Εάν ένα πράγμα επιβεβαιώνεται εμφατικά σε κάθε πεδίο της πολιτικής διαμάχης του τελευταίου έτους, είναι ότι ο Αλέξης Τσίπρας διατηρεί αδιαμφισβήτητα τα ηνία της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Με την οικονομία πλέον να έχει μπει σε τροχιά ανάπτυξης και το αφήγημα της καταστροφής να ακυρώνεται de facto από την ίδια την πραγματικότητα, ο Τσίπρας είναι αυτός που έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων και φροντίζει κάθε τόσο να το υπενθυμίζει στον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Σε κάθε ευκαιρία με μία τακτική που θυμίζει καψώνια σε νεοσύλλεκτο, ανάβει φωτιά και ο Κυριάκος Μητσοτάκης έρχεται αντιμέτωπος με το εξής οξύμωρο: Αντί να είναι αυτός που θα προσπαθεί να επιβάλλει την ατζέντα, εκμεταλλευόμενος τη φθορά της κυβερνησιμότητας και τις υπαρκτές αβελτηρίες της καθημερινότητας, είναι αυτός που τρέχει διαρκώς ιδρωμένος πίσω από τις εξελίξεις.
Άλλοτε για να σφουγγαρίσει τα απόνερα του Τσίπρα και άλλοτε για να σβήσει τις φωτιές που ανάβει όχι μόνο στο πολιτικό σκηνικό, αλλά και στο εσωτερικό της ΝΔ, αναδεικνύοντας τις διαμετρικά αντίθετες αντιλήψεις που εμφυλοχωρούν και συγκρούονται στην Πειραιώς.
Ο κ. Μητσοτάκης έκανε την επιλογή να υιοθετήσει την ατζέντα της καταστροφής. Σήκωσε τη ρομφαία του «4ο Μνημονίου», ζητούσε από τον Όλαφ Σολτς να «κρατήσει γερά», μην τυχόν και «χαριστούν» οι Γερμανοί στον Τσίπρα και δεν περικοπούν οι συντάξεις, έβαλε τον Αντιπρόεδρό του να εγκαλέσει τον Ευρωπαίο Επίτροπο για το «παράθυρο» μη περικοπής των συντάξεων, του πυρηνικού στοιχείου δηλαδή του αφηγήματος περί 4ου μνημονίου.
Οι περικοπές στις συντάξεις ωστόσο σκόρπισαν στους πέντε ανέμους, μαζί με την ουσία της αντιπολίτευσης της ΝΔ.
Ο Προϋπολογισμός που κατατίθεται στη Βουλή δεν έχει περικοπές στις συντάξεις αλλά έχει σειρά μέτρων ελάφρυνσης που εξαγγέλθηκαν στη ΔΕΘ. Και ο Κυριάκος Μητσοτάκης καλείται μπαλώσει το φιάσκο στη ρητορική που έχει υιοθετήσει η ΝΔ το τελευταίο έτος.
Ο Τσίπρας επέλεξε παρά το δεδομένο πολιτικό κόστος να ανοίξει το ονοματολογικό της πΓΔΜ και να φθάσει σε μία συμφωνία εντός των πλαισίων της εθνικής γραμμής.
Σε αυτή την περίπτωση ο κ. Μητσοτάκης δεν αναγκάστηκε απλά να σφουγγαρίσει τα απόνερά του, αλλά και την καρδάρα που το ίδιο το κόμμα του έχυσε ουκ ολίγες φορές. Το ομολόγησε στο ραντεβού στα κρυφά που έκανε η ειδική απεσταλμένη του, κα Σπυράκη.
Το ομολόγησε εμμέσως και η αδερφή του, που φρόντισε πολλάκις να υπενθυμίσει πως η πάγια εθνική γραμμή είναι στη βάση της σύνθετης ονομασίας, την οποία ξόρκιζαν για τα μάτια του κόσμου οι Σαμαράς και Βορίδης.
Αποτέλεσμα: Στην αρχή ο κ. Μητσοτάκης ζητούσε λύση σε άλλη συγκυρία. Μετά παρακαλούσε να μη γίνουν εκλογές πριν την κύρωσή της.
Για να φθάσει ο εκπρόσωπός του να ισχυρίζεται αμετροεπώς πως ο αρχηγός της ΝΔ θα συγκρουστεί με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, τσαλακώνοντας το ούτως η άλλως διαλυμένο προφίλ του κ. Μητσοτάκη.
Μετά από τις αλλεπάλληλες παλινωδίες, όλοι έχουν καταλάβει ότι κανένα πρόβλημα δεν έχει ο ίδιος με το όνομα «Βόρεια Μακεδονία», ούτε με τη συμφωνία.
Έχει με την πίστωση της επιτυχίας στο πρόσωπο του Τσίπρα και με την ακροδεξιά φράξια του κόμματός του που τον απειλεί με διάσπαση.
Στην περίπτωση της Συνταγματικής Αναθεώρησης ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν άκουσε αυτούς που έχει φροντίσει να στείλει στο πυρ το εξώτερο, και αντί να ανοίξει το θέμα ο ίδιος για να δρομολογήσει εξελίξεις και να θέσει νέες διαχωριστικές γραμμές, βρέθηκε πάλι να τρέχει καταϊδρωμένος πίσω από τους σχεδιασμούς του Τσίπρα, για ένα θέμα που παραμένει ανοιχτό από τον Ιούλιο του 2016!
Αφού περίμενε πότε θα κάνει την πρώτη κίνηση ο Τσίπρας, στην αρχή διέρρεε ότι η ΝΔ δε θα συμμετάσχει στη συζήτηση.
Χρειάστηκε η παρέμβαση των «αρχαίων» που φώναζαν πως «αυτό θα είναι δώρο στον Τσίπρα», για να καταλάβει την παρολίγον γκάφα ολκής και να μπει στη συζήτηση.
Την οποία φρόντισε εκ προοιμίου να ευτελίσει: Ωθώντας τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη εκτός Επιτροπής με την συμπερίληψη σε αυτή των Άδωνι Γεωργιάδη και Μάκη Βορίδη. Χαρακτηρίζοντας «συροζοποίηση» του Συντάγματος προτάσεις που είχαν καταθέσει στελέχη του κόμματός του πριν τέσσερα χρόνια – μέχρι και προτάσεις που είχε υπογράψει και ο ίδιος. Εγκαλώντας αντί για τον Τσίπρα την κυβέρνηση Καραμανλή για τη μη αλλαγή του νόμου περί ευθύνης υπουργών.
Ζητώντας μία κουτοπόνηρη «συναλλαγή» τακτικισμού, προκειμένου η επόμενη Βουλή να κυρώσει τα άρθρα κατά το δοκούν, με την ελπίδα τότε να είναι πρωθυπουργός.
Και μένοντας με μοναδική πρεμούρα το άρθρο 16 για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια.
Στο θέμα της συμφωνίας με την Εκκλησία δεν επιφύλασσε καλύτερη αντίδραση.
Αν και καμία έκπληξη δεν υπήρξε από την πλευρά του Πρωθυπουργού, όπως φάνηκε από τα κρυφά ραντεβού του με τον Αρχιεπίσκοπο και τον Μητροπολίτη Πειραιώς, η ΝΔ δεν κατάφερε να γλιτώσει το φιάσκο. Ο πολιτικός που ισχυρίζεται πως πολιτεύεται με τη «γλώσσα της αλήθειας», καβάλησε και πάλι το άρμα του λαϊκισμού.
Από το παρασκηνιακό σαμποτάζ με εμπλοκή της ΝΔ στα εσωτερικά της Εκκλησίας κατά της συμφωνίας, έφθασε στο σημείο να εγκαλεί τον Αρχιεπίσκοπο για «προεκλογικά δώρα» στην κυβέρνηση.
Προασπίζεται το καθεστώς μισθοδοσίας των κληρικών στο Δημόσιο, αλλά την ίδια ώρα ζητά επαναφορά του 1:5 στο Δημόσιο.
Και την ίδια ώρα η Νίκη Κεραμέως αφήνει ανοιχτό το παράθυρο να βγουν από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών οι κληρικοί στο μέλλον, ενώ ο Αντιπρόεδρός του τάζει επαναπρόσληψή τους εάν προχωρήσει η συμφωνία.