Ό,τι μπορούσε να γίνει, έγινε! Κάπως έτσι αποφάνθηκε η διεθνής κοινότητα για το Κυπριακό και στις τελευταίες συνομιλίες στο Κραν Μοντάνα.
Βέβαια στους πλείστους διεθνείς κύκλους αυτό είναι μια ατυχέστατη δήλωση μιας και στο Κυπριακό μπορούν να γίνουν πολλά, πιο δυσάρεστα πράγματα για την τροπή που έχει πάρει η όλη υπόθεση, αλλά ο καιρός και οι συγκυρίες τους απογοητεύουν.
Η Μέση Ανατολή παρόλη τη γοητεία της είναι μια απρόβλεπτη πολιτική παγίδα που μπορεί να εγκλωβίσει μιλιταριστικά σχέδια, μίση, εθνοτικές και εθνικές βεντέτες, ατέλειωτους εμφύλιους και πόθους για γη και εξουσία, για ύδωρ και ελευθερία κάτω από εγγυήσεις και αχόρταγους όρους για τον εγγυητή, και σίγουρα δεν είναι η περιοχή όπου οι πληθυσμοί που την κατοικούν έχουν μάθει να αφανίζονται ή να πεθαίνουν.
Η σημερινή κατάσταση στη Μέση Ανατολή αποδεικνύει τα όσα για καιρό ανέφεραν οι μεγάλοι ερευνητές της γεωπολιτικής, πως η Μέση Ανατολή ήταν μόνο γεωγραφικός ορισμός που δόθηκε από τη Βρετανική Αυτοκρατορία έχοντας υπόψιν ως κέντρο της Ανατολής την Ινδία και ως εκ τούτου η απόσταση από το ΗΒ ως την Ινδία θεωρήθηκε ως η Μέση Απόσταση και αργότερα διαδεδομένη ως η Μέση Ανατολή.
Ο όρος αυτός ως αποδεικνύεται και δη στις μέρες μας δεν εμπεριέχει κανένα άλλο πιο βαθύ πολιτικό αίτιο για την ύπαρξη του και ούτε και παρουσιάζει και την πραγματική διάσταση των ζητημάτων που θίγονται επί της παρούσης.
Η πιο ορθή παρουσίαση του χώρου αυτού θα ήταν ως μια γεωγραφική περιοχή στο πλαίσιο της ευρύτερης Ευρασίας μιας και όπως θα αναφέρουμε και πιο κάτω, ως διαφαίνεται, τα ζητήματα που υφίστανται στην περιοχή είναι συνδεδεμένα με την έννοια της heartland όπως ήδη την παρουσίασε ο Mackinder το 1919.
Αυτή τη στιγμή αναρωτιόμαστε για τις γεωτρήσεις στην Κύπρο και κατά πόσο η Τουρκία είναι σε θέση να επέμβει ή να καθυστερήσει την όλη διαδικασία, για μένα το ερώτημα αυτό είναι ανώφελο.
Ήδη το Κυπριακό έχει πάρει μια άγνωστη για τη μέχρι τώρα “σταδιοδρομία” του αφού για πρώτη φορά καίτοι ως πρόβλημα ακολουθούσε την πορεία των Βαλκανικών ζητημάτων ένεκα του ότι οι εμπλεκόμενες σε αυτό δυνάμεις, Ελλάδα και Τουρκία, είναι χώρες που ήδη δοκίμαζαν τη δύναμη και τη διπλωματική τους πειθώ στα Βαλκάνια και στο Αιγαίο, τώρα πια εντάσσεται στον ευρύτερο κλοιό της Ευρασίας και δύναται να θεωρηθεί ως παράγοντας αποσταθεροποίησης της περιοχής.
Η περιοχή απέδειξε πως δεν μπορεί να αντέξει παραπάνω από ένα ζητήματα, ακόμη και τα παγκόσμια κέντρα εξουσίας δεν είναι σε θέση να ελέγξουν μια εκτεταμένη πυριτιδαποθήκη που θα έχει έκταση σε όλη τη Μέση Ανατολή, ή τη Μεσοποταμία ή τον Αραβικό κόσμο.
Έτσι ο πόλεμος στο Ιράκ διαδέχθηκε το Παλαιστινιακό, η Αραβική Άνοιξη έκλεισε ή υποσκέλισε το φάκελο του Ιράκ και σήμερα ο πόλεμος στη Συρία έρχεται να ανατρέψει όλα τα προηγούμενα σημαντικά ζητήματα και να αναχθεί ως η κερκόπορτα της Ευρασίας, ώστε σε αυτό τον πόλεμο που είτε τελειώσει είτε όχι, μιλιταριστικά να γίνει εξαγωγή των ισλαμιστικών πόθων και της αποσταθεροποίησης στις μουσουλμανικές χώρες της πρώην ΕΣΣΔ που βρίσκονται κάτω από την ισχύ των πυλώνων σταθερότητας και ελέγχου στην περιοχή δηλαδή του Ιράν και της Ρωσίας.
Η πρόσφατη δε τρομοκρατική ενέργεια στο Ιράν απέδειξε και τους στόχους των καθεστώτων της Σ. Αραβίας και των ΗΠΑ στην περιοχή, αφού δεν κατέστη δυνατόν να εμπλέξουν στρατιωτικά το Ιράν στον πόλεμο της Συρίας, επιθυμούν να το εμπλέξουν σε μια τροχιά προβλημάτων και συγκρούσεων μεταξύ των αραβικών κρατών και στη μάχη για την ανακατανομή της δύναμης στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ.
Η πιο πάνω περιγραφή τίθεται για να μας εξηγήσει πως το Κυπριακό πρόβλημα δεν είναι πια το πρόβλημα που εστιάζει μόνο στη νήσο, απεναντίας αυτή τη στιγμή μια έκρηξη στην Ανατ. Μεσόγειο θα θέσει σε κίνδυνο τον έλεγχο των κέντρων επιρροής στην περιοχή και θα δημιουργήσει ανασφάλεια σε Αίγυπτο και Ισραήλ, κράτη εμπλεκόμενα στα ενεργειακά ζητήματα της περιοχής με περιττή επιρροή στο θαλάσσιο γίγνεσθαι και τη γεωπολιτική της ενέργειας.
Ως εκ τούτου το Κυπριακό πια δεν μπορεί να εξετάζεται μόνο ως προς την προσωρινή του θεματοποιεία που αφορά τα εσωτερικά πολιτειακά ζητήματα αλλά και ως προς την ζωτικότητα που η όποια λύση παράγει για τους εμπλεκόμενους σε αυτό.
Ήταν σαφές δε το μήνυμα των συνομιλιών στη Νέα Υόρκη τον Σεπτέμβριο 2016. Το Κυπριακό μελετάται και εξασκείται από άποψη εξωτερικής πολιτικής ως ζωτικός χώρος για την Ελλάδα, τον Ελληνισμό και τις χωροχρονικές επιδιώξεις του.
Είναι δε και η πρώτη φορά που η Ελληνική διπλωματία ενέπλεξε το Κυπριακό καθαρά στα εθνικά ζητήματα και πήρε θέση ως προς τη λύση και τις ανάγκες όχι του συνόλου μόνο του Κυπριακού λαού αλλά του Κυπριακού Ελληνισμού λειτουργώντας ως δύναμη αναπροσαρμογής της διεθνούς τάξης και όχι ως καχεκτικός ουραγός στον τελευταίο τροχό της διεθνούς αμάξης.
Η κίνηση αυτή της Ελληνικής κυβερνήσεως προφανώς και θα απογοήτευσε πολλούς από όσους ανέμεναν μια ισχνή κινητικότητα εκ μέρους της Κυπριακής Κυβέρνησης η οποία και δυστυχώς απέδειξε πως δεν είναι σε θέση να προσμετρήσει τους κινδύνους και τις συνέπειες μιας εθνικής της ασυνέπειας που θα έχει μακροχρόνιες επιπτώσεις σε όλη την περιοχή.
Η Νέα Υόρκη δε και οι συνεχόμενες συνομιλίες έκτοτε επέφεραν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα και αυτό ήταν της αναχαίτισης της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας (ΔΔΟ) ως λύσης στο νησί.
Η πρόταση για ΔΔΟ κατατέθηκε στο τραπέζι των συνομιλιών αρκετά χρόνια πιο πριν υπό τη μορφή χάραξης μιας νέας πορείας υπό το πλέγμα της ομοσπονδίας στο νησί προς συνένωση των δύο κοινοτήτων και στη δημιουργία ενός ομόσπονδου κράτους.
Το ομόσπονδο κράτος και το οποίο θα δημιουργείτο καίτοι στην αρχή αναγόταν στις βασικές συνταγματικές αρχές που διέπουν τις πλείστες ομόσπονδες χώρες διεθνώς, με τις βασικές δημοκρατικές ελευθερίες να αφήνονται και να τις χειρίζεται η κεντρική ομόσπονδη κυβέρνηση και με πρόκριμα τις μορφές ομοσπονδίας της Ελβετίας και των ΗΠΑ.
Είναι δε σημαντικό να αναφέρουμε πως οι ομοσπονδίες ανά τον κόσμο δεν εμφανίζονται εκ του μη όντος και ούσες παρθενογένεση, απεναντίας όλες οι ομόσπονδες χώρες έχουν κοινά συνταγματικά χαρακτηριστικά και έντονο το ζωτικό ενδιαφέρον ώστε να ισχυροποιήσουν την κεντρική- οικουμενική κυβέρνηση και να αποδυναμώσουν σε τοπικό επίπεδο τα καντόνια, κρατίδια αφού η κεντρική κυβέρνηση παραμένει ο κύριος παράγοντας της ενσάρκου συνταγματικής οικονομίας και διοικητικής υπόστασης των επιμέρους κρατιδίων, καντονίων, πολιτειών κτλ.
Στην περίπτωση της Κύπρου η ΔΔΟ είχε ημερομηνία λήξης και αυτό απεδείχθη καθ’ όλη τη διάρκεια των συνομιλιών του 2016-17 για τους εξής ενδεικτικούς και σε περίληψη λόγους: α) δεν υπάρχει ουδεμία ομόσπονδη πολιτεία ανά τον κόσμο όπου να υφίσταται διζωνικότητα στην ομοσπονδία, με κοινό εξωτερικό χαρακτήρα στο Διεθνές Δίκαιο και ισχυρό χαρακτήρα στο εσωτερικό των δύο μερών με ισχυρά κρατιδιακά κοινοβούλια και ισχνή κεντρική κυβέρνηση, β) είναι η πρώτη φορά παγκοσμίως που θα χρειαστεί να συγκεραστούν διεθνείς συμβάσεις ενός αναγνωρισμένου και ενός μη αναγνωρισμένου κράτους (η λεγόμενη “ΤΔΒΚ” έχει υπογράψει διακρατικές συμβάσεις και με άλλα κράτη πέραν της Τουρκίας), γ) θα προκύψει νέο δικαστικό ανώτατο σώμα σε δύο δίκαια που αμυδρώς στηρίζονται και κινούνται ομοτύπως στο Κοινοδίκαιο, δ) θα διατηρηθούν εγγυήτριες δυνάμεις για τα συνιστώντα κρατίδια με δικαίωμα επέμβασης σύμφωνα με δεσμεύσεις που δεν μπορεί να ελέγξει το κεντρικό κράτος, ε) οι διακηρύξεις για τα οφέλη της ΔΔΟ στηρίζονται στο μεγαλύτερο ποσοστό σε οικονομικά οφέλη που όμως δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να γίνουν δεκτά αφού το ΑΕΠ του κεντρικού νέου κράτους ίσως να μην μπορεί να πηγάσει από συγκερασμό και ομοιοποίηση του ΑΕΠ της Κυπριακής Δημοκρατίας και του ΑΕΠ ενός μη αναγνωρισμένου κράτους του οποίου και το ΑΕΠ δεν προσμετρήθηκε ποτέ και από κανένα οργανισμό.
Τα πιο πάνω διαδέχονται μια κατάσταση που μέχρι και σήμερα κοπιάζει να μας αποδείξει πως η ΔΔΟ και η όποια λύση προτείνεται στο Κυπριακό είναι μια οιονεί παρένθεση για να αποκαταστήσουμε την ειρήνη στο νησί.
Δυστυχώς και για κακή τύχη όσων ευαγγελίζονται μια παρόμοια λύση και κατάσταση η ειρήνη μετά από πόλεμο δεν ήρθε ποτέ με συμφωνίες.
Ο εθνικός μας ποιητής ανέφερε πως αληθές είναι το εθνικό και η ρήση του Σοβιετικού στρατηγού εν προκειμένω μας ανέφερε πως “η ιστορία απέδειξε πως όταν κανείς συνθηκολογεί από ανάγκη για εδάφη που του ανήκουν και δεν μπορεί την παρούσα να τα πάρει πίσω, θα αναγκαστεί υπό την πίεση του εθνικού συναισθήματος και αιτήματος σε μετέπειτα στάδιο να πολεμήσει ή να τα διεκδικήσει”.
Ας μην ξεχνάμε, λοιπόν, πως οι δυνάμεις που πόλωσαν τη Μέση Ανατολή δημιούργησαν ένα ακέφαλο σώμα για το Κυπριακό και προσπάθησαν να το παραδώσουν σε εμάς χωρίς ψυχή και να το παρουσιάσουν ως μια λύση για να ενταφιάσουμε την εθνική μας ζωτικότητα και να απομακρυνθούμε από τον εθνικό κορμό.
Όμως οι συγκυρίες που ακολουθούν τον ρουν της ιστορίας μας ξαναφέρνουν ώστε σήμερα να ταμπουρωνόμαστε κάτω από τα εθνικά μας ζητήματα και να επιζητούμε δικαιοσύνη ως Ελληνισμός και όχι σαν ζητιάνοι εθνικής συνείδησης και ταυτότητος, δίνοντας ψυχή στο σώμα του Κυπριακού που η ιστορία και η πραγματικότητα δεν επιτρέπουν να ταφεί.