χώρας.
Αυτή είναι η μια πλευρά της ιστορίας. Παράλληλα το τραπεζικό σύστημα παρήγαγε αλλοπρόσαλλα “χρηματοοικονομικά χαρτιά” απίθανου ύψους που ποτέ δεν ήταν δυνατόν να καλυφτούν από τα κεφάλαια των τραπεζών. Έτσι η κρίση ήταν αναπόφευκτη.
Όταν το 2008 κατέρρευσε στην Αμερική το τραπεζικό σύστημα, οι έξι μεγάλες τράπεζες ήσαν εκτεθειμένες στο ύψος του 61% του ΑΕΠ των ΗΠΑ.
Στην Ευρώπη η διαφθορά ήταν απόλυτη. Ενδεικτικά αναφέρω ότι το 2008 οι τρεις μεγάλες τράπεζες της Γαλλίας είχαν “ποικίλα ομόλογα που εκφράζουν χρέος” που αντιστοιχούσαν στο 316% του Γαλλικού ΑΕΠ.
Οι δυο μεγαλύτερες γερμανικές τράπεζες είχαν έκθεση σε τέτοια ομόλογα που αντιστοιχούσε στο 114% του Γερμανικού ΑΕΠ.
Μόνο η ΙΝG στην Ολλανδία είχε ομόλογα που αντιστοιχούσαν στο 211% του ΑΕΠ της Ολλανδίας, ενώ οι τρεις μεγαλύτερες τράπεζες στην Ιταλία είχαν εκτεθεί κατά το 115% του Ιταλικού ΑΕΠ.
Στην Αγγλία οι τέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες είχαν ομόλογα που αντιστοιχούσαν στο 394% του ΑΕΠ της Αγγλίας, αλλά ευτυχώς γι αυτήν δεν είχε παραδώσει της εκτυπωτικές πρέσες της λίρας της στην Γερμανία.
Με άλλα λόγια με την είσοδο του ευρώ η τραπεζική κρίση ήταν θέμα χρόνου να εκδηλωθεί και πραγματοποιήθηκε μέσα από ένα γιγαντιαίων διαστάσεων ανήθικο εμπόριο χαρτιών εναντίον των Ευρωπαϊκών Λαών.
Έτσι το πρόβλημα των τραπεζών έγινε πρόβλημα των κρατών και των λαών και όχι το αντίθετοι που μας λένε κουνώντας μας το δάχτυλο. Φάνηκε σε όλη της την έκταση ακόμα η ανικανότητα της ΕΕ να επιλύσει ένα πρόβλημα κρίσης.
Το κατασκεύασμα που λέγεται ΕΚΤ, που υποτίθεται ότι είχε υπό την επίβλεψη του το τραπεζικό ευρωπαϊκό σύστημα, απεδείχθη ότι ήταν μαϊμού κεντρική τράπεζα. Διανοητικά και θεσμικά δεν μπορεί να κάνει αυτά που έκανε παλιά μια Κεντρική Τράπεζα ή αυτό που κάνει η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ και της Αγγλίας.
Δεν μπορεί να χρηματοποιήσει ή να αμοιβαιοποιήσει τα χρέη, δεν μπορεί να σώσει μια χώρα, δεν μπορεί να δανείσει απ’ ευθείας τις τράπεζες με επαρκή ποσότητα χρήματος. Αποδείχτηκε άχρηστη και ακόμα είναι άχρηστη. Έχουν περάσει έξη χρόνια από την εκδήλωση της κρίσης και ακόμα η ΕΕ είναι σε ύφεση. Κανείς δεν θέλει να δανειστεί και να δαπανήσει.
Το σφάλμα είναι ότι για να μπούμε στο ευρώ παραδώσαμε τις τυπογραφικές μας μηχανές και την δυνατότητα μας να ορίζουμε την συναλλαγματική μας ισοτιμία, που ήσαν μηχανισμοί αμορτισέρ των σοκ της οικονομίας, και έτσι η μόνη πολιτική που απομένει είναι οι λαοί να περάσουν σε άγρια λιτότητα για να σωθεί το ευρώ.
Αλλά δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα. Η ΕΕ είναι μέσα σε μια τριπλή κρίση που η μια επιβαρύνει την άλλη. Η κρίση του τραπεζικού συστήματος επιβαρύνει το πρόβλημα χρέους των κρατών, το οποίο με την σειρά του μέσω της λιτότητας, για την αύξηση δήθεν της ανταγωνιστικότητας παρεμποδίζει την ανάπτυξη, η οποία υπονομεύεται από τον αποπληθωρισμό.
Παρ ολ’ αυτά η λιτότητα συνεχίζεται αφού η ελίτ της Ευρώπης πιστεύει, πέραν της ιστορίας και της επιστήμης, ότι το ευρώ θα στεριώσει καθώς και η Ευρωπαϊκή Ενοποίηση υπό τον φιλελευθερισμό. Ας είναι η τιμή που θα πληρωθεί πανάκριβη και ας χρειαστούν ίσως και δέκα χρόνια διαρκούς λιτότητας.
Κατά την άποψη μου είναι ότι θα χαθούν γενεές Ευρωπαίων για σωθούν οι τράπεζες, οι τραπεζίτες, οι πολιτικοί τους και το ευρώ αλλά το όνειρο της Ενωμένης Ευρώπης θα έχει χαθεί ανεπιστρεπτί και αυτό θα είναι η μεγαλύτερη τραγωδία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στο μεταξύ στη χώρα μας με σκληρότητα, με περιορισμό της δημοκρατίας, ανενδοίαστα και με θεϊκή σιγουριά εκτελείται σε συνθήκες εργαστηρίου υποδειγματικά, το πρόγραμμα λιτότητας σε ένα φοβισμένο και ανενημέρωτο Λαό. Οι πολιτικοί, τραπεζικοί, δικαστικοί ας προσέχουν ‘την ανάγκη’. Ας γνωρίζουν ότι η λιτότητα ποτέ δεν δούλεψε, μόνο καταστροφή έφερε. Είναι οικονομικά ζόμπι.